Σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των νοσοκομείων, αλλά κυρίως στην εξυπηρέτηση των πολιτών δρομολογεί η εφαρμογή της ενιαίας ψηφιακής λίστας χειρουργείων στο ΕΣΥ από τον Φεβρουάριο. Σε συνδυασμό με τα απογευματινά χειρουργεία, που επίσης ξεκινούν το αμέσως επόμενο διάστημα, εκτιμάται ότι μπορεί να βελτιωθεί πολύ η πρόσβαση των ασθενών που πρέπει να χειρουργηθούν στα δημόσια νοσοκομεία.
Οι περίπου 90.000 εγγεγραμμένοι, αριθμός που προέκυψε τελικά από τη δίμηνη διαδικασία εκκαθάρισης των επιμέρους καταλόγων που τηρούσε κάθε νοσοκομείο, θα προτεραιοποιηθούν στην ενιαία λίστα και θα ξεκινήσει ο προγραμματισμός των χειρουργικών τους επεμβάσεων.
Παράλληλα, και υπό την ομπρέλα της τήρησης πλέον μιας ενιαίας λίστας χειρουργείων, ανοίγουν και τα απογευματινά χειρουργεία των δημόσιων νοσοκομείων, με το υπουργείο Υγείας να ρυθμίζει τις τελευταίες λεπτομέρειες σχετικά με την καινοτόμο αυτή υπηρεσία του ΕΣΥ που… μετρά 23 χρόνια στα χαρτιά – υπενθυμίζεται ότι νομοθετικά αποτυπώθηκε το 2001 και επικαιροποιήθηκε από την προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου το 2022, χωρίς όμως να εφαρμοστεί.
Η αμοιβή γιατρού
Οι επεμβάσεις που θα διενεργούνται και ο καθορισμός της επιπλέον αμοιβής που θα λαμβάνουν οι εργαζόμενοι του ΕΣΥ που θα συμμετέχουν στα απογευματινά χειρουργεία αποτελούσαν τα πιο ακανθώδη ζητήματα, που όμως αντιμετωπίστηκαν.
Κατά πληροφορίες, η αμοιβή του γιατρού θα κυμαίνεται από 500 έως 1.000 ευρώ, ωστόσο, όπως και στην αμοιβή των απογευματινών επισκέψεων, θα επιμερίζεται το ποσό και στο νοσοκομείο.
«Είμαι απολύτως πεπεισμένος πως μετά την εφαρμογή των απογευματινών χειρουργείων, και μέσα σε λίγους μήνες, η ενιαία λίστα θα έχει μειωθεί σημαντικά. Οσοι μπορούν να καταβάλουν τις αμοιβές για τα απογευματινά χειρουργεία θα το κάνουν, οπότε θα αποσυμφορηθεί η ενιαία λίστα αναμονής. Αλλά κι εκείνοι που δεν μπορούν να πληρώσουν θα ωφεληθούν γιατί θα μπορούν να χειρουργηθούν πιο σύντομα στα πρωινά χειρουργεία. Εκτιμώ ότι όλοι όσοι εμπιστεύονται τους γιατρούς του ΕΣΥ θα είναι κερδισμένοι τελικά», λέει στο «ΘΕΜΑ» ο υπουργός Υγείας Αδωνις Γεωργιάδης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου, στις λίστες των νοσοκομείων του ΕΣΥ κυριαρχούν οι ορθοπεδικές επεμβάσεις, όπως η αρθροπλαστική γόνατος ή ισχίου, καθώς και γενικές χειρουργικές επεμβάσεις, όπως η αφαίρεση χολής.
Οπως είναι αναμενόμενο, μεγάλα και γνωστά νοσοκομεία βρίσκονται ψηλά στην προτίμηση των ασθενών, δημιουργώντας ευλόγως μεγαλύτερες λίστες αναμονής σε σχέση με άλλα νοσοκομεία.
Διπλοεγγεγραμμένοι
Η εκκαθάριση που έγινε το τελευταίο δίμηνο από τα αρμόδια Γραφεία Λίστας των νοσοκομείων αποκάλυψε ότι πολλοί εγγεγραμμένοι βρίσκονταν σε περισσότερες από μία λίστες, καθώς και ότι ενώ είχαν πραγματοποιήσει την επέμβαση σε άλλη νοσηλευτική μονάδα, δεν είχαν σβηστεί από τη λίστα. Η ολοκλήρωση της εκκαθάρισης οδήγησε εκτός λίστας περίπου 40.000 εγγεγραμμένους, παραμένοντας ωστόσο σε πολύ υψηλό επίπεδο σε ό,τι αφορά τους ασθενείς και την αναμονή για επέμβαση.
Μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου η ενιαία ψηφιακή λίστα θα αναρτηθεί στο site του υπουργείου Υγείας, έχοντας την επιστημονική σφραγίδα της ΗΔΙΚΑ, και θα διασυνδεθεί με όλα τα νοσοκομεία, από τους γιατρούς των οποίων και θα τροφοδοτείται πλέον με εγγραφή νέων περιστατικών. Για τις νέες εγγραφές θα συμπληρώνεται πρότυπο ηλεκτρονικό έντυπο με στοιχεία όπως, μεταξύ άλλων, ΑΜΚΑ ασθενούς, νοσοκομείο / κλινική / γιατρός, κατηγορία χειρουργικής επέμβασης, ημερομηνία προγραμματισμένης επέμβασης. Η πρόσβαση του ασθενή στη λίστα θα γίνεται με κωδικούς Τaxisnet, ενώ η ενημέρωση για τη χειρουργική επέμβαση θα γίνεται από την ΗΔΙΚΑ με mail ή μέσω της εφαρμογής MyHealthApp.
Η αναμονή για χειρουργείο, ανάλογα με την κρισιμότητα του περιστατικού, θα διαρκεί από 2 εβδομάδες έως και πάνω από 6 μήνες. Ενα περιστατικό θα χαρακτηρίζεται επείγον έπειτα από εκτίμηση του χειρουργού είτε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ), είτε στην κλινική από τον χειρουργό που εφημερεύει. Μάλιστα προβλέπεται και το δικαίωμα να υποβληθεί καταγγελία στο Γραφείο Προστασίας Δικαιωμάτων Ληπτών Υπηρεσιών Υγείας του νοσοκομείου σε περίπτωση που ασθενής θεωρήσει ότι παραβιάζεται η σειρά προτεραιότητας.
Τα απογευματινά
Το άνοιγμα των χειρουργικών αιθουσών και το απόγευμα για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που επιθυμούν να εργαστούν επιπλέον ώρες, αλλά και να αμειφθούν έξτρα γι’ αυτό, έχει συζητηθεί επί μακρόν. Η τωρινή όπως και η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου υπερασπίζεται την απογευματινή λειτουργία των χειρουργείων με ιδιωτικές πληρωμές των γιατρών, προτάσσοντάς τη ως μία μεταρρύθμιση που ενισχύει τον ρόλο του συστήματος δημόσιας υγείας και αποτυπώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτό, ενώ παράλληλα τονώνει οικονομικά τους εργαζόμενους του ΕΣΥ που συμμετέχουν.
Μερίδα εργαζομένων, ωστόσο, αντιδρά έντονα υποστηρίζοντας ότι δεν επαρκούν ούτε οι αίθουσες χειρουργείων ούτε οι εργαζόμενοι και αναφέρουν ότι το 70% των αιθουσών είναι κλειστό στην Αττική λόγω έλλειψης προσωπικού. Από το υπουργείο Υγείας, πάλι, επιμένουν πως το ενδιαφέρον γιατρών, κλινικών και νοσοκομείων να ενταχθούν στα απογευματινά χειρουργεία είναι ζωηρό και δεν αντικατοπτρίζει όσους διατυπώνουν αυτές τις ενστάσεις.
Το ίδιο ενδιαφέρον εισπράττουν, όπως λένε, και από τους πολίτες που θέλουν να χειρουργηθούν στο ΕΣΥ, σε νοσοκομεία που εμπιστεύονται, και με διαφορετικό, πολύ πιο ανταγωνιστικό «τιμοκατάλογο» από αυτόν των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων στις αμοιβές (χειρουργών και αναισθησιολόγων). Σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει και από τον πολύ προσεκτικό σχεδιασμό του υπουργείου, τα προβλήματα και οι αντικειμενικές δυσκολίες δεν παραβλέπονται. Ετσι, στα απογευματινά χειρουργεία θα μπαίνουν σε πρώτη φάση τα χειρουργικά περιστατικά γενικής φύσεως, π.χ. χολολιθίαση, βουβονοκήλη, σκωληκοειδίτιδα κ.ά. που δεν θα χρειάζονται πολυήμερη νοσηλεία, ούτε φυσικά ΜΕΘ μετά την επέμβαση.
Η ψηφιακή λειτουργία της λίστας χειρουργείων ουσιαστικά θα δίνει μια πλήρη εικόνα που σήμερα δεν υπάρχει. Η κατηγοριοποίηση των χειρουργικών περιστατικών, η συχνότητα της διενέργειας των «επειγόντων» ή «πολύ σοβαρών» και η συμμετοχή των χειρουργών θα είναι διαθέσιμα στο ψηφιακό περιβάλλον της ενιαίας λίστας και η ανάλυσή της θα επιτρέπει στο υπουργείο και τους διοικητές να εντοπίζουν τυχόν εμπλοκές – και μάλιστα ανά κλινική νοσοκομείου.