Η ταχεία γήρανση του πληθυσμού φορτώνει υπέρογκα βάρη στο ασφαλιστικό σύστημα και η αναλογία συνταξιούχων προς εργαζομένους που τροφοδοτούν με τις εισφορές τους την πληρωμή των συντάξεων αυξάνεται, όπως αναφέρει η εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”. Σύμφωνα με τις μελέτες το εργατικό δυναμικό αναμένεται να μειωθεί σε σχέση με το 2020 κατά 31% και οι συνταξιούχοι να αυξηθούν κατά 13% σε σχέση με το 2020 με αποτέλεσμα για κάθε ένα άτομο ηλικίας άνω των 65 ετών θα αντιστοιχούν μόλις 1,7 άτομα σε ενεργή εργασιακά ηλικία. Η επιβάρυνση του ασφαλιστικού από το δημογραφικό εκτιμάται ότι μπορεί να αγγίξει και τα 50 δισ. ευρώ μέχρι το 2065.
Αυτό σε συνδυασμό με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής ανοίγει τον δρόμο για ενεργοποίηση της ρήτρας για την αναπροσαρμογή των ορίων ηλικίας. Σημειώνεται ότι ο ασφαλιστικός νόμος ορίζει ότι “ τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των ασφαλισμένων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης και του Δημοσίου ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση ανακαθορίζονται κατά τη μεταβολή του προσδόκιμου ζωής του πληθυσμού της χώρας με σημείο αναφοράς τη ηλικία των 65 ετών .Η ισχύς αρχίζει από 1.1.2021 και κατά την πρώτη εφαρμογή της, λαμβάνεται υπόψη η μεταβολή της δεκαετίας 2010 έως 2020 .Από 1.1.2024 τα όρια ανακαθορίζονται ανά τριετία”.
Oι κρατικοί πόροι για τη στήριξη των συντάξεων είναι περιορισμένοι λόγω του υψηλού δημοσίου χρέους και του ευρωπαϊκού κανόνα για πρωτογενή πλεονάσματα. Αυτό σημαίνει ότι το σύστημα θα πρέπει να καλύπτει με αυτοχρηματοδότηση ολοένα και μεγαλύτερο μέρος των δαπανών όταν δεν υπάρχουν περιθώρια για αύξηση των εισφορών καθώς κάτι τέτοιο θα υπονόμευε την αναπτυξιακή δυναμική.
Ισχυρό πλήγμα προκαλεί η διαρροή εσόδων από τις εισφορές λόγω του χαμηλού ποσοστού απασχόλησης της υψηλής ανεργίας, της συμπίεσης των αποδοχών και των εισοδημάτων και των κόκκινων χρεών που επιδεινώνονται από την υγειονομική κρίση.
Εστία κινδύνου αποτελούν σύμφωνα με “ΤΑ ΝΕΑ”, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες ως προς το ΑΕΠ που τοποθετούν τη χώρα στην κορυφή της Ευρωζώνης (16,5% έναντι 13,2%) και αποτελούν κλειδί για το επίπεδο των συντάξεων και τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης σταθερότητας του συστήματος. Με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο “το ύψος των δαπανών για την εθνική, την ανταποδοτική και την επικουρική σύνταξη προβλεπόμενο έως το έτος 2060 δεν πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο αύξησης των 2,5 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ με έτος αναφοράς το 2009”.
To πρόβλημα με τον κόφτη στην χρηματοδότηση των συντάξεων οξύνεται καθώς η πανδημία βύθισε την οικονομία σε ύφεση ενώ “βάζει φρένο” στον ρυθμό ανάπτυξης τα επόμενο χρόνια. Και αυτό γιατί το ποσοστό της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως προς το ΑΕΠ μεγαλώνει αυτόματα σε περιόδους συρρίκνωσης και κολλάει σε υψηλά επίπεδα όταν η ταχύτητα μεγέθυνσης του ΑΕΠ είναι αργή.