Ακόμα πιο δύσκολοι αναμένονται οι επόμενοι μήνες για τα νοικοκυριά, καθώς οι βιομηχανίες και τα σούπερ μάρκετ, έκαναν «ποδαρικό» στο φθινόπωρο με νέες ανατιμήσεις, οι οποίες ξεπερνούν ακόμα και το 25% σε βασικά καταναλωτικά αγαθά. Αν και η κυβέρνηση παρέτεινε τη διάταξη για το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους, αλλά και το καλάθι του νοικοκυριού, και έδωσε κίνητρα στις βιομηχανίες να ρίξουν τις τιμές, τα μέτρα αυτά δεν φαίνεται να αποδίδουν, τουλάχιστον προς το παρόν.
Σύμφωνα με έρευνα αγοράς, που δημοσιεύει ο Ελεύθερος Τύπος, από τις τιμές που αναρτώνται στην πλατφόρμα e-katanalotis από τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, από τα 20 προϊόντα που περιέχονται σε ένα τυπικό καλάθι, τα 11 πωλούνται ακριβότερα σε σχέση με τον Ιούλιο, τα δύο δεν παρουσιάζουν μεταβολές, ενώ σε 7 αγαθά οι τιμές έχουν μειωθεί. Ετσι, το κόστος του καλαθιού παρουσιάζει οριακή αύξηση κατά 0,67% στα 85,2 ευρώ από 84,63 ευρώ που ήταν στα μέσα του περασμένου Ιουλίου, ωστόσο σε σχέση με το προηγούμενο καλοκαίρι έχει αυξηθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 15%.
Ανοδικά
Την ανοδική πορεία των τιμών επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της Circana (πρώην IRI) για το α’ εξάμηνο του έτους, που δείχνουν ότι οι ανατιμήσεις διαμορφώθηκαν μεσοσταθμικά στο 9,6%. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται στα απορρυπαντικά και τα καθαριστικά οικιακής χρήσης με 14% και ακολουθούν τα γαλακτοκομικά με 13,4%. Ανατιμήσεις που ξεπερνούν το 10% εμφανίζουν και τα κατεψυγμένα τρόφιμα (10,6%), βοηθητικά υλικά για το μαγείρεμα (10,8%), αλλά και τα προϊόντα προσωπικής υγιεινής (10,6%).
Ενδεικτικά, η μεγαλύτερη ανατίμηση κατά 27,2% καταγράφεται στο ηλιέλαιο, η τιμή του οποίου εκτινάχθηκε σε 5,47 ευρώ το λίτρο από 4,3 ευρώ στις 12 Ιουλίου. Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία για εξαγωγές από τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, δεδομένου ότι η Ουκρανία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ηλίανθων στον κόσμο. Μάλιστα, η Ευρώπη προμηθεύεται από τη χώρα περίπου 200.000 τόνους ηλιελαίου σε μηνιαία βάση.
Στοκ
Ωστόσο, οι εταιρίες έχουν ακόμη αποθέματα και δεν κινδυνεύουν άμεσα από ελλείψεις στα ράφια που να δικαιολογούν την υπέρογκη αύξηση της τιμής του προϊόντος. Κατά 7,7% αυξημένες είναι και οι τιμές του ελαιολάδου, μια ανάσα από τα 10 ευρώ το κιλό (9,79 ευρώ), ενώ, σύμφωνα με εκπροσώπους του πρωτογενούς τομέα, η τιμή του στο ράφι το προσεχές διάστημα ενδέχεται να ξεπεράσει ακόμα και τα 11 ευρώ το κιλό, λόγω της μειωμένης παραγωγής. Οι ελλείψεις στην Ισπανία, που έχασε πάνω από τη μισή παραγωγή της το 2022 λόγω της εκτεταμένης ξηρασίας, θα συνεχιστούν και φέτος, ενώ προβλήματα αναμένεται να αντιμετωπίσουν και οι Ελληνες ελαιοκαλλιεργητές έπειτα από μια χρονιά που η παραγωγή κατέγραψε ρεκόρ με πάνω από 350.000 τόνους.
Διακυμάνσεις όμως καταγράφονται και στις τιμές των ζυμαρικών. Από το 1,13 ευρώ η συσκευασία, που κόστιζε τον Ιούνιο του 2022, τον Ιούλιο του 2023 η τιμή είχε περιοριστεί σε 0,92 ευρώ, λόγω της μεγάλης έντασης των προσφορών, και τώρα επανήλθαν και πάλι στο 1,09 ευρώ.
Ζυμαρικά
Πάντως, υψηλόβαθμο στέλεχος βιομηχανίας ζυμαρικών σημειώνει ότι οι τιμές των ζυμαρικών δεν θα αυξηθούν άλλο, αν και υπάρχουν περιθώρια, λόγω της ούτως ή άλλως χαμηλής τιμής τους. «Οι τιμές των ζυμαρικών αυξήθηκαν μέχρι και 35% από την έναρξη του πολέμου. Από δω και πέρα, εκτιμώ ότι δεν θα αυξηθούν. Αλλωστε, τους τελευταίους μήνες οι τιμές στα μακαρόνια είναι μειωμένες, λόγω των συνεχών προσφορών. Η τελική τιμή για τον καταναλωτή διαμορφώνεται σε 0,80-0,85 ευρώ το πακέτο, όταν πριν από 20 χρόνια ήταν 0,62 ευρώ», αναφέρει χαρακτηριστικά. Επιπλέον, σε αντίθεση με το ψωμί, όπου οι αλευροβιομηχανίες έχουν προαναγγείλει αυξήσεις κατά 10% στους αρτοποιούς, λόγω της αναστολής της συμφωνίας για εξαγωγές από τη Μαύρη Θάλασσα, τα ζυμαρικά παρασκευάζονται από σκληρό σιτάρι που παράγεται εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα.
Ακριβότερα κατά 16% πωλούνται στα σούπερ μάρκετ και τα μήλα στάρκιν στα 2,03 ευρώ από 1,75 τον Ιούλιο, ως αποτέλεσμα της μειωμένης παραγωγής και του υψηλού εργατικού κόστους.
Σπάνε τα… κοντέρ στα γαλακτοκομικά
Την ανιούσα όμως έχει πάρει και η τιμή της φέτας, η οποία αγγίζει τα 6,28 ευρώ για συσκευασία 400 γραμμαρίων από 5,8 ευρώ πριν από περίπου δύο μήνες (+8,3%). Από την άλλη, σταθερή παραμένει η τιμή του φρέσκου γάλακτος στα 1,8 ευρώ το λίτρο, αν και σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού η Ελλάδα είναι μία από τις ακριβότερες χώρες της Ευρώπης στο εν λόγω προϊόν. Αν και οι τιμές του φρέσκου γάλακτος στην Ευρώπη παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις, από 0,49 ευρώ έως και 2,39 ευρώ το λίτρο, δικαιολογούνται εν μέρει από τη διαφορά στην ποιότητα. Ωστόσο, η Ελλάδα αναδεικνύεται η τρίτη ακριβότερη χώρα στο φρέσκο γάλα χαμηλών λιπαρών μετά την Εσθονία και τη Σουηδία ως προς την ελάχιστη τιμή λιανικής πώλησης, η οποία διαμορφώνεται σε 1,12 ευρώ, ενώ ως προς την υψηλότερη τιμή η χώρα μας βρίσκεται στη δεύτερη θέση μετά την Εσθονία, με 2,22 ευρώ το λίτρο.
Σε ό,τι αφορά το πλήρες γάλα, ως προς τη χαμηλότερη τιμή η Ελλάδα βρίσκεται στην έβδομη θέση με 1,12 ευρώ το λίτρο και ως προς την υψηλότερη τιμή φιγουράρει και πάλι στη δεύτερη θέση με 2,22 ευρώ το λίτρο μετά τη Λιθουανία.
Όπως αναφέρει η Επιτροπή Ανταγωνισμού στο ενημερωτικό της σημείωμα, η διατήρηση των τιμών του φρέσκου γάλακτος σε τόσο υψηλά επίπεδα δεν είναι συμβατή ούτε με το κόστος των πρώτων υλών ούτε με το κόστος της ενέργειας, καθώς οι τιμές παραγωγού είτε βρίσκονται στα επίπεδα του Ιουνίου του 2022 είτε έχουν υποχωρήσει ακόμα και σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το περσινό καλοκαίρι και σύμφωνα με πληροφορίες κινείται σε 0,53 ευρώ το κιλό.
Απληστία
Μάλιστα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού αφήνει σαφείς αιχμές για τον λεγόμενο πληθωρισμό της απληστίας, συνδέοντας τις υψηλές τιμές με τα υπέρογκα κέρδη των επιχειρήσεων. «Η Ελλάδα βρίσκεται ψηλά στη λίστα με το 50% του αποπληθωριστή του ΑΕΠ να διαμορφώνεται από τα μικτά κέρδη των επιχειρήσεων το πρώτο τρίμηνο του 2023», σημειώνει χαρακτηριστικά. Επισημαίνεται ότι το προσεχές διάστημα θα ολοκληρωθεί η χαρτογράφηση της αγοράς γάλακτος, τυριού και γιαουρτιού.
Στα υπόλοιπα προϊόντα οι τιμές αυξήθηκαν από 1% έως 8% και σύμφωνα με στελέχη του λιανεμπορίου τροφίμων οι νέοι τιμοκατάλογοι που έχουν λάβει από τις βιομηχανίες είναι ανεβασμένοι από 5% έως 10% ανάλογα με την προϊοντική κατηγορία.
Μειώσεις λόγω προσφορών
Στον αντίποδα, φθηνότερα πωλούνται το αλεύρι, τα αναψυκτικά τύπου cola, οι πατάτες, το ρύζι, τα χαρτικά και τα απορρυπαντικά πιάτων. Ωστόσο, εκπρόσωποι του κλάδου επισημαίνουν ότι οι μειώσεις αυτές σχετίζονται με τον πόλεμο προσφορών που έχουν «κηρύξει» οι βιομηχανίες σε συνεργασία με τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ για να «ροκανίσουν» τα μερίδια των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία αυξάνονται συνεχώς. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana, το μερίδιο των προϊόντων αυτών αγγίζει πλέον το 26,3%, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξής τους διαμορφώνεται στο 13,4%.
Πηγή:enikonomia.gr