Τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε στα χέρια του Αλβανού προαγωγού που γνώρισε μέσω Facebook και, αντί να την προσλάβει ως υπάλληλο στην καφετέρια με τους ναργιλέδες που είχε στον Κολωνό, την φυλάκισε σε υπόγειο στο Χαιδάρι και την έριξε στους οίκους ανοχής της Αθήνας, περιγράφει στην κατάθεση που έδωσε στους αστυνομικούς της Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος η 28χρονη κοπέλα από τη Θεσσαλονίκη.
Το θύμα, μέσα από τη δικογραφία που παρουσιάζει το protothema.gr, ξεδιπλώνει καρέ-καρέ το χρονικό του τρόμου, αναφέροντας για τον κτηνώδη μαστροπό ότι την «έσπαγε στο ξύλο» με μπουνιές και κλωτσιές σε όλο της το σώμα, χρησιμοποιώντας ακόμη και χοντρές αλυσίδες που δένουν τις μηχανές ως μαστίγια για να πειθαρχήσει, σε σημείο που να την βλέπουν οι υπάλληλοι των οίκων ανοχής άγρια κακοποιημένη και να τη στέλνουν πίσω, γιατί δεν μπορούσε να εργαστεί από τα σημάδια που αναγκαζόταν να «σβήσει» με μεικ απ.
«Όταν του είπα ότι δεν θέλω να κάνω αυτή τη δουλειά άρχισε να με χτυπάει με μανία σε όλο μου το σώμα. Με κλωτσιές, μπουνίες και χαστούκια με χτύπησε πολύ άσχημα και μου άφησα σημάδια σε όλο μου το κορμί. Επειδή δεν άντεχα άλλο το ξύλο του είπα ότι θα πάω να δουλέψω και μόνο τότε σταμάτησε να με χτυπάει. Χωρίς να προλάβω να συνέλθω μου είπε να βάλω τα παπούτσια μου για να με πάνε στο μαγαζί να πιάσω κατευθείαν δουλειά…» αναφέρει η κοπέλα, ενώ για να περιγράψει το «χάλι» στο οποίο είχε περιέλθει από το πολύ ξύλο που είχε φάει, δίνει την εξής εικόνα: «Μετά μου είπε (σ.σ αναφέρεται στην υπάλληλο του οίκου ανοχής) να βγάλω τα ρούχα μου για να ξεκινήσω σιγά, σιγά. Όταν έβγαλα τα ρούχα μου η υπηρεσία είδε τα σημάδια από το ξύλο και έπαθε σοκ. Πήρε τηλέφωνο τον Αλβανό και του είπε ότι δε μπορεί να με βγάλει για δουλειά έτσι όπως ήμουν…».
Η γνωριμία μέσω Facebook
Το καλοκαίρι του 2020, ήταν αυτό που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή της 28χρονης κοπέλας. Όπως αναφέρεται στο διαβιβαστικό: «Το καλοκαίρι του έτους 2020, μέσω της εφαρμογής κοινωνικής δικτύωσης «FACEBOOK» προσεγγίστηκε από τον 28χρονο Αλβανό, ο οποίος της παρουσιάστηκε ως ιδιοκτήτης καφετέριας στην περιοχή του Κολωνού. Κατόπιν προτροπών του η 28χρονη κοπέλα, αποδέχτηκε την πρόταση του να απασχοληθεί ως σερβιτόρα στο κατάστημά του. Με τη λήξη της βάρδιας της, ο Αλβανός, εκμεταλλευόμενος την ανικανότητα της να αντισταθεί, πιθανόν λόγω της κατανάλωσης αλκοόλ, την οδήγησε σε διαμέρισμα πέμπτου ορόφου επί της οδού Πάφου στην Αθήνα».
Τη φυλάκισε και την έκανε «μαύρη στο ξύλο»
Και τότε ξεκίνησε ο εφιάλτης. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη δικογραφία, «την επόμενη ημέρα η κοπέλα ξύπνησε γυμνή και παρά τις διαμαρτυρίες της προς τον Αλβανό, εκείνος αντέδρασε χτυπώντας την και αφού της αφαίρεσε το κινητό της τηλέφωνο, την κατακράτησε παράνομα και χωρίς τη θέληση της. Ακολούθως της ανέφερε ότι θα απασχοληθεί ως εκδιδόμενη για λογαριασμό του σε οίκο ανοχής επί της οδού Ιάσωνος στην Αθήνα. Προκειμένου να κάμψει την άρνηση της παθούσας, ο ανωτέρω κατηγορούμενος άσκησε σε βάρος της έντονη σωματική βία, χτυπώντας την με γροθιές και κλωτσιές σε όλο της το σώμα».
Δεν μπορούσε να δουλέψει από τα σημάδια
Η κοπέλα είχε δεχθεί τόσο ξύλο, που ακόμη και στον οίκο ανοχής έπαθαν σοκ από τον ακραίο βαθμό κακοποίησης. «Την ίδια ημέρα, τη μετέφερε αρχικά στον επί της οδού Ιάσωνος οίκο ανοχής πρώτου ορόφου, όπου δεν της επιτράπηκε να εργαστεί (από άγνωστη γυναίκα, απασχολούμενη ως προσωπικό του οίκου ανοχής), λόγω των πολλαπλών σημαδιών που έφερε στο σώμα της από τα χτυπήματα. Κατόπιν, ο Αλβανός την οδήγησε στον ισόγειο οίκο ανοχής της ίδιας διεύθυνσης, όπου το θύμα, παρελήφθη από απασχολούμενο ως προσωπικό του οίκου ανοχής όπου και εργάστηκε. Έκτοτε έως και τον Μάρτιο του 2022, η παθούσα εκδιδόταν καθημερινά, σε δυο συνεχόμενες βάρδιες, αρχικά στον προαναφερόμενο οίκο ανοχής και στη συνέχεια στους οίκους ανοχής της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου (ισόγειο και πρώτος όροφος). Στους ανωτέρω οίκους ανοχής τη μετέφερε καθημερινά ο Αλβανός, με αυτοκίνητο που του είχε παραχωρήσει ο υπάλληλος του οίκου και η κοπέλα, πραγματοποιούσε περισσότερες από 20 ερωτικές συνευρέσεις κάθε ημέρα, έναντι του χρηματικού ποσού των 10 ευρώ η κάθε μία. Ο Αλβανός, ο οποίος μαζί με άλλους δύο αγνώστους άνδρες εκμεταλλευόταν τουλάχιστον τέσσερεις οίκους ανοχής που βρίσκονται στις ανωτέρω διευθύνσεις, παρακρατούσε το σύνολο των πορνικών της εσόδων προβαίνοντας κατά τον τρόπο αυτό στον πορισμό παράνομου περιουσιακού οφέλους από την εκμετάλλευσήτης. Περαιτέρω και προκειμένου θέσει την παθούσα υπό τον πλήρη έλεγχό του, ασκούσε έντονη σωματική βία σε βάρος της αρκετές φορές ενώ διέμενε μαζί της, αρχικά σε διαμέρισμα επί της οδού Πάφου και στη συνέχεια σε διαμέρισμα επί της οδού Κυπρίων Αγωνιστών Χαϊδάρι Αττικής. Στο πρώτο διαμέρισμα ο Αλβανός είχε εγκαταστήσει και άγνωστη γυναίκα, την οποία επίσης εξανάγκαζε, με χρήση έντονης σωματικής βίας, να εκδίδεται για λογαριασμό του κατά τον ίδιο τρόπο και η οποία είχε καταφέρει να διαφύγει».
Δραπέτευσε
Τον Μάρτιο του 2022 η κοπέλα κατάφερε να αποδράσει από τον Αλβανό δυνάστη και να προσφύγει στη Δίωξη Οργανωμένου Εγκλήματος για να σωθεί. Οι έμπειροι αστυνομικοί, χωρίς να χάσουν χρόνο, με μια άριστα οργανωμένη επιχείρηση, κατάφεραν να τον βάλουν στο χέρι, δίνοντας τέλος στη δράση του. «Από την έρευνα προέκυψε ότι ο Αλβανός, διαμένει πράγματι στην οδό Κυπρίων Αγωνιστών στο Χαϊδάρι Αττικής και ότι χρησιμοποιεί για τις μετακινήσεις του αυτοκίνητο, μάρκας MERCEDES, χρώματος λευκού. Επιπρόσθετα σε βάρος του φέρεται να εκκρεμεί καταδικαστική απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου Πειραιά με την οποία καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 10 ετών για απόπειρα ανθρωποκτονίας. Μεσημβρινές ώρες της 18-04-2022 αποφασίστηκε η πραγματοποίηση αστυνομικής επιχείρησης, με σκοπό τη προσαγωγή των εμπλεκομένων και τη διενέργεια ελέγχου στους δύο οίκους ανοχής της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου για τον εντοπισμό πιθανών θυμάτων εμπορίας ανθρώπων. Γίνεται μνεία ότι, οι οίκοι ανοχής της οδού Ιάσωνος, διαπιστώθηκε ότι δε λειτουργούν κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο. Ομάδα Αστυνομικών έθεσε σε διακριτική επιτήρηση την οδό Κυπρίων Αγωνιστών στο Χαϊδάρι Αττικής. Περί την 16:30΄ ώρα ο Αλβανός κατέφτασε στην οικία του και οι αστυνομικοί αφού του γνωστοποίησαν την ιδιότητά τους, τον προσήγαγαν. Στην κατοχή του ανευρέθηκε και κατασχέθηκε ένα κινητό τηλέφωνο, ένα πλαστό δελτίο ταυτότητας ομογενούς, με επικολλημένη τη φωτογραφία του και διαφορετικά στοιχεία ταυτότητας, καθώς και το χρηματικό ποσό των 420 ευρώ. Κατά την έρευνα που διενεργήθηκε στην οικία του παρουσία δικαστικού λειτουργού, ανερεύθησαν και κατασχέθηκαν 1 πυροβόλο πιστόλι αγνώστου διαμετρήματος, 1 αεροβόλο πιστόλι καθώς και πλήθος φυσιγγίων πυροβόλου όπλου, διαφόρων διαμετρημάτων».
Έφοδος στους σφραγισμένους οίκους
Η ομάδα των αστυνομικών της Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος έκανε έφοδο και στους οίκους ανοχής με τους οποίους συνεργαζόταν ο Αλβανός κακοποιός και έβγαλε «λαβράκι» «Ταυτόχρονα διενεργήθηκαν έλεγχοι στους οίκους ανοχής της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου (ισόγειο και πρώτος όροφος) όπου διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα: Στον οίκο ανοχής ισογείου επί της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου κατελήφθη να εκδίδεται έναντι του χρηματικού ποσού των δέκα ευρώ υπήκοος Αλβανίας. Ο υπάλληλος, έχοντας παραβιάσει τη σφράγιση που είχε τεθεί από 15-05-2014, υποδεχόταν τους «πελάτες», υποδείκνυε την εκδιδόμενη σε αυτούς, παραλάμβανε τα χρήματα από τα οποία όπως ανέφερε, παρακρατούσε για τον ίδιο το χρηματικό ποσό των 2 ευρώ, απέδιδε το χρηματικό ποσό των 5 ευρώ στην ανωτέρω εκδιδόμενη και τα υπόλοιπα στους εκμεταλλευτές του οίκου ανοχής. Στον οίκο ανοχής του πρώτου ορόφου επί της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου κατελήφθη να εκδίδεται έναντι του χρηματικού ποσού των 10 ευρώ υπήκοος Αλβανίας. Ο υπάλληλος, έχοντας παραβιάσει τη σφράγιση που είχε τεθεί από 24-11-2016, υποδεχόταν τους «πελάτες», υποδείκνυε την εκδιδόμενη σε αυτούς, παραλάμβανε τα χρήματα από τα οποία όπως ανέφερε, παρακρατούσε για τον ίδιο το χρηματικό ποσό των 2 ευρώ, απέδιδε το χρηματικό ποσό των 5 ευρώ στην ανωτέρω εκδιδόμενη και τα υπόλοιπα στους εκμεταλλευτές του οίκου ανοχής. Οι προσαχθείσες γυναίκες από τους ανωτέρω ανοχής αρνήθηκαν να καταθέσουν στην Υπηρεσία μας πιθανώς λόγω και του φόβου τους.
Η κατάθεση της κοπέλας
Όταν το καλοκαίρι του 2020 η κοπέλα γνώρισε τον Αλβανό, ο μαστροπός όπως φαίνεται είχε κάνει «έρευνα» για το υποψήφιο θήραμά του. Όπως αναφέρει η κοπέλα για τη γνωριμία τους «Τον ρώτησα που ήξερε ότι έκλεισε το μαγαζί που δούλευα και μου είπε ότι δεν είναι και χθεσινός. Μίλαγε καλά ελληνικά, λίγο σπαστά, αλλά καλά» λέει και στις επόμενες γραμμές περιγράφει την «μαύρη» ημέρα της γνωριμίας που θα στιγμάτιζε ανεξίτηλα τη ζωή της. «Η ώρα ήταν γύρω στις επτά με οκτώ το απόγευμα και αυτός μου πρότεινε αν ήθελα να ξεκινήσω από το ίδιο βράδυ που θα είχε και «λάιβ» στο μαγαζί του. Μάλιστα μου ζήτησε να φορέσω φόρεμα και τακούνια και μου είπε ότι θα στείλει ταξί να μας πάρει. Τελικά μετά από λίγο ήρθε ταξί, πληρωμένο από αυτόν και μας μετέφερε στο μαγαζί του. Το μαγαζί του ήταν στον Κολωνό, ήταν ναργιλάδικο. Κάτσαμε στο μαγαζί και συζητήσαμε για τη δουλειά και τα λεφτά που θα μου έδινε. Μου είπε ότι θα μου έδινε 30 ευρώ την ημέρα συν τα «μπουρμπουάρ». Εγώ δέχτηκα και ξεκίνησα δουλειά από το ίδιο βράδυ. Τη φίλη μου δεν την πήρε για δουλειά γιατί δεν χρειαζόταν άλλη κοπέλα. Μόλις τελείωσα τη δουλειά έφερε ένα μπουκάλι ουίσκι και μου είπε ότι θα κάνει ταμείο, θα διώξει τη «μπαργούμαν» και μετά θα έρθει να πιούμε. Στο μαγαζί ήταν και η φίλη μου που με περίμενε να φύγουμε παρέα. Αφού είχα πιεί αρκετά είχα ζαλιστεί και δεν ένοιωθα καλά. Τότε ο Αλβανός είπε στη φίλη μου να γυρίσει μόνη της και της ζήτησε τη διεύθυνση του σπιτιού της για να με γυρίσει εμένα ο ίδιος, μιας και ήμουν πολύ ζαλισμένη. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι μπήκα σε ένα μαύρο αυτοκίνητο…».
Ξύλο μέχρι λιποθυμίας
Στο διαμέρισμα ξεκίνησε το μαρτύριο της.
«Την άλλη μέρα ξύπνησα γυμνή πάνω σε ένα κρεβάτι σε άγνωστο σπίτι. Όταν ξύπνησα είδα τον Αλβανό να πάει προς τη πόρτα για να φύγει και του ρώτησα τι έγινε, για ποιο λόγο είμαι γυμνή. Μου είπε ότι δε μου έκανε τίποτα απλά μου έβγαλε τα ρούχα για να είμαι πιο άνετα. Τότε εγώ αντέδρασα και του είπα ότι δε μου άρεσε αυτό και τότε μου απάντησε ότι δεν είμαι και καμιά πρωτάρα και να μη του το παίζω δύσκολη. Ακόμη μου είπε ότι έμαθε για εμένα, που δούλευα, με ποιους έκανα παρέα και στο τέλος μου είπε ότι με αγαπάει και ότι δε θέλει να με χάσει. Του είπα ότι δεν το ξέρω καν και ότι δεν τον αγαπάω. Αυτός μου είπε ότι με το καιρό όλα θα γίνουν και ότι θα τον αγαπήσω, αλλά του απάντησα ότι δεν θα τον αγαπήσω ποτέ γιατί είναι κακός. Τότε αυτός αντέδρασε άσχημα και με χαστούκισε στο πρόσωπο λέγοντας μου να μην του ξαναπώ ποτέ είναι κακός. Στη συνέχεια μου είπε ότι θα με αφήσει στο σπίτι μέχρι να γυρίσει. Μου πήρε το κινητό, μου είπε να μην φωνάξω καθόλου, με κλείδωσε και έφυγε. Το σπίτι αυτό ήταν στο πέμπτο όροφο πολυκατοικίας στην οδό Πάφου στην Αθήνα. Μετά από λίγες ώρες γύρισε στο σπίτι με ένα φίλο του. Άρχισε να με καλοπιάνει και εντελώς ξαφνικά κάποια στιγμή μου λέει ότι θα πάω για να δουλέψω σε ένα μπ…. ενός φίλου του. Εγώ άρχισα να αντιδρώ και να κλαίω. Δεν ήθελα να πάω να δουλέψω σε μπ…
Εγώ ήμουν μέσα στο δωμάτιο του σπιτιού. Αφού βγήκε ο φίλος του από το δωμάτιο, ήρθε ξανά μέσα ο Αλβανός για να δει τι αποφάσισα. Όταν του είπα ότι δε θέλω να κάνω αυτή τη δουλειά άρχισε να με χτυπάει με μανία σε όλο μου το σώμα. Με κλωτσιές, μπουνίες και χαστούκια με χτύπησε πολύ άσχημα και μου άφησα σημάδια σε όλο μου το κορμί. Επειδή δεν άντεχα άλλο το ξύλο του είπα ότι θα πάω να δουλέψω και μόνο τότε σταμάτησε να με χτυπάει».
Την μετέφερε δαρμένη στον οίκο ανοχής
Η κοπέλα είχε δαρθεί σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούσε να φέρει αντίρρηση στον βασανιστή της. Και υπέκυψε… «Χωρίς να προλάβω να συνέλθω μου είπε να βάλω τα παπούτσια μου για να με πάνε στο μαγαζί να πιάσω κατευθείαν δουλειά. Το απόγευμα με ένα άσπρο αυτοκίνητο, μάρκας «GOLF» με πήγανε στο μπουρδέλο στην οδό Ιάσωνος. Εκεί ήταν δυο μαγαζιά ένα κάτω και ένα στο πάνω όροφο. Κάτω δούλευαν γύρω στις πέντε με έξι γυναίκες. Εμένα με ανέβασαν στο πάνω όροφο. Ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα σε τέτοιο μαγαζί και ήμουν πολύ χάλια. Εκεί με πήρε η υπηρεσία που ήταν γυναίκα και μου έδειξε τους χώρους. Μετά μου είπε να βγάλω τα ρούχα μου για να ξεκινήσω σιγά, σιγά. Όταν έβγαλα τα ρούχα μου η υπηρεσία είδα τα σημάδια από το ξύλο και έπαθε σοκ. Πήρε τηλέφωνο τον Αλβανό και του είπε ότι δε μπορεί να με βγάλει για δουλειά έτσι όπως ήμουν. Σχεδόν κατευθείαν μπήκε μέσα ο Αλβανός και με κλώτσησε γιατί νόμισε ότι έκανα παράπονα στην υπηρεσία. Μετά από αυτό με κατέβασε στο κάτω μαγαζί. Εκεί είχε μείνει μόνο μια Αλβανίδα και υπηρεσία ήταν ένας άντρας. Η Αλβανίδα με κάλυψε τα σημάδια με μακιγιάζ και ξεκίνησα να δουλεύω. Λίγο πριν ξεκινήσω ο υπάλληλος μου είπε ότι κάθε ραντεβού κάνει 10 ευρώ. Από αυτά τα 5 θα πάνε στο μαγαζί και τα υπόλοιπα πέντε 5 θα τα κρατάω εγώ. Όμως μου είπε ότι πριν από κάθε βάρδια θα πρέπει να κάνω τέσσερα ραντεβού για το μαγαζί, χωρίς να τα πληρώνομαι. Μετά από αυτά ξεκίνησα να δουλεύω».
«Είχα ματώσει και δε μπορούσα να δουλέψω άλλο…»
Οι περιγραφές που ακολουθούν σοκάρουν και προκαλούν την κοινή λογική… «Ήμουν σε άθλια κατάσταση, από τη μία πόναγα πολύ από το ξύλο και από την άλλη δεν ήθελα με τίποτα να κάνω αυτή τη δουλειά. Μέχρι δώδεκα η ώρα το βράδυ που έκατσα να δουλέψω για πρώτη φορά, έκανα πάνω από 25 ραντεβού. Επειδή είχα ματώσει και δε μπορούσα να δουλέψω άλλο ο υπάλληλος πήρε τηλέφωνο τον Αλβανό για να έρθει να με πάρει. Ο Αλβανός μου είχε κρατήσει, χωρίς να το θέλω και τη ταυτότητα και το κινητό μου. Τελικά ήρθε ο Αλβανός με πήρε με το αυτοκίνητο και γυρίσαμε στο σπίτι του στην οδό Πάφου. Το σπίτι του είχε μια κουζίνα, ένα σαλόνι, ένα μπάνιο και δυο δωμάτια. Όταν φτάσαμε έξω από το διαμέρισμα, μου άνοιξε για να μπω ενώ αυτός χτύπησε τη πόρτα και μπήκε στο διπλανό διαμέρισμα. Εγώ έτρεξα αμέσως και πήγα στο μπάνιο για να πλυθώ. Όταν βγήκα από το μπάνιο είδα και μια άλλη κοπέλα μέσα στο διαμέρισμα. Τη ρώτησα ποια είναι αυτή και τότε αυτή με ρώτησε ακριβώς το ίδιο. Μου είπε ότι είναι η κοπέλα του Αλβανού. Αυτή άρχισε να φωνάζει και τότε ήρθε στο διαμέρισμα ο Αλβανός».
«Τη χτυπούσε στο κεφάλι με αλυσίδα για μηχανάκια»
Η κοπέλα που έκανε το λάθος να φωνάξει, την «πλήρωσε ακριβά» από τον Αλβανό μαστροπό «Μου ζήτησε να πάω λίγο παραπέρα για να μιλήσει μαζί της. Ενώ ήμουν στο σαλόνι και φόραγα τα ρούχα μου, άκουσα την άλλη κοπέλα να ουρλιάζει και να ζητάει βοήθεια. Είδα τον Αλβανό να τη χτυπάει πολύ άσχημα στο κεφάλι με μία αλυσίδα από αυτές που κλειδώνουμε τα μηχανάκια. Αφού βγήκε από το δωμάτιο τον ρώτησα γιατί τη χτύπησε και μου είπε να μη μιλάω γιατί θα μου κάνει χειρότερα. Δουλεύαμε πάντα δυο βάρδιες από έξι το απόγευμα μέχρι δώδεκα το βράδι και αμέσως μετά από τις δώδεκα το βράδυ μέχρι τις έξι το πρωί. Όλο αυτό το καιρό, που δε μπορώ να θυμηθώ ακριβώς ημερομηνίες, μέναμε και οι τρείς μας στο σπίτι του Αλβανού στην οδό Πάφου. Όταν δεν είχε πολύ δουλειά μας βάραγε και τις δυο. Στο μαγαζί αυτό δούλεψα για περίπου 8 μήνες, πάντα διπλή βάρδια, πηγαίνοντας με περισσότερους από 20 πελάτες συνολικά. Δούλευα κάθε μέρα, χωρίς κανένα ρεπό. Εγώ μόνη μου έβγαζα γύρω στα 200 ευρώ τη μέρα. Από τα λεφτά αυτά δε μου έδινε τίποτα. Ούτε τα πέντε ευρώ που μου είπε η υπηρεσία ότι θα παίρνω εγώ για κάθε ραντεβού. Τα κράταγε όλα αυτός και όταν του ζητάγαμε κάτι μας το έπαιρνε ο ίδιος ή έστελνε κάποιον άλλο για να το πάρει. Ήμουν απελπισμένη έκανα κάτι που δεν ήθελα, και από πάνω μου κράταγε και όλα τα λεφτά. Δεν ήθελα να κάνω αυτή τη δουλειά, αναγκαζόμουν γιατί με βάραγε και δεν άντεχα το ξύλο. Με απειλούσε κιόλας πως αν φύγω ή πάω στην αστυνομία θα με σκοτώσει».
Το «έσκασε» έξω από το Τζάνειο
Στο μυαλό της κοπέλας στριφογύριζε η ιδέα της απόδρασης. Όμως δεν ήταν εύκολο. Ο Αλβανός δυνάστης, δεν την άφηνε ούτε λεπτό μόνη της. Μέχρι που κατάφερε τελικά να βρει την ευκαιρία με αφορμή την επέμβαση του πατέρα της στο Τζάνειο νοσοκομείο του Πειραιά. «Αφού μείναμε για περίπου τρεις μήνες στο σπίτι που μας νοίκιαζε ο υπάλληλος του οίκου ανοχής στο κέντρο, μετά μετακομίσαμε σε ένα υπόγειο μονοκατοικίας στην οδό Κυπρίων Αγωνιστών στο Χαϊδάρι. Στο σπίτι στο Χαϊδάρι συνέχιζε να με χτυπάει κάθε φορά που του έλεγα ότι ήθελα να σταματήσω τη δουλειά. Δε με άφηνε καθόλου μόνη μου. Αυτός με πήγαινε στο μαγαζί για δουλειά και αυτός με έπαιρνε όταν τελείωνα. Ποτέ δε μου έδινε τα λεφτά από τη δουλειά μου αλλά συνέχιζε να τα κρατάει όλα αυτός. Εδώ θέλω να πω ότι o Αλβανός έχει δικαστεί για δέκα χρόνια φυλακή και γι’ αυτό κρυβόταν και ήταν πολύ προσεκτικός στις κινήσεις του. Πριν λίγες μέρες, μέσα στο Μάρτιο, ο πατέρας μου μπήκε στο Τζάνειο Νοσοκομείο στο Πειραιά για να κάνει εγχείρηση. Εγώ ζήτησα από τον Αλβανό να με πάει για να το δω και αυτός δέχτηκε. Όμως όταν φτάσαμε στο Νοσοκομείο τσακωθήκαμε μέσα στο αυτοκίνητο και άρχισε πάλι να με χτυπάει. Επειδή εκείνη τη στιγμή φοβήθηκα πολύ για τη ζωή μου άνοιξα την πόρτα και έτρεξα μακριά…».