Το να αφήσει ένας γονιός το παιδί του να κλαίει χωρίς να παρέμβει για να το καθησυχάσει δεν θα επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη της συμπεριφοράς του ή την προσκόλληση προς τους γονείς, σύμφωνα με ερευνητές από το Πανεπιστήμιο τους Warwick, οι οποίοι στη σχετική δημοσίευση που έκαναν στο Journal of Child Psychology and Psychiatry διαπιστώνουν επίσης ότι τα μωρά που αφήνονται να κλάψουν τελικά κλαίνε λιγότερο και για μικρότερο χρονικό διάστημα στους 18 μήνες ζωής τους.
Στην εργασία τους αυτή οι επιστήμονες αντιμετωπίζουν ένα θέμα που συζητούν εδώ και δεκαετίες οι γονείς, με τα επιστημονικά στοιχεία να είναι μέχρι στιγμής λίγα. Τελικά, θα πρέπει να παρεμβαίνουμε άμεσα όταν το παιδί αρχίζει να κλαίει;
Για να απαντήσουν στο ερώτημα αυτό, οι ερευνητές ακολούθησαν 178 βρέφη και τις μητέρες τους για 18 μήνες και αξιολόγησαν κατ’επανάληψη το αν οι γονείς παρενέβαιναν αμέσως όταν το παιδί έκλαιγε ή κάποιες φορές/συχνά το άφηναν να κλάψει. Διαπίστωσαν, λοιπόν, ότι οποιαδήποτε από τις δύο συνθήκες κι αν επικρατούσε, η ανάπτυξη του μωρού στους 18 μήνες δεν φαινόταν να επηρεάζεται.
Στην πραγματικότητα, βρήκαν ότι το να αφήνει ένας γονέας το μωρό να κλάψει κάποιες φορές στην αρχή και συχνά στους τρεις μήνες ζωή του σχετιζόταν με μικρότερη διάρκεια κλάματος στην ηλικία των 18 μηνών.
Η μελέτη δείχνει ότι τα 2/3 των μητέρων αντιδρούν ενστικτωδώς και μαθαίνουν από το βρέφος το πώς να αποκρίνονται, πράγμα που σημαίνει ότι κατά τη γέννηση παρεμβαίνουν αμέσως, αλλά καθώς μεγαλώνει το παιδί, η μητέρα περιμένει λίγο για να δει αν το μωρό μπορεί να ηρεμήσει, διδάσκοντάς του έτσι να ρυθμίζει τη συμπεριφορά του μόνο του.
Αυτό το «διαφορετικό είδος απόκρισης» επιτρέπει σε ένα μωρό να μαθαίνει να συμπεριφέρεται ανάλογα τόσο κατά τη διάρκεια της ημέρας όσο και της νύχτας.
Συμπερασματικά, οι ερευνητές βρήκαν ότι είτε οι σύγχρονοι γονείς ανταποκρίνονται αμέσως στο κλάμα του μωρού είτε μερικές φορές το αφήνουν να κλαίει δεν επηρεάζουν καθόλου τη βραχυπρόθεσμη ή τη μακροπρόθεσμη σχέση του με τη μητέρα ή τη συμπεριφορά του παιδιού.
«Πρέπει να δείξουμε περισσότερη εμπιστοσύνη σε γονείς και μωρά. Οι περισσότεροι γονείς προσαρμόζονται ενστικτωδώς με το πέρασμα του χρόνου και συντονίζονται με τις ανάγκες του μωρού τους, περιμένουν λίγο πριν παρέμβουν όταν αυτό κλαίει και του δίνουν την ευκαιρία να μάθει να ρυθμίζει μόνο του συμπεριφορά του. Έτσι, η πλειοψηφία των μωρών αναπτύσσεται σωστά παρά την άμεση ή μη παρέμβαση των γονέων τους στο κλάμα», σχολιάζει ο επικεφαλής της μελέτης και καθηγητής, Dieter Wolke.