Θα τον ζήλευαν ακόμη και οι Θεοί του Ολύμπου. Καθισμένος στο μικρό ξύλινο καρεκλάκι του, «βυθίζεται» στις σκέψεις του,
απολαμβάνοντας πολύτιμες στιγμές γαλήνης, αλλά και απόλυτης ικανοποίησης, «στιγμές που μόνο το ψάρεμα μπορεί να του χαρίσει», όπως ομολογεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο λόγος για τον πιο γνωστό ψαρά του ποταμού Στρυμόνα, που σήμερα παρά τα 85 του χρόνια, συνεχίζει απτόητος να παίρνει το καλάμι του και να βρίσκεται εκεί, παρόχθια του… θεού ποταμού της αρχαίας Βισαλτίας που η ιστορία του παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο.
Αν τον ρωτήσεις από πότε ψαρεύει, θα γυρίσει πίσω το χρόνο… σχεδόν 80 χρόνια. Θα θυμηθεί τα παιδικά του χρόνια, όταν έπρεπε να διανύσει μαζί, με τους φίλους του, τουλάχιστον δέκα χιλιόμετρα για να φτάσει στο σημείο εκείνο, στο «Λάκκο», όπως τον έλεγαν, εκεί που ο Στρυμόνας ήταν ρηχός για να ψαρέψουν με τα χέρια, όσα ψάρια άντεχαν να βγάλουν από τις πέτρες και τα ριζώματα.
«Τότε η πρόσβαση από το χωριό στο Στρυμόνα ήταν δύσκολη, αλλά για μας ήταν μεγάλη ευχαρίστηση. «Κρεμόμασταν» από τα κάρα ή το παίρναμε με τα πόδια για να φτάσουμε στον Λάκκο. Πετάγαμε τα παπούτσια μας και μπαίναμε ξυπόλυτοι στο κρύο νερό. «Ξετρυπώναμε» τα ψάρια κάτω από τις πέτρες και τα πιάναμε με τα χέρια. Δε γυρνούσαμε ποτέ πίσω με άδειο το καλάθι. Θυμάμαι πιάναμε και πολλές καραβίδες, ποταμίσιες καραβίδες. Βάζαμε τα χέρια μας κάτω από την πέτρα, δάγκωνε η καραβίδα και τη βγάζαμε. Όταν μεγαλώσαμε πηγαίναμε και με τα ποδήλατα, μετά τα πράγματα ήταν πιο εύκολα …», θα θυμηθεί «σκαλίζοντας» το μυαλό του, ο κυρ Τάσος ο ψαράς, ή ο Πρόεδρος, όπως τον αποκαλούν στην περιοχή, καθώς ο κύριος Τάσος Αποστολίδης διετέλεσε για πολλά συναπτά έτη πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας, του Αγίου Δημητρίου, χωριού της Δημοτικής Ενότητας Τραγίλου, του δήμου Βισαλτίας Σερρών.
«Ξέρει τον ποταμό “σπιθαμή προς σπιθαμή”», θα πουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι φίλοι του, καθώς ο κύριος Τάσος, θεωρείτε ένας από τους καλύτερους ψαράδες του τόπου, όχι μόνο της πολύχρονης πείρας του και της τεχνικής του ψαρέματος του, αλλά κυρίως των γνώσεων του για την περιοχή και τα ποταμίσια ψάρια, αλλά και της υπομονής και επιμονής που τον διακατέχει. Η εικόνα του «Προέδρου» σε κάποια από τις όχθες του ποταμού είναι η πιο γνώριμη εικόνα για τους κατοίκους των παρόχθιων οικισμών αλλά και για όλους τους φυσιολάτρες της περιοχής. Η φιγούρα του να κουβαλά στον ώμο του τα καλάμια ή να κάθεται αμέριμνος στην όχθη έχει πλέον ταυτιστεί με την εικόνα του ποταμού.
Ο Στρυμόνας, που πηγάζει από το όρος Βίτοσα της(Витоша),της Βουλγαρίας, εισέρχεται στην Ελλάδα δυτικά του χωριού Προμαχώνα ανάμεσα στις οροσειρές του Μπέλες και του Όρβηλου (Αγγίστρου), διασχίζει το νομό Σερρών και «σχίζοντας» τα Κερδύλλια όρη και το Παγγαίο χύνεται στο Στρυμονικό Κόλπο.
Η ορμή του «ξεθυμαίνει» ανατολικά του χωριού Ν.Κερδύλλια σχηματίζοντας ένα μικρό δέλτα. Εκεί προσελκύει και τους περισσότερους ερασιτέχνες ψαράδες του νομού Σερρών.
Στο ύψος του ποταμού, μεταξύ των χωριών Αχινού και Πεθελινού, άλλοτε παράκτια και άλλοτε σε κανάλια, πηγαίνει για ψάρεμα, την άνοιξη και κυρίως το καλοκαίρι και ο κύριος Τάσος.
«Οι όχθες του φτάνουν περίπου στα δύο μέτρα βάθος, άλλα σε κάποια σημεία τα νερά κατεβαίνουν. Βέβαια προχωρώντας προς την κοίτη το βάθος μεγαλώνει. Το υπολογίζουμε κυρίως με την πετονιά. Η στάθμη τόσα χρόνια είναι σταθερή, αλλά εξαρτάται και από την εποχή, καθώς το χειμώνα τα νερά βαθαίνουν. Την άνοιξη και το καλοκαίρι ξεκινούν τα ποτίσματα και η στάθμη πέφτει αισθητά», αναφέρει ο κ. Τάσος.
Όσο για τα ψάρια, αυτά όπως λέει είναι άφθονα όλα αυτά τα χρόνια, αν και από το 2000 και μετά εμφανίζεται στην περιοχή και το φαινόμενο της θαλασσινής ψαριάς μέσα στον ποταμό.
«Ο Στρυμόνας είχε και έχει ακόμη πολλά ψάρια, κυρίως γριβάδια, πεταλούδες, κοκκινόφτερα, γουλιανούς, τούρνες, ασπρόψαρα και χέλια. Από το 2000 και μετά εμφανίστηκαν και τα βασιλικά μπλε καβούρια που ανεβαίνουν από τη θάλασσα μέσα στις εκβολές του ποταμού. Μαζί με αυτά πολλές φορές ψαρεύουμε και κεφαλόπουλα και λαβράκια», θα πει ο κ. Τάσος που γι’ αυτόν κάθε ψάρεμα είναι ξεχωριστό.
«Για μένα κάθε ψάρεμα είναι και μια ιστορία. Κάθε καλάμι και μια ανάμνηση. Το καλάμι ξεκίνησα να το χρησιμοποιώ το 1967, μέχρι τότε ψαρεύαμε όπως – όπως, ή δανειζόμασταν με δυο τρεις φίλους μου βάρκες και ψαρεύαμε με τσαπαρί, μία πετονιά με δέκα αγκίστρια σε διαφορετικό μήκος. Το ρίχναμε χωρίς δόλωμα, κάναμε κύκλους με τη βάρκα στον ποταμό και τα ψάρια σκαλώνανε στα αγκίστρια».
Όσο για την «ψαριά» που δε θα ξεχάσει ποτέ, ήταν εκείνη τη μέρα που κατάφερε να ψαρέψει μία μεγάλη τούρνα τριών κιλών.
«Ήταν τόσο βαριά που το καλάμι δεν την άντεχε. Την έφερα κοντά στις όχθες και άρχισα να την τραβάω από την πετονιά με το χέρι. Ήταν απίστευτο» λέει ο κ. Τάσος και συγκινείται σα μικρό παιδί.
Όσο για τα νερά του ποταμού, αυτά δεν τον φόβισαν ποτέ. Όπως εξομολογείται έπεσε και καναδυό φορές στο ποτάμι, αλλά αυτό δεν τον πτόησε.
Ούτε όμως και η μοναξιά του ψαρέματος τον πτοεί, ενώ πολύ σπάνια πηγαίνει με άλλους φίλους του για ψάρεμα, αλλά ακόμη και αν συμβεί αυτό θα υπάρχουν αρκετά μέτρα απόστασης μεταξύ τους.
«Όταν ψαρεύω αδειάζει το μυαλό μου. Και να είναι δίπλα μου κάποιοι φίλοι, μιλάμε σιωπηλά, όμως η χαρά της ψαριάς είναι κοινή για όλους, ο ενθουσιασμός είναι κοινός…η περηφάνια βέβαια ανήκει σε αυτόν με την καλύτερη ψαριά», θα πει και θα χαμογελάσει.
Με δόλωμα τα σκουλίκια που τα βγάζει από τις όχθες του Στρυμόνα, ο κύριος Τάσος ήταν αμέτρητες οι φορές που πήγε σπίτι του τόσα ψάρια, που η συγχωρεμένη η γυναίκα του «είχε βαρεθεί» πια να τα μαγειρεύει. Βέβαια καλός μάγειρας είναι και ο ίδιος, ενώ αισθάνεται περήφανος όταν η ψαρόσουπα που κάνει με γουλιανό, γίνεται ανάρπαστη και ξετρελαίνει τις κόρες του και τα εγγόνια του. Όσο για το χέλι αυτό το προτιμά να το ψήνει στα κάρβουνα, καθώς όπως επισημαίνει «είναι ένα πολύ λιπαρό ψάρι και έτσι τρώγεται πιο ευχάριστα». Τα τελευταία χρόνια, αυτό που του αρέσει, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, είναι να ψαρεύει τα βασιλικά μπλε καβούρια. Όπως εξηγεί «εμφανίστηκαν στον ποταμό από το 2000 και μετά. Το ψάρεμα των καβουριών απαιτεί ειδικό δόλωμα, καθώς γίνεται κυρίως με ωμές φτερούγες από κοτόπουλο, ενώ μόλις φτάσουν στις ακτές του ποταμού τα τραβάει με την απόχη. Πολλές φορές τον βοηθά και κόρη του, η Κατερίνα, που «τρελαίνεται» όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ γι’ αυτόν τον υπέροχο μεζέ στα κάρβουνα.
Πολύ σπάνια ο κύριος Τάσος θα ψαρέψει και στη θάλασσα, κυρίως για να μη χαλάσει το χατήρι σε κάποιους φίλους του, που θα πάνε με βάρκα ανοιχτά των Κερδυλλίων.
Πιστός στον ποταμό Στρυμόνα, στα δεκάδες καλάμια του και στα φρέσκα ψάρια του γλυκού νερού, συνεχίζει το ψάρεμα, όχι από χόμπι, αλλά από ανάγκη για ζωή, καθώς όπως λέει «γι αυτόν το ψάρεμα δεν είναι απλά αναψυχή, είναι μεράκι, είναι αγάπη και ισορροπία, είναι «καταφύγιο» στην ίδια τη ζωή.