Η Λίμνη Κερκίνη, καθώς και η ευρύτερη περιοχή των Σερρών, γοητεύουν τον ταξιδιώτη σε κάθε εποχή.
Όμορφη και γαλήνια
Έως το 1932, η Λίμνη Κερκίνη δεν υπήρχε. Δημιουργήθηκε από την κατασκευή του φράγματος του Στρυμόνα. H ανθρώπινη παρέμβαση δημιούργησε ένα ιδιαίτερο οικοσύστημα καθώς η περιοχή της Κερκίνης εντάσσεται στους 10 Υγρότοπους Διεθvoύς Σημασίας της Ελλάδας (γvωστoί και ως Υγρότoπoι Ramsar) και περιλαμβάνεται στις 196 Σημαvτικές Περιoχές για τα πoυλιά της Ελλάδας ως Περιοχή Ειδικής Πρoστασίας.
Το χωριό Κερκίνη, με το λιμανάκι του και το Κέντρο Πληροφόρησης για τη ζωή στη λίμνη είναι το πιο τουριστικά αναπτυγμένο. Από εδώ, ξεκινούν ξεναγήσεις της λίμνης με βάρκες -τις πλάβες όπως λέγονται- οι οποίες μπορούν να πλεύσουν σε πολύ ρηχά νερά. Αυτό συμβαίνει στην Κερκίνη μετά από περιόδους ξηρασίας. Το χωριό ξεχωρίζει για το καλό φαγητό όπως και τα όμορφα κεραμοσκέπαστα σπίτια.
Το γαστρονομικό σήμα κατατεθέν της περιοχής είναι το κρέας βουβαλιού από τα ζώα που εκτρέφονται δίπλα στη λίμνη. Από τους 4.000 περίπου νεροβούβαλους που εκτρέφονται στην Ελλάδα, η πλειοψηφία είναι εδώ. Όμως, η Κερκίνη είναι και δημοφιλής προορισμός για όσους αγαπούν την άγρια πανίδα. Κάθε φθινόπωρο και άνοιξη, χιλιάδες άνθρωποι από όλη την Ευρώπη συρρέουν εδώ για birdwatching και να θαυμάσουν από κοντά τα φλαμίνγκο, τους πελαργούς, τους αργυροπελεκάνους, τους ερωδιούς και τα άλλα πουλιά που βρίσκουν καταφύγιο στη λίμνη πριν συνεχίσουν το ταξίδι της μετανάστευσης.
Μία διαδρομή που αγαπήσαμε ιδιαίτερα και σας προτείνουμε να κάνετε και εσείς είναι αυτή που αρχίζει από τις όχθες της λίμνης και καταλήγει κοντά στα σύνορα Ελλάδας και Βουλγαρίας. Διασχίζει ένα σημαντικό κομμάτι τoυ γύρου της λίμνης και τον κάμπο των Σερρών. Το σημαντικό σε αυτή τη διαδρομή είναι ότι παρουσιάζει μεγάλη εναλλαγή τοπίων χωρίς να είναι δύσκολη στην οδήγηση, όπως συμβαίνει συχνά σε διαδρομές με ποικιλία.
Ένα εύκολο road trip
Αφετηρία μας, ήταν το χωριό Λιθότοπος που μπορεί να θεωρηθεί και ο τόπος που γέννησε τη λίμνη, καθώς εδώ κοντά βρίσκεται το φράγμα του Στρυμόνα.
Φωτογραφίζουμε το φράγμα όπως και τα πουλιά που βρίσκουν καταφύγιο στη λίμνη. Όποια εποχή του χρόνου και να βρεθεί κανείς εδώ θα δει πολλά και άγρια πουλιά, ανάμεσα τους ερωδιοί και υπέροχοι αλλά σπάνιοι αργυροπελεκάνοι. Από το φράγμα ακολουθούμε τον δρόμο στα αριστερά. Στον ουρανό, υπάρχουν αραιά αλλά ευδιάκριτα σύννεφα, τα οποία καθρεπτίζονται στα νερά της λίμνης. Κατόπιν συμβουλής τον ντόπιων, ακολουθούμε χαμηλές ταχύτητες καθώς τα ζώα που ζουν τριγύρω από τη λίμνη συχνά περνούν τον δρόμο για να πιουν νερό. Πράγματι, όσο κινούμαστε στον παραλίμνιο δρόμο πέρασαν από μπροστά μας αλεπούδες, ένα κουνέλι, ακόμη και ένα άλογο.
Το λιμανάκι στο χωριό Κερκίνη ξεχωρίζει για τη γραφικότητα και τη γαλήνια εικόνα του. Συνεχίζουμε για κάποια χιλιόμετρα μέχρι να φθάσουμε στο Μανδράκι, ένα μικρότερο λιμανάκι με τις όχθες του καλυμμένες με νούφαρα. Εδώ, το τοπίο είναι εξίσου όμορφο, αλλά αποπνέει μια μελαγχολία, νιώθουμε ότι συμμετέχουμε σε ένα παραμύθι του Όσκαρ Ουάιλντ.
Μπροστά μας, απλώνεται μία έκταση στην οποία το 2001, στήθηκε το μεγαλύτερο κινηματογραφικό ντεκόρ που έχει στηθεί έως σήμερα στην Ελλάδα και ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη. Σχεδιάστηκε από τον αείμνηστο σκηνογράφο Γιώργο Πάτσα και κατασκευάστηκε με κάθε λεπτομέρεια Φτιάχτηκαν συνολικά 92 σπίτια, η εκκλησία, το κοινοτικό κατάστημα και το διώροφο καφενείο του «χωριού», χωρίς θεμέλια αλλά μεταφερόμενα. Όλα αυτά συνέβησαν για τις ανάγκες των γυρισμάτων της ταινίας του σπουδαίου Θεόδωρου Αγγελόπουλου «Το λιβάδι που δακρύζει». Το «Αγγελοχώρι», όπως το λένε οι ντόπιοι, δεν υπάρχει πια, αλλά ακόμα και τώρα οι επαγγελματίες της περιοχής μιλούν για το πόσο σημαντικά συνέβαλε στην προβολή της σε μια περίοδο που ο τουρισμός έκανε εκεί τα πρώτα του βήματα. Στη Βυρώνεια στρίβουμε δεξιά και συνεχίζουμε έως τη γέφυρα. Κοντά στο ποτάμι βόσκουν βουβάλια, είναι εξοικειωμένα με την ανθρώπινη παρουσία, αλλά παρόλα αυτά επιλέγουμε να μην πλησιάσουμε πολύ κοντά τους. Το επόμενο χωριό μετά τη Βυρώνεια είναι το Νέο Πετρίτσι, χτισμένο στους πρόποδες του Μπέλες. Το ρέμα Σουλτανίτσας, που πηγάζει από το βουνό, διασχίζει την κοιλάδα της Λόντζας στη βόρεια πλευρά του οικισμού, δημιουργώντας εντυπωσιακούς καταρράκτες. Η κοιλάδα είναι όμορφα διαμορφωμένη με γεφυράκια και μικρά μονοπάτια για περπάτημα.
Περνώντας πάνω από τον ποταμό Στρυμόνα, μπαίνουμε στον οδικό άξονα Σερρών-Προμαχώνα και λίγο πριν τα σύνορα στρίβουμε προς Άγκιστρο. Η χρήση των ιαματικών πηγών του χωριού χρονολογείται από τη Βυζαντινή Περίοδο. Από το κρύο στον εξωτερικό χώρο βρισκόμαστε στους 38-40°C, αυτή είναι η θερμοκρασία του νερού που αναβλύζει από τη γη και έρχεται στο λουτρό. Ήταν η τελευταία και ιδιαίτερη εμπειρία σε ένα γεμάτο διήμερο στη σκιά του όρους Μπέλες.
Πηγή: travel.gr