Το σκουροκάστανο χρώμα του λιγνίτη κυριάρχησε για δεκαετίες σε μια έκταση περίπου 1000 στρεμμάτων στην περιοχή κοντά στο χωριό Βεγόρα, στη νοτιοδυτική όχθη της λίμνης Βεγορίτιδα.
Η εξόρυξη του ορυκτού, που άρχισε κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και τροφοδότησε τους πρώτους ατμοηλεκτρικούς σταθμούς στην περιοχή, έσκαψε στα σπλάχνα της γης υπόγειες στοές δεκάδων μέτρων. Στοές μέσα στις οποίες τα φορτωμένα με λιγνίτη βαγονέτα διήνυσαν χιλιάδες διαδρομές, μεταφέροντας τόνους φορτίου.
Τις τελευταίες δεκαετίες, το ορυχείο της Βεγόρας, που χωροθετείται ανάμεσα στον οικισμό Μελίτη από τον βορρά και στην πόλη του Αμυνταίου από τον νότο, είναι ανενεργό, αν και παραμένει κατά κάποιο τρόπο «ζωντανό», αφού ο ήχος των κατολισθήσεων κι η αυτανάφλεξη του λιγνίτη σε επαφή με τον αέρα ταράζουν κάθε τόσο την ηρεμία.
Το εγκαταλελειμμένο αυτό λιγνιτωρυχείο στη δυτική Μακεδονία, που για χρόνια πρόσφερε πρώτη ύλη για ηλεκτρική ενέργεια, ετοιμάζεται ν’ αποκτήσει νέα ζωή, που… ευφραίνει καρδίαν.
Με τη «θεραπεία» του εδάφους και τη μεταφορά εκατομμυρίων κυβικών χώματος, θα αρχίσει να μετατρέπεται σε κάτι εντελώς διαφορετικό: σε δύο αμπελώνες εκατοντάδων στρεμμάτων έκαστος, στον χώρο του ορυχείου και των αποθέσεών του, που στόχος είναι να αποδώσουν εύγευστα κρασιά από την ποικιλία ξινόμαυρο, ενώ ταυτόχρονα θα προσφέρουν δεκάδες νέες θέσεις εργασίας, μεταξύ άλλων, σε αγρότες κι ανθρώπους που πλήττονται από την απολιγνιτοποίηση.
Το μοντέλο της μετατροπής παλαιών ορυχείων σε αμπελώνες εφαρμόζεται ήδη στη Γαλλία, όπου κοντά στις πόλεις Καλέ και Βουλώνη, στις γαλλικές ακτές της Μάγχης, οι Γάλλοι οινοποιοί έχουν φυτέψει αμπέλια της ποικιλίας Chardonnay, ενώ και στην ανατολική Γερμανία η «δεύτερη ζωή» για παλιά μεταλλεία και η τουριστική τους αξιοποίηση είναι συνήθης πρακτική. Και στη Μήλο, ένας αμπελώνας δεκάδων στρεμμάτων έχει δημιουργηθεί στη θέση παλιού ορυχείου περλίτη του νησιού.
Σε δύο μήνες αναμένεται να μπουν οι μπουλντόζες στο ορυχείο
«Το ορυχείο, που σταμάτησε οριστικά να λειτουργεί το 2001-2002, βρίσκεται στην αμπελουργική ζώνη Αμυνταίου. Σήμερα, στο ορυχείο σημειώνονται κατολισθήσεις, για τις οποίες ολοκληρώθηκε η μελέτη αποκατάστασης πρανών από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (καθηγητής Β. Μαρίνος).
Πέραν όμως της αστάθειας των πρανών, υπάρχει και το θέμα της αυτανάφλεξης του λιγνίτη, το οποίο δημιουργεί περιβαλλοντικό πρόβλημα. Στο πλαίσιο του έργου θα αντιμετωπιστούν και τα δύο προβλήματα και στο ορυχείο θα φυτευτούν δύο αμπελώνες σε “πατάρια” (αναβαθμίδες), 475 στρεμμάτων ο πρώτος και περίπου 500 ο δεύτερος», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δήμαρχος Αμυνταίου, Άνθιμος Μπιτάκης.
Το έργο είναι εκτιμώμενου προϋπολογισμού 10 εκατ. ευρώ, ενώ η διαδικασία ένταξής του στο Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ) αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Οκτώβριο.
«Αναμένουμε να ολοκληρωθεί και η φυτοτεχνική μελέτη της Γεωπονικής Σχολής στη Θεσσαλονίκη, από την οποία θα προκύψουν, μεταξύ άλλων, και νέες ποικιλίες αμπέλου που θα φυτευτούν δίπλα στο ξινόμαυρο. Ανάδοχος του έργου αποκατάστασης του ορυχείου θα είναι πιθανότατα η ΔΕΗ, η οποία έχει μεγάλη εμπειρία σε τέτοιου είδους έργα.
Εκτιμούμε ότι σε δύο μήνες από σήμερα θα είμαστε έτοιμοι ώστε οι μπουλντόζες να μπουν στο ορυχείο. Αν το χρονοδιάγραμμα που έχουμε σχεδιάσει τηρηθεί, στόχος είναι την άνοιξη του 2022 να πραγματοποιηθούν οι πρώτες φυτεύσεις», διευκρίνισε ο δήμαρχος Αμυνταίου και πρόσθεσε πως αυτή τη στιγμή στο πρότζεκτ εμπλέκονται ο δήμος, η συντονιστική επιτροπή του ΣΔΑΜ, η θυγατρική της Εγνατίας Οδού που επιβλέπει τα έργα του ΣΔΑΜ και μελλοντικά η ΔΕΗ, που θα αναλάβει την αποκατάσταση του ορυχείου.
Οι άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας και η ετήσια οικονομική απόδοση
Ποιος όμως θα διαχειρίζεται αυτούς τους αμπελώνες και πώς θα γίνεται η εκμετάλλευσή τους; «Η έκταση ανήκει στην ιδιοκτησία του δήμου, αλλά για την ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας γύρω από τους αμπελώνες θα δημιουργηθεί φορέας κοινωνικής οικονομίας, με τη μορφή πχ, Κοιν.Σ.Επ ή κοινωνικού συνεταιρισμού, στον οποίο θα μετέχουν αγρότες, άνεργοι της περιοχής, πληττόμενοι από την απολιγνιτοποίηση και άνθρωποι που ζητούν επανένταξη στην κοινωνία (π.χ., πρώην εξαρτημένοι από ουσίες).
Στους δύο αμπελώνες θα δημιουργηθούν περίπου 100 θέσεις εργασίας/συνεταιριστικές μερίδες, για καθεμία από τις οποίες υπολογίσαμε πως η οικονομική απόδοση θα ανέρχεται στα 10.000-12.000 ευρώ ετησίως, δηλαδή θα προσφέρουν ένα καλό συμπληρωματικό εισόδημα.
Πέραν των 100 άμεσων θέσεων εργασίας, θα δημιουργηθούν και πολλές έμμεσες, κατά την περίοδο του τρύγου, της κλάδευσης ή της φροντίδας της καλλιέργειας, αλλά και δουλειές στα οινοποιεία της περιοχής, που θα έχουν στη διάθεσή τους περισσότερη πρώτη ύλη και θα μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή», εξήγησε ο κ. Μπιτάκης.
Πέραν των αμπελώνων καθεαυτών, στο ψηλότερο σημείο του ορυχείου θα αξιοποιηθεί για εκπαιδευτικούς και τουριστικούς σκοπούς και ένα πλάτωμα με τις σχετικές κτηριακές υποδομές, στο οποίο φοιτητές θα μπορούν να μαθαίνουν π.χ., για τις βέλτιστες πρακτικές γύρω από την αποκατάσταση ορυχείων με παράλληλη τουριστική αξιοποίησή τους και οι τουρίστες θα αντλούν χρήσιμες πληροφορίες.
Ο κ. Μπιτάκης πρόσθεσε πως «πυροδοτείται μια τοπική οικονομία στην περιοχή, η οποία συνδυάζει τον πρωτογενή τομέα (γεωργία) με τον τριτογενή (τουρισμός) και είναι μεγάλης σημασίας, καθώς ο δήμος Αμυνταίου είναι ο πρώτος που μπαίνει στη μεταβατική περίοδο (μετά την απολιγνιτοποίηση)».
«Αυτό που αναμένουμε άμεσα από την Πολιτεία τώρα είναι να γίνει νόμος του κράτος το Ειδικό Αναπτυξιακό Πρόγραμμα για την περιοχή, το οποίο θα προσελκύσει μεταποιητικές επιχειρήσεις. Ελπίζουμε πως τον επόμενο μήνα αυτό θα λάβει σάρκα και οστά, ώστε να αρχίσει η υποβολή προτάσεων από επιχειρήσεις, με πραγματικά κίνητρα», κατέληξε.
Θα μεταφερθούν 6 εκατ. κυβικά χώμα
Ο οινοποιός Άγγελος Ιατρίδης του Κτήματος ΑΛΦΑ, που έχει συμβουλευτικό ρόλο στο project, αφού επισήμανε ότι θα χρειαστεί να μεταφερθούν στον χώρο 6 εκατ. κυβικά χώματος, γνωστοποίησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι οι αμπελώνες ξινόμαυρου του ορυχείου εκτιμάται ότι θα αρχίσουν να αποδίδουν κανονική παραγωγή από τον έβδομο χρόνο μετά τη φύτευσή τους.
«Σε τρία χρόνια από τη φύτευση παίρνεις την πρώτη παραγωγή, η οποία όμως είναι γύρω στο 10% της «κανονικής», την επόμενη τριετία (η παραγωγή) και πάλι δεν είναι αντιπροσωπευτική, αλλά από τον έβδομο χρόνο και μετά είναι η κανονική» διευκρίνισε και πρόσθεσε: «Πιστεύουμε πολύ σε αυτό το εγχείρημα. Εκτιμούμε ότι το κρασί που θα προκύψει θα έχει μεταλλικό χαρακτήρα, που είναι ένα πολύ μεγάλο χαρακτηριστικό της ποιότητας του κρασιού».
Αυτή τη στιγμή, διευκρίνισε, «τρέχουν και οι μελέτες με τη Γεωπονική Σχολή Θεσσαλονίκης, για να γίνει “fine tuning” και με άλλες ποικιλίες».