Από έξι μήνες μέχρι και έναν χρόνο σε κάποιες περιπτώσεις ανάλογα με την κλινική, δύναται να φτάσει να φτάσει η αναμονή των ασθενών στα χειρουργεία του Θεαγένειου αντικαρκινικού νοσοκομείου Θεσσαλονίκης.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με όσα ανέφερε στο ethnos.gr ο πρόεδρος του συλλόγου εργαζομένων στο Θεαγένειο, κ. Βασίλης Μουρατίδης, πρόκειται για ένα πρόβλημα το οποίο εντάθηκε ακόμα περισσότερο μετά κλείσιμο της μίας από τις πέντε χειρουργικές αίθουσες που διαθέτει το νοσοκομείο πριν λίγο καιρό, εξαιτίας της μετακίνησης δύο νοσηλευτών και ενός αναισθησιολόγου στο γειτονικό Ιπποκράτειο. Παράλληλα επισήμανε ότι αυτά συμβαίνουν στο μοναδικό αντικαρκινικό νοσοκομείο της Βόρειας Ελλάδας, το οποίο εξυπηρετεί ασθενείς και από τη Θεσσαλία και την Ήπειρο: «Ήταν αναίτια η μετακίνηση των δύο νοσηλευτών και του αναισθησιολόγου στο ‘’Ιπποκράτειο’’, με αποτέλεσμα να κλείσει η πέμπτη χειρουργική αίθουσα. Μία αίθουσα μπορεί να καλύψει τουλάχιστον πενήντα περιστατικά ασθενών με καρκίνο το μήνα. Αφού μπορούμε να εξυπηρετήσουμε περισσότερους ασθενείς στο μοναδικό αντικαρκινικό νοσοκομείο της Βόρειας Ελλάδας, γιατί να μην το κάνουμε και να αυξάνεται η λίστα αναμονής, όσων πρέπει να χειρουργηθούν; Ακόμα και μία ημέρα νωρίτερα να μπει στο χειρουργείο ασθενής με καρκίνο, είναι πολύ σημαντικό για την υγεία του αλλά και για την ψυχολογία του. Σε κάποιες κλινικές, όπως στη Γυναικολογική, η λίστα αναμονής για χειρουργείο φτάνει τους έξι μήνες και στην Πλαστική μπορεί να φτάσει τον ένα χρόνο. Το αποτέλεσμα είναι, όσοι ασθενείς έχουν την οικονομική δυνατότητα, να στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα. Κάναμε κινητοποίηση, θέσαμε το ζήτημα στην ΥΠΕ αλλά ακόμα δεν πήραμε κάποια απάντηση.»
Κατά τον κ. Μουρατίδη, το κλείσιμο της μίας χειρουργικής αίθουσας και η περαιτέρω αύξηση της λίστας αναμονής των ασθενών, δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα του νοσοκομείου, αφού το «Θεαγένειο» είναι σε μεγάλο βαθμό υποστελεχωμένο. Τα κενά στις οργανικές θέσεις ξεπερνούν τα διακόσια, με πολλές από τις ελλείψεις να καταγράφονται στο ιατρικό προσωπικό, ακόμα και σε γιατρούς πολύ σημαντικών ειδικοτήτων. Τα κενά που δημιουργούνται από συνταξιοδοτήσεις ή οικειοθελείς αποχωρήσεις γιατρών, δεν καλύπτονται, με αποτέλεσμα συνεχώς να μειώνεται ο αριθμός του ιατρικού προσωπικού. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το Παθολογοανατομικό Τμήμα του νοσοκομείου, στο οποίο, κατά τον κ. Μουρατίδη, μέχρι πριν από περίπου ένα χρόνο απασχολούνταν οκτώ γιατροί. Σήμερα στο συγκεκριμένο τμήμα εργάζονται μόλις δύο γιατροί.
Ο ίδιος σημειώνει ότι αυτήν τη στιγμή από το «Θεαγένειο» λείπουν περισσότεροι από εκατό νοσηλευτές, με αποτέλεσμα να υπάρχει μόνο ένα άτομο στην απογευματινή και τη βραδινή βάρδια, το οποίο θα πρέπει να εξυπηρετεί περίπου τριάντα ασθενείς: «Το αφήγημα της κυβέρνησης είναι ότι κάνει χιλιάδες προσλήψεις στο χώρο της Υγείας. Όμως, η αλήθεια είναι διαφορετική. Το 2022 προκηρύχθηκαν για το νοσοκομείο μας 15 θέσεις νοσηλευτών, αν και κάθε χρόνο βγαίνουν στη σύνταξη περίπου 15 νοσηλευτές. Από αυτούς τους 15 που ανακοινώθηκε ότι θα προσληφθούν, οι δέκα υπηρετούσαν ήδη εδώ. Από τους υπόλοιπους ήρθαν μόνο δύο. Αυτό συμβαίνει, παρά το ότι το νοσοκομείο μας έχασε πολλούς νοσηλευτές στην πανδημία του κορονοϊού, αφού μετακινήθηκαν σε άλλα νοσοκομεία. Όταν υπάρχει στην απογευματινή και τη βραδινή βάρδια ένας νοσηλευτής για τριάντα ασθενείς, μπορεί να προσφέρει αυτά που θέλει; Τα λέμε, τα ξαναλέμε αλλά, δυστυχώς, η κατάσταση παραμένει η ίδια. Δυστυχώς, απαξιώνεται η προσπάθειά μας και ο αγώνας που δίνουμε καθημερινά για τους ασθενείς. Το ‘’θεαγένειο’’ εκπέμπει SOS. Είναι ένα δύσκολο και ιδιαίτερο νοσοκομείο και πρέπει να ενισχυθεί άμεσα με προσωπικό. Διαθέτουμε σύγχρονα μηχανήματα αλλά τι να τα κάνουμε, όταν δεν υπάρχει προσωπικό να τα δουλέψει;» Τέλος αναφέρει ότι δεν γίνονται προσλήψεις σε διοικητικό και τεχνικό προσωπικό, με αποτέλεσμα υπηρεσίες να εκχωρούνται σε ιδιώτες εργολάβους, φαινόμενο που συνεχώς επεκτείνεται.