Φαλάφελ, χούμους, λαχματσούν, σαουάρμα, κεμπέ. Λέξεις που μέχρι πριν από λίγα χρόνια μας φαίνονταν εντελώς άγνωστες έως εξωτικές, πλέον έχουν γίνει οικείες στους περισσότερους από εμάς χάρις στους μετανάστες και πρόσφυγες που ζουν στη Θεσσαλονίκη.
Αλήθεια πόσοι από εμάς, δεν έχουν δοκιμάσει έστω και μία μερίδα χούμους ή μία αραβική πίτα με φαλάφελ ή ένα κομμάτι λαχματσούν;
Οι άνθρωποι αυτοί που ζουν πλέον στη πόλη μας, έκαναν τις δικές τους επιχειρήσεις εστίασης με βάση την αυθεντική ανατολίτικη κουζίνα κι ανάμεσα στους πελάτες τους υπάρχουν ολοένα και περισσότεροι Θεσσαλονικείς.
«Στο μαγαζί μου έρχονται συνεχώς Έλληνες. Είναι κυρίως νέα παιδιά, φοιτητές, που ζουν στο κέντρο της πόλης κι έχουν γίνει πελάτες μου», μας λέει ο Αμπντούλ Καντίρ από τη Συρία πριν από τέσσερις μήνες άνοιξε το νέο του εστιατόριο στην οδό Βενιζέλου.
Πριν από έξι χρόνια ο 55χρονος μαζί με την γυναίκα και τα δύο του παιδιά, άφησε πίσω του την πατρίδα του, για να γλιτώσει από τη φρίκη του πολέμου. Επιλέγοντας να μείνει στη Θεσσαλονίκη, αποφάσισε πριν από δύο χρόνια να ανοίξει ένα μικρό εστιατόριο για τους ομοεθνείς του, στην οδό Βαλαωρίτου. Πριν από τέσσερις μήνες πήγε σε μεγαλύτερο χώρο και πιο κεντρικά, στην οδό Βενιζέλου.
«Πολλοί από τους Έλληνες πελάτες μου, στην αρχή έρχονταν για τη δοκιμή και την εμπειρία. Με τον καιρό αρκετοί από αυτούς άρχισαν να έρχονται όλο και πιο συχνά και κάποιοι πλέον έχουν γίνει σχεδόν μόνιμοι πελάτες», αναφέρει ο Αμπντούλ Καντίρ, που ετοιμάζει, μαγειρεύει και σερβίρει ο ίδιος τους πελάτες του. Πριν έρθει στην Ελλάδα, εργαζόταν ως μάγειρας.
«Φαλάφελ, κεμπάπ και λαχματσούν είναι τα πιο αγαπημένα πιάτα των Ελλήνων πελατών μου. Συνήθως έρχονται και τα παίρνουν σε πακέτο, εάν και υπάρχουν κάποιοι που τρώνε στο μαγαζί. Είμαι πολύ χαρούμενος που βλέπω Έλληνες να έρχονται ξανά και ξανά στο μαγαζί και να τους αρέσει η αραβική κουζίνα», λέει στην Karfitsa και προσθέτει ότι μαγειρεύει τις ίδιες συνταγές που μαγείρευε και στην πατρίδα του.
«Μια ξένη κουζίνα, είναι σαν να μεταβαίνεις λίγο και στην παράδοση μιας χώρας, στα ήθη και στα έθιμα. Μας αρέσουν οι ανατολίτικες γεύσεις. Συνήθως επιλέγουμε φαλάφελ και κεμπέ, δηλαδή κεφτεδάκια από μοσχαρίσιο και αρνίσιο κιμά», τονίζουν ο Γιώργος Δημητρίου και ο Νίκος Σαββίδης, που είναι φίλοι και τα τελευταία χρόνια, όταν θέλουν να φάνε κάτι γρήγορο, δηλαδή street food, συχνά επιλέγουν το εν λόγω εστιατόριο.
Η Ρετζίνι Ράνι ήθελε πάντα να ανοίξει το δικό της εστιατόριο με παραδοσιακά φαγητά της πατρίδα της στη Θεσσαλονίκη. Ήρθε στην Ελλάδα από την Ινδία, πριν από κάποια χρόνια κι αφού δημιούργησε τη οικογένεια της, αποφάσισε να πραγματοποιήσει το όνειρο της. Τον Φεβρουάριο του 2020, λίγο πριν εμφανιστεί ο κορονοϊός στην χώρα μας, η Ρετζίνι άνοιγε το εστιατόριο της. Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, δεν σταμάτησε.
«Οι πελάτες μου είναι κυρίως Έλληνες, νεαροί αλλά και οικογένειες. Προτιμούν τα παραδοσιακά φαγητά της Ινδίας και συχνά ρωτούν να μάθουν περισσότερα για τη χώρα, αλλά κυρίως για τη γαστρονομία της. Χαίρομαι που βλέπω να μπαίνει η ινδική κουζίνα στην κουλτούρα των Θεσσαλονικέων».
Πιπέρι, κάρδαμο, μοσχοκάρυδο, τζίντζερ, βανίλια, κουρκουμάς είναι λίγα μόνο από τα μπαχάρια που προμηθεύεται από την Ινδία η Ρετζίνι και φτιάχνει μερικά από τα παραδοσιακά γνήσια ινδικά πιάτα όπως κοτόπουλο μπιριάν, αλλά και παραδοσιακά γλυκά της πατρίδας της. «Οι Έλληνες ξεκίνησαν να έρχονται δειλά δειλά στο μαγαζί, κυρίως άτομα που μένουν κοντά στην Πλατεία Δημοκρατίας, όπου είναι το κατάστημα μου. Πλέον, έρχονται κάτοικοι κι από άλλες γειτονιές για να δοκιμάσουν ένα παραδοσιακό ινδικό φαγητό».
ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΣΑΤΣΟΥ
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ KARFITSA