Κλειδί για την μακροζωία είναι ο ευτυχισμένος γάμος όπως τονίζει νέα μεγάλη βρετανική μελέτη.
Στην έρευνα του Γραφείου Εθνικών Στατιστικών του Ηνωμένου Βασιλείου διαπιστώθηκε πως το ποσοστό θνησιμότητας των αδέσμευτων ανδρών και γυναικών είναι διπλάσιος από τον αντίστοιχο των παντρεμένων, μεταδίδει το ygeiamou.gr.
Ειδικότερα, οι επιστήμονες ανέλυσαν τους θανάτους 5 εκατομμυρίων πολιτών της Αγγλίας και της Ουαλίας, ηλικίας άνω των 20 ετών, για την περίοδο 2010 – 2019. Από αυτούς, τα 2 περίπου εκατομμύρια ήταν χήροι, το 1.9 εκατομμύριο παντρεμένοι, 530.000 ήταν ελεύθεροι και οι 515.000 χωρισμένοι. Κατηγοριοποιήθηκαν από τους ερευνητές σε δύο μεγάλες κατηγορίες βάση της ηλικίας, τους 20-64 ετών και τους άνω των 65 ετών.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι διαζευγμένοι άνδρες φάνηκε πως αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου (2.319 θανάτους ανεξαρτήτου αιτίας ανά 100.000 άνδρες). Αμέσως μετά ακολουθούν οι αδέσμευτοι (2.077) και οι χήροι (1.640). Οι παντρεμένοι άνδρες ωστόσο είχαν αγγίξει μόλις τους 1.073 θανάτους.
Μεταξύ των γυναικών, που παραδοσιακά ζουν περισσότερο από τους άνδρες, ο βαθμός θνητότητας σε όσες ήταν αδέσμευτες ήταν ο υψηλότερος (1.307), με τις χήρες (1.230) και τις διαζευγμένες (1.114) να ακολουθούν. Αντίθετα, οι παντρεμένες γυναίκες κατέγραψαν πολύ χαμηλό βαθμό (699).
Τα πραγματικά αυτά δεδομένα, επιβεβαίωσαν προηγούμενες μελέτες που έδειξαν πως οι παντρεμένες γυναίκες ζουν περισσότερο μια πιο υγιή και χαρούμενη ζωή. Για τους ειδικούς, η εξήγηση είναι απλή μιας και όσοι ενώνονται με τα δεσμά του γάμου προσέχουν ο ένας τον άλλον και φροντίζουν για την καλή υγεία του συντρόφου τους κάθε φορά που θα προκύψει κάποιο ζήτημα υγείας.
Από τα επιπλέον συμπεράσματα που εξήχθησαν από την έρευνα, φάνηκε πως στην ομάδα με τους νεότερους ηλικιακά ανθρώπους, η θνησιμότητα μεταξύ των ελεύθερων ήταν τρεις φορές πιο υψηλή από τους παντρεμένους.
Τα ποσοστά μάλιστα ήταν υψηλότερα στους χήρους (440) και στους διαζευγμένους (432).
Ανάλογα ήταν τα ποσοστά και για τις γυναίκες, μιας και η θνησιμότητα ανάμεσα στις ελεύθερες γυναίκες ήταν διπλάσια από ό,τι στις παντρεμένες. Οι χήρες κατέγραψαν τη δεύτερη υψηλότερη θέση θνησιμότητας ενώ ακολουθούν οι διαζευγμένες γυναίκες.
Στις νεότερες ηλικιακά ομάδες, οι παντρεμένοι άνθρωποι κατέγραψαν χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Μεταξύ των ανδρών, τα υψηλότερα ποσοστά κατέγραψαν οι διαζευγμένοι (8.208), τριπλάσιο των παντρεμένων (2.819). Ακολούθησαν οι ελεύθεροι άνδρες (6.818) και οι χήροι (5.269).
Μεταξύ των γυναικών, υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας κατέγραψαν οι ελεύθερες (4.361), οι χήρες (4.028) και οι διαζευγμένες (3.758).
Σύμφωνα με την Sarah Caul, επικεφαλής των στατιστικών θνησιμότητας του Γραφείου Εθνικών Στατιστικών «Για πρώτη φορά έχουμε αναλύσει δημογραφικά στοιχεία θνησιμότητας βασισμένοι στην οικογενειακή κατάσταση τους. Βρήκαμε πως και οι παντρεμένοι άνδρες και γυναίκες (ή όσοι βρίσκονται κάτω από το καθεστώς της αστικής σύμπραξης) έχουν χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από ό,τι οι ελεύθεροι, διαζευγμένοι και χήροι».
Παράλληλα η Rikke Lund, καθηγήτρια με ειδίκευση στη δημόσια υγεία στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης τόνισε πως τα ευρήματα αποτέλεσαν τη συνέχεια προηγούμενων μελετών. Όπως τόνισε η ίδια «υπάρχουν πολλές εξηγήσεις για τα συμπεράσματα αυτά που συμπεριλαμβάνουν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής μεταξύ των παντρεμένων αλλά έναν πιο γρήγορο τρόπο πρόσβασης στην ιατρική περίθαλψη εφόσον αυτό χρειαστεί»
Όπως καταλήγουν οι Αμερικανοί ερευνητές του Ιατρικού Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, οι ανύπαντροι, οι διαζευγμένοι και οι χήροι δεν τρώνε σωστά, είναι πιο πιθανό να μην ασκούνται και να καπνίζουν, να πίνουν συχνά και γενικά να έχουν ανθυγιεινές και επικίνδυνες συμπεριφορές. Σε αντίθεση με αυτούς, οι έγγαμοι είναι πιο πιθανό να απολαμβάνουν καλύτερης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και να επωφελούνται από την οικογενειακή φροντίδα.