Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Καπνικού Συλλόγου Νεάπολης, Γιώργο Τσαμπαρλίδη, τα τελευταία χρόνια εγκαταλείπονται οι εναλλακτικές καλλιέργειες στη Δυτική Μακεδονία, όπως τα αρωματικά φυτά, και παρατηρείται μία στροφή στον καπνό, καθώς αποτελεί ένα σημαντικό έσοδο, όπως ο ίδιος τονίζει μιλώντας στην ΕΡΤ.

Στην περιοχή της Νεάπολης στο Δήμο Βοΐου η καπνοκαλλιέργεια αποτελούσε την βασική πηγή εσόδων για τους αγρότες μαζί με τα σιτηρά και τα όσπρια. Αν και οι εναλλακτικές καλλιέργειες αρωματικών φωτών ήταν επιλογή των τελευταίων χρόνων, φαίνεται πλέον να εγκαταλείπεται σιγά σιγά λόγω των χαμηλών τιμών πώλησης των προϊόντων. Η φυτεία ξεκίνησε στα καπνοχώραφα της περιοχής μιας δύσκολης και επίπονης καλλιέργειας, σε 500 τουλάχιστον στρέμματα με τον καπνικό συνεταιρισμό Βοΐου, Καστοριάς και Γρεβενών να στηρίζει τους αγρότες, που αυτήν την περίοδο παίρνουν τις προκαταβολές για τα πρώτα έξοδα της παραγωγής τους, από τις 3 καπνικές εταιρίες που αγοράζουν το προϊόν, που εντάσσεται στην συμβολιακή γεωργία.

Όπως τόνισε ο κ. Τσαμπαρλίδης μέχρι τέλους του μήνα θα λάβουν και το επίδομα της κυβέρνησης για την περίοδο του κοροναϊού, λαμβάνοντας 90 ευρώ ανά στρέμμα για όσα δηλώθηκαν το 2020. Παράλληλα ο Πρόεδρος του καπνικού συνεταιρισμού ζήτησε την στήριξη της πολιτείας για την καλλιέργεια του καπνού ζητώντας να επιχορηγηθεί όπως και το βαμβάκι.

Βασικό ζητούμενο παραμένει η έλλειψη εργατικών χεριών κυρίως την περίοδο της συγκομιδής καλύπτοντας τις ανάγκες που υπάρχουν με προσωπικό από την Αλβανία και το μεροκάματο στα 35 ευρώ.

Αξίζει τέλος να σημειωθεί πως στην ευρύτερη περιοχή, καλλιεργούνται δυο ποικιλίες καπνού Μπασμάς και Κατερίνης, με τους καπνοκαλλιεργητές να ζητούν αύξηση στην τιμή πώλησης καθώς τα έξοδα πλέον είναι πολλά και έχουν υπερδιπλασιαστεί στο πετρέλαιο τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα.

Σήμερα 500 οικογένειες ζουν από την καλλιέργεια καπνού, ενώ πριν από 10 χρόνια περισσότερα από 15.000 στρέμματα καλλιεργούσαν οι αγρότες στην περιοχή.