Υπό δημογραφική κατάρρευση βρίσκεται η Ελλάδα και κυρίως οι περιοχές της περιφέρειας και της Βόρειας Ελλάδας, σύμφωνα με τα πρώτα συμπεράσματα που καταγράφονται στο ψηφιακό δελτίο του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών με θέμα «Η επιδείνωση του φυσικού ισοζυγίου σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο (2020-22) και οι δυσοίωνες προοπτικές του».
Το άρθρο συνέταξαν οι καθηγητές και ιδρυτικά μέλη του ΙΔΕΜ, κ. Βύρων Κοτζαμάνης και κ. Βασίλης Παππάς. Σε αυτό αναφέρουν μεταξύ άλλων πως αν η αύξηση των θανάτων μετά την επιστροφή τους στις 130 χιλ. το 2023 είναι τα επόμενα χρόνια ηπιότερη, οι γεννήσεις ετησίως θα είναι κατά μέσο όρο αρκετά λιγότερες από τις 82 χιλ. που είχαμε το 2020-22, με το πλήθος των γυναικών σε ηλικία απόκτησης παιδιών να βαίνει μειούμενο ενώ δεν αναμένονται ριζικές αλλαγές και στο ευρύτερο περιβάλλον για την δημιουργία οικογένειας και την απόκτηση παιδιών.
Αναλυτικότερα τα φυσικά ισοζυγία (γεννήσεις-θάνατοι) στην χώρα φαίνεται πως έχουν αλλάξει πρόσημο, μετατρεπόμενα μετά το 2010, για πρώτη φορά στην μεταπολεμική ιστορία από θετικά σε αρνητικά, ουσιαστικά. Η συνεχής αύξηση του πλήθους των ηλικιωμένων έχει προκαλέσει μια αύξηση των θανάτων που ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του ‘50, ενώ η συνεχής μείωση του αριθμού των παιδιών που αποκτούν τα ζευγάρια προκάλεσε τη μείωση των γεννήσεων μετά το 1980. Οι αντίστροφες πορείες θανάτων και γεννήσεων οδήγησαν αναπόφευκτα, από ένα σημείο και μετά, στην υπεροχή των πρώτων έναντι των δευτέρων. Η υπεροχή αυτή μεγαλώνει συνεχώς καθώς υπάρχουν 38,5 χιλ. λιγότερες γεννήσεις από θανάτους την τριετία 2011-13 και 111 χιλ. το 2017-2019 (113 θάνατοι /100 γεννήσεις στην πρώτη και 143 στην δεύτερη). Ειδικότερα στην τριετία όμως 2020-22 το έλλειμμα διευρύνθηκε σημαντικά καθώς το φυσικό ισοζύγιο ήταν αρνητικό κατά 169 σχεδόν χιλ. με αποτέλεσμα να αντιστοιχούν168 θάνατοι σε 100 γεννήσεις. Η επιδημία που προκάλεσε αυξημένη θνησιμότητα επιτάχυνε την αύξηση των θανάτων, ενώ οι επιπτώσεις στις γεννήσεις ήταν περιορισμένες, καθώς η μείωση τους (-13 χιλ. ανάμεσα στις δυο προαναφερθείσες τριετίες) ήταν λίγο μεγαλύτερη από την αναμενομένη.
Επομένως τα φυσικά ισοζύγια αναμένεται να παραμείνουν αρνητικά κυμαινόμενα γύρω από τις -55χιλ. Αντίστοιχα η αναλογία γεννήσεων προς θανάτους, παρά τις όποιες διακυμάνσεις της δεν πρόκειται να μεταβληθεί σημαντικά στο μέλλον. Ακόμα οι δυο ερευνητές αναφέρουν ότι διαφοροποιήσεις της αναλογίας αυτής και οι αποκλίσεις της από τον μέσο όρο της τριετίας 2020-22 (1,68 θάνατοι ανά γέννηση σε εθνικό επίπεδο) είναι σημαντικές και διευρύνονται περνώντας από τις Περιφέρειες στις Περιφερειακές Ενότητες, και ακολούθως στους Δήμους και στις Δημοτικές Ενότητες. Αναλύοντας τα στοιχεία διαπιστώνουν ότι σε επίπεδο Περιφερειών το Νότιο Αιγαίο με λίγο περισσότερες γεννήσεις από θανάτους, διαφοροποιείται σημαντικά τη Δυτική Μακεδονία όπου αντιστοιχούν σχεδόν 2,4 θάνατοι/γέννηση. Οι αποκλίσεις από τον μέσο Εθνικό όρο διευρύνονται στις Περιφερειακές Ενότητες όπου μόνο σε πέντε από αυτές, οι γεννήσεις είναι αρκετά περισσότερες από τους θανάτους και σε τέσσερις, θάνατοι και γεννήσεις δεν διαφέρουν σημαντικά. Στον αντίποδα στο άλλο άκρο, σε έντεκα Περιφερειακές Ενότητες αντιστοιχούν 2,5 ή και περισσότεροι θάνατοι ανά γέννηση. Αναφορικά με τους δήμους (325 ενότητες), οι διαφορές ανάμεσα στοn Δήμο Θήρας με 2 γεννήσεις ανά ένα θάνατο, και, στο άλλο άκρο, σε 49 δήμους (το 15% του συνόλου) με περισσοτέρους από 4 θανάτους/γέννηση (και 20 από αυτούς με 6 ή και περισσότερους) είναι συνταρακτικές. Τέλος σε επίπεδο Δημοτικών Ενοτήτων οι αποκλίσεις από τον μέσο εθνικό όρο (1,68) διευρύνονται ακόμη περισσότερο:
- Σε 19 από αυτές (το 2,1% του συνόλου) οι γεννήσεις υπερτερούν των θανάτων, σε 27 έχουμε μόνον θανάτους, σε 348 -το 1/3-, 4 ή περισσοτέρους και σε 196 (19% του συνόλου) 6 και περισσοτέρους θανάτους ανά γέννηση! Η
- Η μεγάλη πλειοψηφία των Δημοτικών Ενοτήτων του νησιωτικού χώρου, αναφέρουν οι δυο ερευνητές,
- στα μεγάλα αστικά κέντρα καθώς και στις μητροπολιτικές περιοχές Αθηνών και Θεσσαλονίκης έχουν θετικότατα ή ακόμη σχετικά ισορροπημένα φυσικά ισοζύγια.
- Αντιθέτως, η ανισορροπία ανάμεσα στις γεννήσεις και τους θανάτους είναι εντονότατη στη μεγάλη πλειοψηφία των Δημοτικών Ενοτήτων που βρίσκονται στο κεντρικό και δυτικό τμήμα της ηπειρωτικής Ελλάδας καθώς και στη Κεντρική-Αν. Μακεδονία και Θράκη όπου αντιστοιχούσαν το 2020-22 συνήθως 3 ή και περισσότεροι θάνατοι ανά γέννηση, ενώ στο τμήμα αυτό της ηπειρωτικής Ελλάδας, εντοπίζονται και όλες σχεδόν οι 27 Δημοτικές Ενότητες που δεν είχαν γεννήσεις το 2020-22, αλλά μόνον θανάτους.
Μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών καθηγητής, κ. Βύρων Κοτζαμάνης τονίζει ότι αν μια αναλογία σε εθνικό επίπεδο 1,68 θανάτων/γέννηση είναι ανησυχητική (πόσο μάλλον όταν δεν αναμένεται βελτίωσή της τα επόμενα έτη με αποτέλεσμα την επιτάχυνση του ρυθμού μείωσης του πληθυσμού μας), το γεγονός ότι στις μισές σχεδόν (459 από τις 1036) Δημοτικές Ενότητες που βρίσκονται σχεδόν όλες στο ορεινό και ημιορεινό τμήμα της ηπειρωτικής Ελλάδας αντιστοιχούν ήδη περισσότεροι από 3 θάνατοι ανά γέννηση, προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία καθώς η μελλοντική δημογραφική δυναμική των Ενοτήτων αυτών είναι υποθηκευμένη. Η υπερ-υπεροχή σε αυτές των θανάτων, αποτέλεσμα κυρίως των ηλικιακών τους δομών που συνδυάζουν πολλούς ηλικιωμένους (βλ. αυξημένους θανάτους) και περιορισμένο αριθμό ατόμων σε ηλικία δημιουργίας οικογένειας (βλ. λίγες γεννήσεις) θέτει βάσιμες αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα επιβράδυνσης της πληθυσμιακής τους κατάρρευσης, μιας κατάρρευσης που θα υποθηκεύσει αναπόφευκτα και την κοινωνική και οικονομική τους δυναμική.
Πηγή:amna.gr