Η απάντηση εντοπίζεται στο γεγονός ότι ο καιρός έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει την σωματική και συναισθηματική μας κατάσταση, πολύ περισσότερο από ότι συχνά συνειδητοποιούμε στην καθημερινότητά μας. Οι συννεφιασμένες ή βροχερές ημέρες, ειδικότερα, φαίνεται να έχουν την ικανότητα να μας κάνουν να αισθανόμαστε υποτονικοί και ληθαργικοί. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Και γιατί ορισμένα άτομα φαίνονται πιο ευαίσθητα σε αυτές τις καιρικές αλλαγές από άλλα;
Ο καιρός κι εγώ
Ένας από τους πρωταρχικούς παράγοντες που συμβάλλουν στον λήθαργο που βιώνουμε κατά τη διάρκεια του συννεφιασμένου καιρού είναι η μειωμένη έκθεση στο ηλιακό φως. Η έκθεση στο ηλιακό φως παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση του κιρκάδιου ρυθμού μας, του εσωτερικού ρολογιού που ρυθμίζει δηλαδή τον κύκλο ύπνου-αφύπνισης. Όταν λοιπόν το ηλιακό φως χτυπάει τα μάτια μας, δίνει σήμα στον εγκέφαλό μας ότι είναι μέρα, προάγοντας την κατάσταση εγρήγορσής μας και καταστέλλοντας την παραγωγή μελατονίνης, της ορμόνης που είναι υπεύθυνη δηλαδή για την πρόκληση ύπνου.
Επιπλέον, το φως του ήλιου συνδέεται στενά και με την παραγωγή σεροτονίνης, που συχνά αναφέρεται ως ο νευροδιαβιβαστής της “ευεξίας”. Η μειωμένη έκθεση στο ηλιακό φως μπορεί να οδηγήσει ουσιαστικά σε χαμηλότερα επίπεδα σεροτονίνης, γεγονός που μπορεί να συμβάλει σε αισθήματα θλίψης ή κατάθλιψης. Το φαινόμενο αυτό είναι μάλιστα ιδιαίτερα εμφανές σε άτομα που πάσχουν από εποχιακή συναισθηματική διαταραχή (SAD), έναν τύπο κατάθλιψης που εμφανίζεται συνήθως κατά τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες, όταν οι ώρες του φωτός της ημέρας είναι μικρότερες.
Τα παραπάνω όμως δεν είναι ο κανόνας, καθώς δεν σημαίνουν ότι όλοι έχουν την ίδια αντίδραση στον καιρό. Για παράδειγμα, μερικοί άνθρωποι αγαπούν την βροχή και δεν αντέχουν μια καυτή, καλοκαιρινή ημέρα. Έτσι, πολλοί ερευνητές αμφισβητούν την επικράτηση των παραπάνω θεωριών σχετικά με την επιρροή μας από τον καιρό. Και έχουν και τα στοιχεία να το κάνουν, καθώς μια μελέτη του 2010 σε περισσότερους από 14.000 ανθρώπους στις Κάτω Χώρες, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι καιρικές συνθήκες δεν σχετίζονται με χαμηλή διάθεση. Αντίστοιχα και μια μελέτη του 2008 που διενεργήθηκε σε περισσότερα από 1.200 άτομα στη Γερμανία και διαπίστωσε ότι η επίδραση του καιρού στη διάθεση ήταν μικρή και ότι τόσο οι ηλιόλουστες, όσο και οι βροχερές ημέρες, συνδέονταν με το αίσθημα της κούρασης.
Ωστόσο, αυτές οι μελέτες δεν μπορούν να εξηγήσουν γιατί ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι μπορεί να παρουσιάζουν μια μικρή πτώση στα επίπεδα ενέργειας τις συννεφιασμένες ημέρες, ορισμένα άτομα είναι πιο ευαίσθητα σε αυτές τις καιρικές αλλαγές από άλλα. Παράγοντες λοιπόν όπως η γενετική, οι υποκείμενες συνθήκες υγείας και οι ψυχολογικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν την ευαισθησία ενός ατόμου στις διακυμάνσεις της διάθεσης και των επιπέδων ενέργειας που σχετίζονται με τον καιρό.Επιπλέον, η αντίληψή μας για τις καιρικές συνθήκες παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο στο πώς αυτές μας επηρεάζουν. Για ορισμένα άτομα, η συσχέτιση του συννεφιασμένου ή βροχερού καιρού με την κατήφεια ή τη θλίψη, μπορεί να επιδεινώσει το αίσθημα λήθαργου. Επιπλέον, όσοι απολαμβάνουν υπαίθριες δραστηριότητες μπορεί να αισθάνονται πιο υποτονικά όταν ο καιρός περιορίζει τη δυνατότητά τους να ασχοληθούν με αυτές τις δραστηριότητες. Ο βροχερός καιρός όμως φαίνεται προσθέτει και ένα άλλο επίπεδο στην εξίσωση. Ο ήχος της βροχής που χτυπάει στα παράθυρα και ο γκρίζος, συννεφιασμένος ουρανός μπορεί να δημιουργήσει μια ζεστή ατμόσφαιρα που ευνοεί τη χαλάρωση. Αυτή η παρατεταμένη έκθεση σε βροχερό καιρό, χωρίς ηλιακό φως ,μπορεί έτσι να συμβάλει περαιτέρω στο αίσθημα υποτονικότητας και κόπωσης.
Τι και αν έξω βρέχει
Ο συννεφιασμένος ή βροχερός καιρός λοιπόν μπορεί πράγματι να μας κάνει να αισθανόμαστε υποτονικοί και ληθαργικοί, κυρίως λόγω της μειωμένης έκθεσης στο ηλιακό φως και της επίδρασής του στον κιρκάδιο ρυθμό μας και στους νευροδιαβιβαστές που ρυθμίζουν τη διάθεση. Ακόμα όμως και αν δεν μπορούμε να ελέγξουμε τον καιρό, υπάρχουν διάφορες στρατηγικές που μπορούμε να εφαρμόσουμε για να μετριάσουμε τις επιπτώσεις του στη διάθεση και τα επίπεδα ενέργειάς μας. Η τακτική άσκηση, η έκθεση στο φυσικό φως όποτε είναι δυνατόν, η διατήρηση ενός σταθερού προγράμματος ύπνου και η εξάσκηση τεχνικών χαλάρωσης, όπως η ενσυνειδητότητα ή ο διαλογισμός, μπορούν να βοηθήσουν στην τόνωση της διάθεσης και των επιπέδων ενέργειας, ακόμη και τις συννεφιασμένες ημέρες.
Πηγή: protothema.gr