Υποτονική χαρακτηρίζεται από τον εμπορικό κόσμο η κίνηση τον Ιανουάριο, πρώτο μήνα των εκπτώσεων, με την αγορά να συνεχίζει να βρίσκεται αντιμέτωπη με τον περιορισμό του διαθέσιμου προς κατανάλωση εισοδήματος για την πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών. Μπορεί οι έμποροι να ξεκίνησαν την εκπτωτική περίοδο με μεγάλες προσφορές στα προϊόντα τους, ωστόσο το καταναλωτικό κοινό πραγματοποίησε μικρότερης αξίας αγορές καθώς τα βασικά είδη «τραβούν» το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός του.
Όπως αναφέρει μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρος ΕΒΕΠ & ΠΕΣΑ, Βασίλης Κορκίδης «ο πρώτος μήνας των εκπτώσεων πέρασε με το βλέμμα στην ακρίβεια των τροφίμων και με την αγοραστική κίνηση στο υπόλοιπο λιανικό εμπόριο να κινείται τον Ιανουάριο με μια πληθωριστική άνοδο του τζίρου. Το «manual των εκπτώσεων» έδειξε άλλη μια φορά πως οι πρώτες εβδομάδες των εκπτώσεων και μέχρι τέλος του Ιανουαρίου ήταν πιο έντονες σε αγοραστικό ενδιαφέρον και κίνηση με πρώτη προτίμηση τα επώνυμα προϊόντα. Αν και τα ποσοστά των εκπτώσεων κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα 40%-50% για την πλειονότητα των εμπορευμάτων, εντούτοις πραγματοποιήθηκαν αγορές μικρότερης αξίας, καθώς η δυσκολία στα οικονομικά των νοικοκυριών οδήγησε σε περικοπές στα απαραίτητα και σε χαμηλότερης αξίας αγαθά. Αρκετός κόσμος πέρασε συνολικά από τα εμπορικά της Αττικής, αλλά τα καταστήματα που άνοιξαν τις Κυριακές του Ιανουαρίου δεν είχαν τις αναμενόμενες πωλήσεις».
Σύμφωνα με τον κ. Κορκίδη, άξιο αναφοράς είναι το νέο τοπίο που έχει αρχίζει να διαμορφώνεται στο λιανικό εμπόριο τα τελευταία δύο χρόνια στην καταναλωτική πίστη, αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο δανείζονται τα νοικοκυριά για την ικανοποίηση προσωπικών και οικογενειακών τους αναγκών.
«Το παιχνίδι του ανταγωνισμού μεταφέρεται με γρήγορους ρυθμούς από τα πιστωτικά ιδρύματα στο γήπεδο της πραγματικής αγοράς, δηλαδή στις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου, που διαθέτουν προϊόντα και υπηρεσίες online ή μέσω των φυσικών καταστημάτων τους. Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τον ίδιο, η πίστωση παρέχεται τη στιγμή της συναλλαγής, αφού ο καταναλωτής έχει αποφασίσει τι θα ψωνίσει με τη μέθοδο «buy now, pay later». Στο ταμείο, ηλεκτρονικό ή φυσικό, του δίνεται η δυνατότητα αντί της εφάπαξ πληρωμής, να εξοφλήσει το ποσό σε έντοκες ή άτοκες δόσεις. Η πίστωση παρέχεται από τράπεζα και εγκρίνεται την ίδια στιγμή για την ολοκλήρωση της πληρωμής στην επιχείρηση.
«Μετά λοιπόν την ‘‘μάχη των εκπτώσεων” τραπεζικές πηγές κάνουν λόγο για τη ‘‘μάχη των δόσεων”, που αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια και να επεκταθεί σε όλους τους κλάδους της λιανικής. Η αγορά μιας τηλεόρασης, ενός ενδύματος, ενός αυτοκινήτου, ακόμη και το κόστος της επίσκεψης σε οδοντίατρο ή το σέρβις ενός οχήματος, μπορεί πλέον να πραγματοποιηθεί με ευκολίες πληρωμής. Κι αυτό χωρίς να διαθέτει ο καταναλωτής πιστωτική κάρτα ή να πρέπει να πάρει δάνειο, αλλά με τη μορφή ενός «ψηφιακού τεφτεριού» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κορκίδης.
Σε χαμηλό επίπεδο οι πωλήσεις
Ειδικότερα στην περιοχή του Πειραιά, όπως προκύπτει από την έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιώς, οι πωλήσεις των χειμερινών εκπτώσεων κινήθηκαν τον Ιανουάριο σε χαμηλότερο επίπεδο, σε σύγκριση με την περυσινή περίοδο, για το μεγαλύτερο ποσοστό των μικρών εμπορικών καταστημάτων. Αναλυτικά, 6 στις 10 εμπορικές επιχειρήσεις κινήθηκαν πτωτικά με την πλειονότητα να καταγράφει μείωση έως 20%. Στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη χρονιά κινήθηκε για 2 στις 10 επιχειρήσεις, ενώ 2 στις 10 κινήθηκαν έστω και σε χαμηλό ποσοστό ανοδικά. «Οι προσδοκίες της πλειονότητας των επιχειρήσεων για την πορεία των εκπτώσεων το επόμενο διάστημα, είναι συγκρατημένες, αφού δεν διαβλέπουν σημαντική ανοδική την πορεία του τζίρου τον μήνα Φεβρουάριο. Η αγορά θα συνεχίσει και τον Φεβρουάριο να βρίσκεται αντιμέτωπη με τον περιορισμό του διαθέσιμου προς κατανάλωση εισοδήματος για την πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών, αλλά είναι παρήγορο πως το οικονομικό κλίμα στη χώρα μας κινείται με θετικό πρόσημο. Ο περυσινός στόχος για τζίρο άνω των 6 δις ευρώ το πρώτο δίμηνο του έτους είναι βέβαιο πως θα επιτευχθεί και μάλιστα, κυρίως λόγω πληθωρισμού, θα αυξηθεί» επισημαίνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κορκίδης.
«Δεν είναι ψυχολογικός ο παράγοντας που φρενάρει τις πωλήσεις» σημειώνει μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Μάκης Σαββίδης, αντιπρόεδρος Εμπορικού Συλλόγου Αθήνας και αντιπρόεδρος GRECA και συμπληρώνει: «έχει να κάνει ξεκάθαρα με το περιορισμένο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών το οποίο κατευθύνεται κυρίως στην αγορά βασικών αγαθών».
Σύμφωνα με τον κ. Σαββίδη η αγοραστική κίνηση κατά τον πρώτο μήνα των εκπτώσεων ήταν υποτονική ενώ αντίστοιχη ήταν η εικόνα και κατά την διάρκεια των δύο προηγούμενων Κυριακών (14 και 21 Ιανουαρίου) που λειτούργησε η αγορά. «Οι έμποροι από νωρίς ξεκίνησαν με μεγάλες προσφορές στα προϊόντα προκειμένου να προσελκύσουν τους καταναλωτές αλλά και να ρευστοποιήσουν το διαθέσιμο απόθεμά τους. Ωστόσο, οι καταναλωτές ήταν συγκρατημένοι στις αγορές τους γιατί δεν υπάρχει διαθέσιμο εισόδημα. Για το επόμενο διάστημα και συγκεκριμένα μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου δεν περιμένουμε σημαντικές αλλαγές στο καταναλωτικό κλίμα. Η κατάσταση έχει δυσκολέψει για το διαθέσιμο εισόδημα, μετά την μεγάλη άνοδο τιμών στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης και την μεγάλη άνοδο στα ενοίκια».
Ερωτηθείς σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση για την καταπολέμηση της ακρίβειας, ο κ. Σαββίδης υπογραμμίζει ότι κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. «Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι η αγορά ελέγχεται. Ο Εμπορικός Σύλλογος της Αθήνας ήταν ο πρώτος που διατύπωσε την ανησυχία του από την αρχή της περυσινής χρονιάς οπότε και ξεκίνησε να αυξάνει ο πληθωρισμός υπέρμετρα πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, λόγω της προεκλογικής περιόδου, αφέθηκε η κατάσταση και τώρα γίνονται έλεγχοι σε μια παγιωμένη κατάσταση. Οι έλεγχοι πρέπει να γίνονται κάθε μέρα στο σύνολο της αγοράς. Επίσης πρέπει να θεσμοθετηθούν, όχι να στηρίζονται στη διάθεση του κάθε υπουργού και της εκάστοτε κυβέρνησης. Είναι στη σωστή κατεύθυνση και πρέπει να συνεχιστούν και να ενταθούν. Αυτός άλλωστε είναι ο ρόλος του κράτους. Να ελέγχει την αγορά».
Τις μεγάλες αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά, λόγω των πληθωριστικών πιέσεων, καταδεικνύει έρευνα που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), με δείγμα 1.000 καταναλωτές τον Νοέμβριο 2023. Συγκεκριμένα, ξεκάθαρη είναι η τάση των καταναλωτών για εξοικονόμηση χρημάτων για τις αγορές βασικών αγαθών και υπηρεσιών και δευτερευόντως διαχείρισης χρημάτων. Μάλιστα, μεγαλύτερη είναι η πίεση στη μείωση των δαπανών για βασικές υπηρεσίες και λιγότερο για βασικά αγαθά.
Αναλυτικότερα, ποσοστό 75% (έναντι 71% τον Ιανουάριο 2023) του κοινού δηλώνει ότι έχει ακυρώσει δαπάνες διασκέδασης όπως είναι η εστίαση, οι διακοπές, τα ταξίδια κ.α. Το 52% (έναντι 50% τον Ιανουάριο) του κοινού δηλώνει ότι έχει αναβάλει εργασίες συντήρησης και επισκευής, π.χ. στο σπίτι ή στο αυτοκίνητο. Το 55% (έναντι 55% τον Ιανουάριο) δηλώνει ότι έχει μειώσει συνολικά τις αγορές σε είδη τροφίμων και είδη παντοπωλείου. Το 48% (έναντι 40% τον Ιανουάριο) δηλώνει ότι έχει αλλάξει μάρκα-επωνυμία προϊόντος. Το 28% (έναντι 24% τον Ιανουάριο) δηλώνει ότι έχει χρησιμοποιήσει χρήματα από τις αποταμιεύσεις του προκειμένου να καλύψει τις αγορές του. Το 28% (έναντι 29% τον Ιανουάριο) έχει αναβάλει την πληρωμή λογαριασμών ή έχει προχωρήσει σε στάση πληρωμής των υποχρεώσεων του. Το 15% (έναντι 11% τον Ιανουάριο) δηλώνει ότι έχει αυξήσει τον χρόνο εργασίας ή έχει βρει δεύτερη εργασία προκειμένου να αυξήσει το εισόδημα του. Μόλις 4% του κοινού δηλώνουν ότι δεν έχουν λάβει κανένα απολύτως μέτρο για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων.
Όσον αφορά τα μέτρα της πολιτείας για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, ένα χρόνο μετά την εφαρμογή του, το καλάθι του νοικοκυριού παρουσιάζει θετική εικόνα. Έχει αυξηθεί η χρήση του από το καταναλωτικό κοινό, από 28% σε 61%, ενώ το κοινό που θεωρεί ότι δεν προσφέρει τίποτα έχει μειωθεί από 44% σε 29%.
Σύμφωνα με την έρευνα, το καλάθι του νοικοκυριού καταλαμβάνει την τελευταία θέση, σε σχέση με τα μέτρα που θεωρούν οι ίδιοι οι καταναλωτές ότι θα τους βοηθούσαν στην αντιμετώπιση της ακρίβειας με μόλις 3%. Το κύριο μέτρο που επιθυμούν οι καταναλωτές, είναι με διαφορά η μείωση του ΦΠΑ σε βασικά τρόφιμα σε ποσοστό 81%, ακολουθούν τα προϊόντα με μόνιμη δέσμευση τιμής με 10% και με 6% το market pass.