Μικροί και μεγάλοι λίγο μετά τις 12 τα μεσάνυχτα, λίγα λεπτά αφότου μπει το 2023 θα αρχίσουν να ψάχνουν στα κομμάτια τους για το φλουρί. Γιατί, όμως, βάζουμε φλουρί στη βασιλόπιτα;
Η απάντηση βρίσκεται σε μια ιστορία που ξεκινά 1.500 χρόνια πριν, στη Μικρά Ασία και συγκεκριμένα στην πόλη της Καισαρείας, την εποχή που δεσπότης της περιοχής ήταν ο Μέγας Βασίλειος, όταν προκειμένου να μοιράσει δίκαια ένα μικρό θησαυρό τον ζύμωσε σε ψωμάκια τα οποία έδωσε στους πολίτες.
Οστόσο, η τελετουργική προσφορά άρτων στους θεούς ήταν γνωστή ήδη από την αρχαιότητα και γινόταν με αφορμή τα μεγάλα αγροτικά ορόσημα του έτους, όπως η σπορά ή ο θερισμός. Το ίδιο συνέβαινε και στην αλλαγή του χρόνου.
Στους ρωμαϊκούς χρόνους η πίτα ή άρτος που ζυμωνόταν για την έναρξη της νέας χρονιάς περιείχε ένα νόμισμα ή ένα μικρό χρυσό κόσμημα, όπως στα ρωμαϊκά Σατουρνάλια. Όποιος το έβρισκε είχε την εύνοια των θεών με το μέρος του και κυρίως του θεού Κρόνου-Χρόνου.
Παλαιότερα η πίτα αυτή περιείχε έναν σπόρο ροδιού για αφθονία και ευζωία, ένα καρύδι, ένα κομματάκι άχυρο, ένα βλαστάρι αμπέλου ή λιόδεντρου.
Όποιο μέλος της οικογένειας (ή της κοινότητας) το έβρισκε στο κομμάτι του θα είχε καλή σοδειά.
Αν και το έθιμο συνεχίστηκε και επί φραγκοκρατίας στη χώρα μας, καθιερώθηκε και σχεδόν λατρεύτηκε χάρη στην ελληνορθόδοξη παράδοση του Μεγάλου Βασιλείου.
Η ιστορία του Μέγα Βασιλείου:
Την εποχή που ο Μέγας Βασίλειος, ήταν δεσπότης της Καισαρείας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια.
Κάποια μέρα όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός – τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να τη λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία. Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη.
Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχεια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό. Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.
Οι χριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν, ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.
Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα!
‘Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.
Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας. Τότε όμως, ο δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά. Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της. Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα . Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου».