Διαρκείς είναι οι προσπάθειες των ερευνητών να ρίξουν περισσότερο φως στο φάσμα του αυτισμού, να κατανοήσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των διαταραχών του φάσματος και να διευκολύνουν τη ζωή των παιδιών που έχουν διαγνωστεί με αυτές.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, μια ομάδα ερευνητών από το Κέντρο Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου του Τέξας κατέληξε σε μια απρόσμενη ανακάλυψη: Μια θεραπεία για το πάγκρεας σε ένα παιδί με αυτισμό θα μπορούσε να συμβάλλει στη μείωση των προβληματικών συμπεριφορών. Το σχετικό δημοσίευμα εμφανίζεται στο JAMA Network Open.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, το κλειδί στον έλεγχο αυτών των συμπεριφορών είναι η σύνδεση μεταξύ της διατροφικής πρόσληψης πρωτεϊνών και των κρίσιμων χημικών νευροδιαβιβαστών του εγκεφάλου, όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη. Οι εν λόγω νευροδιαβιβαστές είναι σημαντικοί για την ορθή λειτουργία του εγκεφάλου και η απουσία τους θα μπορούσε να επηρεάζει αρνητικά τη συμπεριφορά των παιδιών με αυτισμό, εξηγεί η ομάδα μελέτης. Ωστόσο, τα αμινοξέα που απαιτούνται για την παραγωγή αυτών των νευροδιαβιβαστών μπορούν να ληφθούν μόνο από την πρωτεΐνη. Τα παιδιά με αυτισμό, όμως, εκφράζουν συχνά έντονες προτιμήσεις για τρόφιμα πλούσια σε υδατάνθρακες, όπως ζυμαρικά και ψωμί, ενώ αντιστέκονται σε φαγητά πλούσια σε πρωτεΐνες.
Με βάση τα στοιχεία αυτά, οι μελετητές θέλησαν να διαπιστώσουν εάν η χορήγηση ενός συμπληρώματος παγκρεατικών ενζύμων σε αυτά τα παιδιά, με στόχο την ενίσχυση της παραγωγής αμινοξέων από το πάγκρεας θα μπορούσε να ενισχύσει την εγκεφαλική τους λειτουργία, περιορίζοντας τις προβληματικές συμπεριφορές, που οφείλονται σε ανεπάρκεια νευροδιαβιβαστών. «Τα παιδιά με αυτισμό παρουσιάζουν συχνά δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές, όπως ευερεθιστότητα. Θέλαμε να δούμε εάν αυτές οι συμπεριφορές μπορούν να αντιμετωπιστούν με μια παρέμβαση χαμηλού κινδύνου παρενεργειών», δήλωσε η Deborah Pearson, επικεφαλής της μελέτης και καθηγήτρια ψυχιατρικής και συμπεριφορικών επιστημών στην Ιατρική Σχολή McGovern στο UTHealth Houston.
Στη μελέτη πήραν μέρος 190 παιδιά με αυτισμό, ηλικίας 3-6 ετών. Στην πρώτη φάση της δοκιμής, που διήρκεσε 3 μήνες, 92 από τα παιδιά έλαβαν ένα ειδικό συμπλήρωμα αντικατάστασης παγκρεατικού ενζύμου, που προστέθηκε στα γεύματά τους 3 φορές την ημέρα, ενώ τα άλλα 98 έλαβαν ένα «εικονικό» συμπλήρωμα. Τόσο οι ερευνητές, όσο και οι γονείς των παιδιών δεν γνώριζαν ποιο παιδί έπαιρνε το συμπλήρωμα ή ένα εικονικό φάρμακο. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, οι γονείς των παιδιών που έλαβαν το συμπλήρωμα ανέφεραν «σημαντικές μειώσεις σε συμπτώματα, όπως ευερεθιστότητα, υπερκινητικότητα/μη συμμόρφωση και ακατάλληλη ομιλία», κάτι που δεν ίσχυσε στα παιδιά που πήραν το εικονικό φάρμακο, αναφέρουν οι ερευνητές.
Πηγή: Ygeiamou.gr