Περισσότεροι από 795.000 άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες παθαίνουν κάθε χρόνο εγκεφαλικό επεισόδιο, σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία, και σχεδόν 1 στους 5 θα υποστεί και άλλο εγκεφαλικό επεισόδιο.
«Όταν οι ασθενείς έχουν παροδικά νευρολογικά συμπτώματα λόγω ενός μικρού εγκεφαλικού επεισοδίου, διαθέτουμε φάρμακα που τους εμποδίζουν να υποστούν νέο εγκεφαλικό επεισόδιο. Παρά τα φάρμακα όμως, πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν και παθαίνουν εγκεφαλικά», δήλωσε ο Richard Bernstein, MD, Ph.D., καθηγητής στο Τμήμα Νευρολογίας Ken and Ruth Davee του Τμήματος Εγκεφαλικών Επεισοδίων και Αγγειακής Νευρολογίας και συν-συγγραφέας της μελέτης.
«Όταν συμβαίνει αυτό, είναι πολύ απογοητευτικό, επειδή οι ασθενείς έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν: Ζήτησαν ιατρική φροντίδα, τους φροντίζουμε, και παρόλα αυτά δεν αποφεύγουν τα νέα εγκεφαλικά».
Ένα πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο δεν προκαλεί πάντα αναπηρία, η σωρευτική επίδραση των επαναλαμβανόμενων εγκεφαλικών επεισοδίων ωστόσο, μπορεί να οδηγήσει στην ανάγκη εισαγωγής σε οίκο φροντίδας ή μονάδα αποκατάστασης, δήλωσε ο Bernstein. Εξαιτίας αυτού, στους ασθενείς που υπέστησαν πρόσφατα ένα μικρό εγκεφαλικό επεισόδιο, χορηγούνται συχνά φάρμακα κατά της πήξης του αίματος για την πρόληψη των υποτροπιαζόντων εγκεφαλικών επεισοδίων.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τα άτομα με ανεπάρκεια του παράγοντα ΧΙ, μιας πρωτεΐνης που είναι γνωστό ότι παίζει ρόλο στην πήξη του αίματος, έχουν χαμηλότερα ποσοστά ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου, του πιο κοινού τύπου εγκεφαλικού κατά το οποίο ένας θρόμβος αίματος εμποδίζει τη ροή του αίματος και του οξυγόνου στον εγκέφαλο.
Στην τρέχουσα δοκιμή προσδιορισμού της δόσης, περισσότεροι από 2.300 συμμετέχοντες κλήθηκαν να λάβουν τυχαία μια αγωγή με φάρμακα κατά της πήξης του αίματος μαζί με διαφορετικές δόσεις milvexian μία ή δύο φορές την ημέρα, ενός φαρμάκου που έχει σχεδιαστεί για να αναστέλλει τον παράγοντα XI.
Μετά από 90 ημέρες, οι ερευνητές διαπίστωσαν σε μαγνητικές τομογραφίες ότι οι συμμετέχοντες που έλαβαν 50-100mg milvexian δύο φορές την ημέρα, παρουσίασαν ελαφρώς χαμηλότερο κίνδυνο υποτροπής εγκεφαλικού επεισοδίου σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο.
«Φαίνεται ότι το φάρμακο λειτουργεί για την πρόληψη του κλινικού εγκεφαλικού επεισοδίου. Δεν το ξέρουμε με βεβαιότητα, αλλά έτσι φαίνεται, και αυτό μας επέτρεψε να επιλέξουμε μια δόση που να πετυχαίνει το ιδανικό σημείο της μείωσης του κινδύνου εγκεφαλικού επεισοδίου χωρίς να αυξάνει πολύ τον κίνδυνο αιμορραγίας», δήλωσε ο Bernstein.
«Αυτή η μελέτη μας επέτρεψε επίσης να παρατηρήσουμε ότι η καταμέτρηση των εγκεφαλικών επεισοδίων στη μαγνητική τομογραφία, μπορεί να μην είναι ένας καλός τρόπος για να διαπιστώσουμε αν αυτά τα φάρμακα λειτουργούν, και αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη μελέτη που προσπάθησε πραγματικά να χρησιμοποιήσει αυτή τη μέθοδο, οπότε δεν πρόκειται να το ξαναδοκιμάσουμε».
Ο Bernstein και οι συνεργάτες του θα χρησιμοποιήσουν τα ευρήματα της μελέτης για να προσδιορίσουν μια συνιστώμενη δόση που θα δοκιμαστεί σε μια μεγάλη κλινική δοκιμή.
«Τώρα που είμαστε σε θέση να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα δεδομένα για να προσδιορίσουμε μια κατάλληλη δόση, το επόμενο βήμα είναι να κάνουμε μια μεγάλη τυχαιοποιημένη δοκιμή όπου οι ασθενείς θα λαμβάνουν τη συνήθη θεραπεία ή τη συνήθη θεραπεία συν αυτό το νέο φάρμακο και θα δούμε στις 90 ημέρες αν έχουν λιγότερα εγκεφαλικά επεισόδια χωρίς περισσότερη αιμορραγία», δήλωσε ο Bernstein. «Εάν αυτό συμβεί, θα έχουμε έναν νέο παράγοντα που θα βοηθήσει να αποτρέψουμε τους ασθενείς από το να παθαίνουν εγκεφαλικά επεισόδια ενώ παρακολουθούνται, κάτι που συμβαίνει σήμερα».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet Neurology.
Πηγή: onmed.gr