Έως και 93% μπορεί να μειωθεί η συγκέντρωση ιικού φορτίου του Sars-COV2 στην ατμόσφαιρα με τη χρήση συσκευών απολύμανσης, σύμφωνα με μελέτη του ΑΠΘ, που έγινε στο πλαίσιο Ευρωπαϊκού Προγράμματος Αστικής Υγείας, για την απολύμανση του αέρα σε εσωτερικούς χώρους. Η μελέτη που ξεκίνησε το Μάιο του 2020 και ολοκληρώθηκε πρόσφατα, έγινε υπό τον καθηγητή Περιβαλλοντικής και Υγειονομικής Μηχανικής Δημοσθένη Σαρηγιάννη, ο οποίος σε συνέντευξη του στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή της Τάνιας Η. Μαντουβάλου «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» ανέφερε ότι έχει ήδη θέσει τα ενδιάμεσα αποτελέσματα της μελέτης υπόψιν της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, «ενώ αυτή τη στιγμή ετοιμάζεται τεχνική έκθεση με τα τελικά αποτελέσματα, προκειμένου να σταλούν και στην Επιτροπή, και στον ΕΟΔΥ και στο γραφείο του πρωθυπουργού». Η μελέτη έγινε σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ξεκίνησε από το εργαστήριο, αλλά συνεχίστηκε στο πεδίο, σε ιατρεία, φαρμακεία, σπίτια και σε χώρους που συνήθως υπάρχει παραγωγή σημαντικού ποσοστού αεροζόλ, δηλαδή μικρών αιωρούμενων σωματιδίων. «Με τη χρήση μηχανημάτων απολύμανσης του αέρα, με τα hepa filters που είναι υψηλής αποτελεσματικότητας, μπορούμε να έχουμε μία μείωση του παθογόνου φορτίου που κυμαίνεται ανάμεσα στο 54-83%, ενώ με συσκευές που κάνουν ενεργό απολύμανση με ακτινοβόληση UV στο εσωτερικό της συσκευής, πετυχαίνουμε ακόμη μεγαλύτερα ποσοστά καθαρισμού, που φτάνουν και το 93% σε πολύ καλές συνθήκες». Έχουμε δει, λέει ο κ. Σαρηγιάννης ότι οι συσκευές αυτές λειτουργούν πολύ καλά ακόμη και σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες, όπως π.χ σε ένα οδοντιατρείο, όπου η διαδικασία του τροχισμού δημιουργεί πολύ μεγάλη παραγωγή βιολογικού αεροζόλ. Σε ερώτηση για το πού αλλού χρησιμοποιούνται στην Ευρώπη, απαντά ότι είναι πλατιά διαθέσιμες στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, επισημαίνοντας μάλιστα ότι στην Ιταλία σε πολλούς δημόσιους χώρους η χρήση τους είναι υποχρεωτική.
Πάνω από 80-90% του χρόνου μας το περνάμε σε εσωτερικούς χώρους
Πάνω από 80-90% του χρόνου μας το περνάμε σε εσωτερικούς χώρους, άρα η ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε εκεί, σύμφωνα με τον καθηγητή, είναι πολύ σημαντική για την ποιότητα της υγείας μας σε βάθος χρόνου. «Και αυτό αφορά όχι μόνο σε λοιμογόνους παράγοντες όπως είναι οι ιοί του κορονοϊού ή της γρίπης, αλλά και γενικότερα σε βακτήρια, μύκητες και μικροοργανισμούς που αναπτύσσονται σε ένα εσωτερικό χώρο».
Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε προδιαγραφές για τα ΜΜΜ
Μια άλλη πολύ σημαντική δυνατότητα εφαρμογής είναι στα ΜΜΜ, αναφέρει ο κ. Σαρηγιάννης, εξηγώντας ότι αυτά τα σωματίδια, έχει μετρηθεί ότι μπορούν να αιωρηθούν ακόμη και 3 ώρες μετά την έκλυση τους. «Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης μας και γενικότερα της βιβλιογραφίας, προσπαθούμε να δημιουργήσουμε αντίστοιχες προδιαγραφές για να μπουν στα ΜΜΜ, τις οποίες θα καταθέσουμε υπόψιν του ΟΑΣΑ στην Αθήνα και του ΟΑΣΘ αντίστοιχα στη Θεσσαλονίκη. Είναι ένα σημαντικό βήμα προς τα μπρος, καθώς είναι διαθέσιμες αυτές οι συσκευές στην ελληνική αγορά, από πολλές εταιρείες, κι έτσι θα μπορούσαμε πολύ γρήγορα να εφοδιάσουμε λεωφορεία, μετρό, τραμ, κάτι που θα μπορούσε να διευκολύνει πάρα πολύ τον φετινό χειμώνα». Όσον αφορά το ερώτημα σε ποιους άλλους χώρους θα ήταν απαραίτητη η χρήση αυτών των συσκευών για τη μείωση του ιικού φορτίου του κορονοϊού, ο καθηγητής απαντά ότι θα ήθελε να δει τέτοιες συσκευές σε πανεπιστημιακές αίθουσες διδασκαλίας, στα σχολεία, (ειδικά σε αυτά που δεν έχουν καλό εξαερισμό, ή λειτουργούν για μεγάλο χρονικό διάστημα υπό κακές καιρικές συνθήκες, όπως πχ στη Φλώρινα) σε χώρους υγειονομικού ενδιαφέροντος πχ εστιατόρια, κλαμπ, ή σε κινηματογράφους, και θέατρα.