Νέα μελέτη υποδεικνύει ότι η πανδημία της COVID-19 οδήγησε σε έκρηξη του αριθμού όσων αναζητούν θεραπεία για τις διατροφικές διαταραχές. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Pennsylvania, συγκεκριμένα, βρήκαν ότι το ποσοστό των ανθρώπων που νοσηλεύθηκαν για το πρόβλημα αυτό πέρσι διπλασιάστηκε.
Πριν την πανδημία περίπου 0,3 στους 100.000 Αμερικανούς χρειάζονταν θεραπεία για διατροφικές διαταραχές, με τον αριθμό αυτό να φτάνει στο 0,6 λίγους μήνες μετά την έναρξη των lockdown σε όλο τον κόσμο.
Οι διατροφικές διαταραχές σημειώνουν αυξητική τάση με τη νευρική ανορεξία και τη βουλιμία να κυριαρχούν. Τα αποτελέσματα παρέχουν στοιχεία για μια ακόμη έμμεση επίπτωση της πανδημίας στην υγεία των ανθρώπων.
Η ερευνητική ομάδα, που δημοσίευσε τα ευρήματά της στο JAMA Network Open, συγκέντρωσε ιατρικά δεδομένα από όλο τον κόσμο για να βρει τα ποσοστά των ιατρικών επισκέψεων και νοσηλειών για διατροφικές διαταραχές.
Ο Ιανουάριος του 2020 ήταν ένας μήνας με απρόσμενα μεγάλο αριθμό νοσηλειών για διατροφικές διαταραχές, με τους ερευνητές να εντοπίζουν 0,4 περιστατικά για κάθε 100.000 πληθυσμό. Όταν ξεκίνησε η πανδημία, η τάση των αριθμών ήταν πτωτική, αλλά αυτό αντιστράφηκε γρήγορα.
Μέχρι τον Ιούνιο, το ποσοστό των νοσηλειών για διατροφικές διαταραχές είχε διπλασιαστεί από τα 0,3 στα 0,6 περιστατικά ανά 100.000 πληθυσμό. Τον Ιούλιο έφτασε στο 0,8 και από τότε μέχρι και τον Δεκέμβριο κινήθηκε πτωτικά φτάνοντας στα 0,5 περιστατικά, αύξηση που θεωρείται μεγάλη από το 0,3 προ πανδημίας.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι αυτή η έκρηξη στους νοσηλευομένους με διατροφικές διαταραχές συνιστά μια πολύ μεγαλύτερη αύξηση από αυτή που παρατηρήθηκε σε άλλες παρόμοιες καταστάσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Στην κορύφωσή του, το ποσοστό των νοσηλευόμενων για διατροφικές διαταραχές ασθενών ήταν σχεδόν 175% υψηλότερο από τα στοιχεία προ πανδημίας. Τα περιστατικά αλκοολισμού σημείωσαν αύξηση 50%, ενώ οι νοσηλείες για χρήση οπιοειδών, κατάθλιψη και άγχος παρέμειναν σταθερές.
Οι ερευνητές εντοπίζουν πολλούς λόγους για αυτή την αύξηση, αναφέροντας ως πρώτο το στρες και τη δυσφορία από την καθημερινότητα λόγω COVID-19 που ενδεχομένως να έχει ωθήσει αρκετούς προς αυτές τις ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες.
Επίσης, είναι πιθανό να έτρωγαν παραπάνω ή λιγότερο ή να γυμνάζονταν υπερβολικά λόγω της συσσώρευσης τροφίμων που παρατηρήθηκε κατά την έναρξη της πανδημίας. Ένας άλλος ενδιαφέρων παράγοντας θα μπορούσε, τέλος, να είναι η επιστροφή πολλών νέων στο πατρικό τους σπίτι, αφού οι εκπαιδευτικές δομές είχαν κλείσει.
Πηγή: ygeiamou.gr