Ακριβά κοστίζει στους Έλληνες το όνειρο της απόκτησης κατοικίας, με την αύξηση των επιτοκίων και το… ράλι στις τιμές να καθιστούν απαγορευτική την ιδιοκατοίκηση και δη, από νέους, οι οποίοι αναγκάζονται να καθυστερήσουν την ανεξαρτητοποίησή τους, διαμένοντας στο πατρικό τους.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), το μέσο επιτόκιο των νέων στεγαστικών δανείων διαμορφώθηκε τον περασμένο Νοέμβριο στο 3,52%, όταν λίγους μήνες αργότερα και συγκεκριμένα τον Ιούλιο του 2022, οπότε και ανακοινώθηκε η πρώτη αύξηση επιτοκίων από την Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), αυτό «άγγιζε» το 3,01%. Η αύξηση είναι ακόμη μεγαλύτερη εάν ανατρέξει κάποιος στα στοιχεία του περυσινού Ιανουαρίου, οπότε και το μέσο επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου κυμαινόταν κάτω από το 3% και ειδικότερα, στο 2,86%. Η Ελλάδα, μάλιστα, εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα επιτόκια για την αγορά κατοικίας στην Ευρώπη (σ.σ. μετά τις Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία και Γερμανία), ο μέσος όρος της οποίας κυμαίνεται τη δεδομένη χρονική στιγμή σε 2,81%. Σε σχέση, πάντως, με τον Οκτώβριο του 2022, οπότε και τα επιτόκια είχαν διαμορφωθεί στο 3,69%, το κόστος δανεισμού έχει μειωθεί, γεγονός που αντικατοπτρίζει τις προσπάθειες των τραπεζών να διατηρήσουν «ζωντανή» τη ζήτηση, περιορίζοντας το spread στα νέα στεγαστικά δάνεια, με αιχμή αυτά με σταθερό επιτόκιο.
Αρμόδιες πηγές τονίζουν στο newmoney πως οι εκταμιεύσεις του 2022 «άγγιξαν» το 1,2 δισ. ευρώ, χωρίς παρέκκλιση από τις προβλέψεις που έκαναν αρχές του έτους, σημειώνοντας πως πράγματι ένα μέρος του ποσού αφορούσε σε αιτήματα, τα οποία είχαν γίνει προ του πολέμου στην Ουκρανία. Υπενθυμίζεται πως, σύμφωνα με την ΤτΕ, το συνολικό ύψος των νέων στεγαστικών δανείων, παρότι κατέγραψε άνοδο κατά το 10μηνο του 2022 (28,2%), αυτό παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα. «Με βάση στοιχεία της Έρευνας Τραπεζικών Χορηγήσεων (γ’ τρίμηνο 2022), παρατηρείται μείωση της ζήτησης στεγαστικών δανείων επί δεύτερο κατά σειρά τρίμηνο, μετά από δύο έτη συνεχούς καταγραφής αύξησης της ζήτησης (από το β’ τρίμηνο του 2020)», ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως οι τράπεζες «βλέπουν» ότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και το γενικό επίπεδο των επιτοκίων επηρεάζουν αρνητικά τη ζήτηση στεγαστικών δανείων, ενώ αναμένουν ότι η μείωση της ζήτησης θα συνεχιστεί.
«Ράλι» στις τιμές
Την ίδια στιγμή, οι τιμές των ακινήτων εξακολουθούν να κινούνται ανοδικά, με τη δυναμική, ωστόσο, να τροφοδοτείται πρωτίστως από τη θετική πορεία του τουρισμού, την ανάπτυξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων και την αύξηση των επενδύσεων από το εξωτερικό. Οι τελευταίες κατέγραψαν σημαντική αύξηση 60,2% την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2022 και ανήλθαν σε περίπου 1,3 δισ. ευρώ έναντι 797,2 εκατ. ευρώ το εννεάμηνο του 2021, ξεπερνώντας ακόμη και το αντίστοιχο επίπεδο που είχε καταγραφεί το 2019 (1,03 δισ. ευρώ).
Πιο αναλυτικά, οι τιμές των διαμερισμάτων συνέχισαν να καταγράφουν ισχυρούς ρυθμούς αύξησης μέχρι και το γ’ τρίμηνο του 2022. Με βάση τα στοιχεία εκτιμήσεων που συλλέγονται από την ΤτΕ, το εννεάμηνο του 2022 οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) ήταν αυξημένες κατά 10,4% σε ετήσια βάση έναντι αύξησης κατά 6,8% το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Στην αύξηση των τιμών των διαμερισμάτων για το σύνολο της χώρας κατά το εννεάμηνο του 2022 συνέβαλαν σημαντικά οι υψηλοί ρυθμοί αύξησης των τιμών των δύο μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας, δηλαδή, της Αθήνας (12,0%) και της Θεσσαλονίκης (10,5%), καθώς στις άλλες μεγάλες πόλεις και τις λοιπές περιοχές της χώρας οι ρυθμοί που καταγράφηκαν (9,4% και 7,6% αντίστοιχα) ήταν μικρότεροι από τον αντίστοιχο μέσο όρο για το σύνολο της χώρας. Παράλληλα, οι τιμές των νέων διαμερισμάτων (ηλικίας έως πέντε ετών) αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 11,4%, αρκετά ενισχυμένες έναντι των παλαιών διαμερισμάτων (9,7%).
Η πρωτοβουλία «Το σπίτι μου»
Το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους εκτιμάται ότι θα εκταμιευθούν τα πρώτα χαμηλότοκα ή άτοκα στεγαστικά δάνεια για την απόκτηση πρώτης κατοικίας σε 10.000 νέους έως 39 ετών και ευάλωτα νοικοκυριά, με ειδικό μπόνους σε ζευγάρια με παιδιά.
Πρακτικά, όσοι ενταχθούν στο πρόγραμμα θα πληρώνουν δόση στεγαστικού δανείου που θα είναι πολύ χαμηλότερη από το ενοίκιο που αντιστοιχεί στο σπίτι που επέλεξαν, καθώς το επιτόκιο θα αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο των εμπορικών επιτοκίων, ενώ θα είναι μηδενικό για τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες. «Αγκάθι», ωστόσο, παραμένει το ποσοστό της ίδιας συμμετοχής. Μολονότι σε αντίθεση με ό, τι ισχύει σήμερα, όπου οι τράπεζες χρηματοδοτούν έως το 80% της εμπορικής αξίας ενός ακινήτου, στα νέα στεγαστικά δάνεια θα ισχύσει ο κανόνας 90/10: Οι τράπεζες, δηλαδή, θα χρηματοδοτήσουν το 90% και οι δανειολήπτες το 10%. Έτσι, στην περίπτωση μιας κατοικίας, αξίας 100.000 ευρώ, ο δανειολήπτης θα πρέπει να διαθέτει τα 10.000 ευρώ, ποσό που για κάποιους παραμένει απαγορευτικό, πόσο δε, μάλλον τη δεδομένη χρονική στιγμή, όπου ο πληθωρισμός συνεχίζει να «τρέχει».