Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε οι οδηγοί στις σύγχρονες πόλεις, εκτός από την αντιμετώπιση του αυξημένου κυκλοφοριακού και των πεζών, είναι η εύρεση χώρου στάθμευσης του αυτοκινήτου μας. Το πιο συνηθισμένο πρόστιμο που υπάρχει ενδεχόμενο να βρούμε γυρνώντας στο αυτοκίνητό μας, είναι αυτό που αφορά το παρκάρισμά μας σε σημείο που δεν έπρεπε. Αυτό συμβαίνει ορισμένες φορές από βιασύνη, με αποτέλεσμα να μην δούμε την απαγορευτική πινακίδα ή την αντίστοιχη διαγράμμιση στο οδόστρωμα.
Από την άλλη, εάν δεν βρούμε σχετικά γρήγορα μια σωστή και ασφαλή θέση για το αυτοκίνητό μας, αρχίζουμε και ρίχνουμε τα στάνταρ μας, με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε ορισμένες φορές και σε παρανομίες.
Σύμφωνα με τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, η στάση και η στάθμευση επιτρέπονται μόνο αν δεν δημιουργείται κίνδυνος ή παρακώλυση της κυκλοφορίας και αν δεν υπάρχουν σχετικές απαγορευτικές πινακίδες ή διαγραμμίσεις στο οδόστρωμα.
Η παράνομη στάση και στάθμευση τιμωρείται με πρόστιμο και ανάλογα την βαρύτητα της παρανομίας μας, μπορεί να χάσουμε την άδεια οδήγησης και τις πινακίδες κυκλοφορίας για ορισμένο χρονικό διάστημα. Το βασικό διοικητικό πρόστιμο φτάνει τα 80 ευρώ.
Εκεί που ο Κ.Ο.Κ. αυστηροποιεί ακόμα πιο πολύ τις ποινές του, είναι όταν παρκάρουμε παράνομα σε χώρο στάθμευσης για οχήματα ή για συγκεκριμένο όχημα Ατόμων με Αναπηρίες. Οι οδηγοί αυτοκινήτων που σταθμεύουν σε αποκλειστικές ή γενικές θέσεις στάθμευσης ατόμων με αναπηρία, τιμωρούνται με επί τόπου αφαίρεση των πινακίδων κυκλοφορίας και της άδειας οδήγησης για 60 ημέρες. Το πρόστιμο σε αυτή την περίπτωση φτάνει τα 200 ευρώ.
Επιπλέον, όλες οι παραβάσεις παράνομης στάθμευσης χρεώνονται με έως 9 βαθμούς ποινής, ενώ για την περίπτωση παράνομης στάθμευσης που αφορά ΑΜΕΑ, ο Κ.Ο.Κ. προβλέπει ότι σε περίπτωση υποτροπής μέσα σε διάστημα 6 μηνών, η άδεια οδήγησης αφαιρείται για διπλάσιο χρονικό διάστημα και ο παραβάτης υποχρεούται σε επανεξέταση για την επαναχορήγηση της.