Η αύξηση του κατώτατου μισθού αφορά ουσιαστικά περίπου 600-650.000 εργαζόμενους από το σύνολο των 2,5 εκατομμυρίων εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, το κύμα ακρίβειας έχει προκαλέσει προβλήματα στο σύνολο των εργαζομένων, οπότε είναι θέμα χρόνου να ανοίξει και επίσημα η συζήτηση ανά κλάδο για την υπογραφή νέων επιχειρησιακών ή κλαδικών συμβάσεων.
Από τον Ιούνιο, θα ενεργοποιηθεί και η τελευταία προγραμματισμένη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κάτι που σημαίνει ότι o εργοδότης θα δει μια μείωση του εργοδοτικού κόστους κατά 0,25% και ο εργαζόμενος μια μικρή αύξηση στις καθαρές αποδοχές του επίσης κατά 0,25%. Ωστόσο, αυτό δεν θα είναι αρκετό, καθώς η αλλαγή που θα δουν στην τσέπη τους οι εργαζόμενοι θα είναι ελάχιστη.
Η εξίσωση δεν θα είναι εύκολη. Οι εργοδότες θα επικαλεστούν τις δύσκολες συνθήκες που δημιουργούν οι συνεχείς ανατιμήσεις στο κόστος της ενέργειας ή στο μεταφορικό κόστος όπως επίσης και στο κόστος των πρώτων υλών. Από την άλλη, το επιχείρημα των εργαζόμενων είναι ότι σε αντίθεση με τους εργοδότες, αυτοί δεν έχουν άλλο τρόπο για να αυξήσουν τις αποδοχές τους παρά μόνο μέσα από μια αύξηση που θα δώσει ο εργοδότης.