Κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού διαβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην έκθεση νομισματικής πολιτικής που δημοσίευσε την Τετάρτη (26.06.2024), από την μη αποτελεσματική απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης έως το τέλος της διορίας του 2026.
Η ΤτΕ, μάλιστα, απαριθμεί και τρεις πιθανές δημοσιονομικές επιπτώσεις από την αδυναμία αξιοποίησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σε ένα πρώτο επίπεδο, ας επισημανθεί πως η ορθή και αποτελεσματική αξιοποίηση των εν λόγω πόρων, έχει προϋπολογιστεί στους αναπτυξιακούς και δημοσιονομικούς στόχους σε Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ως εκ τούτου, ως αποτέλεσμα της υποεκτέλεσής τους, οι δημόσιες δαπάνες που χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκούς πόρους, συμπεριλαμβανομένου του Ταμείου Ανάκαμψης, προκαλούν μικρότερη δημοσιονομική ώθηση σε σύγκριση με την προβλεπόμενη.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Κομισιόν, η δημοσιονομική πολιτική στις χώρες της ευρωζώνης ήταν πιο περιοριστική κατά περίπου 0,2% του δυνητικού ΑΕΠ κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2021-23 έναντι των αρχικών προβλέψεων, λόγω της υποεκτέλεσης των δημοσίων δαπανών του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ειδικότερα στην Ελλάδα και την Ισπανία, η δημοσιονομική πολιτική ήταν πιο περιοριστική κατά 0,3% του δυνητικού ΑΕΠ, σε σύγκριση με 0,6% στην Πορτογαλία και την Κροατία.
Επίσης, η υποεκτέλεση των σχετικών δαπανών συνετέλεσε ώστε η συμβολή των συνολικών επενδύσεων στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας να είναι μικρότερη. Στην Ελλάδα η σωρευτική συμβολή των συνολικών επενδύσεων στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ την περίοδο 2021-23 ήταν μικρότερη κατά 2,2% έναντι των αρχικών προβλέψεων (σε σύγκριση με 6,2% στην Κροατία και 5,8% στην Ισπανία).
Ποιοι είναι οι τρεις δημοσιονομικοί κίνδυνοι
Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, ο παρατηρούμενος χαμηλός ρυθμός εκτέλεσης των δημόσιων δαπανών του Ταμείου Ανάκαμψης ενέχει τους εξής τρεις κινδύνους:
Ένα σημαντικό μέρος των διαθέσιμων κονδυλίων ενδέχεται να μην εισπραχθεί μέχρι το 2026, καθώς η εκπλήρωση των στόχων και οροσήμων συνδέεται άμεσα με την πρόοδο των έργων και την ολοκλήρωσή τους σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Η μη είσπραξη των σχετικών ευρωπαϊκών πόρων για την ολοκλήρωση των συμβασιοποιημένων έργων ενδέχεται να οδηγήσει στην ένταξή τους στο εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και στην ανάγκη χρηματοδότησής τους από εθνικούς πόρους, γεγονός που θα έχει επίπτωση στα δημοσιονομικά μεγέθη. Ας σημειωθεί εδώ, πως οι δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης, σύμφωνα με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, εξαιρούνται από το λειτουργικό κανόνα δαπανών. Υπενθυμίζεται, πως σύμφωνα με πηγές του ΥΠΟΙΚ, ο προτεινόμενος από την Κομισιόν ετήσιος στόχος αύξησης δαπανών είναι 3% για το διάστημα 2025-2028. Μια «ξαφνική» προσθήκη ποσών από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης στο συνολικό ύψος των δαπανών, κινδυνεύει να εκτροχιάσει την χώρα από τις δημοσιονομικές της υποχρεώσεις και να την βάλει ξανά σε διαδικασία υπερβολικών ελλειμμάτων και άλλες περιπέτειες…
Τέλος, όπως επισημαίνει η ΤτΕ, παρά το γεγονός ότι η ταχύτητα απορρόφησης δεν αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείκτη για την αποτελεσματική και αποδοτική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, η πρακτική των συνεχόμενων καθυστερήσεων και της οπισθοβαρούς κατανομής των σχετικών δαπανών προς το τέλος της προγραμματικής περιόδου μπορεί να οδηγήσει σε σπατάλες και κακοδιαχείριση.
Σημειώνεται, πως την περίοδο 2021-23, σε ορισμένες χώρες μάλιστα όπως η Κροατία, η Ελλάδα και η Βουλγαρία, η υποεκτέλεση εκτιμάται περίπου στο 1% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο.
Η Ελλάδα καταγράφει σημαντική υστέρηση στην εκτέλεση των συναφών δαπανών σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό (-0,8% του ΑΕΠ το 2021, -1,3% του ΑΕΠ το 2022, -0,8% του ΑΕΠ το 2023).
Ειδικότερα, σωρευτικά την περίοδο 2021-23 στην Ελλάδα, μόνο το 45% των συνολικών κονδυλίων των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης που έχουν εισπραχθεί μέχρι στιγμής έχει διοχετευτεί στην πραγματική οικονομία, κυρίως σε έργα που αφορούν την πράσινη μετάβαση και δράσεις για την ενίσχυση της απασχόλησης, των δεξιοτήτων και της κοινωνικής συνοχής.
Πηγή: NewsIt