Εξι στους δέκα καταναλωτές θα συνεχίσουν να πραγματοποιούν αγορές από το Διαδίκτυο το επόμενο διάστημα και μάλιστα ένα 14% δηλώνει ότι θα αυξήσει τη συχνότητα των ηλεκτρονικών αγορών. Το 95% του γενικού πληθυσμού δηλώνει ότι έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον μία αγορά από το Internet τους 12 τελευταίους μήνες σε μία από 17 κατηγορίες προϊόντων. Τα ευρήματα αυτά από τη μεγάλη έρευνα που πραγματοποίησε ο Ελληνικός Σύνδεσμoς Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GRECA) σε συνεργασία με την εταιρεία Trueberries έρχονται να επιβεβαιώσουν τη μεγάλη διείσδυση του ηλεκτρονικού εμπορίου στα νοικοκυριά στην Ελλάδα, διείσδυση που διευρύνθηκε και κυρίως επιταχύνθηκε λόγω της πανδημίας.
Το πόση θα είναι αυτή η ανάπτυξη καθώς και ποιοι «παίκτες» θα επιβιώσουν σχετίζεται με μια σειρά παραγόντων και κυρίως με το εάν τα προϊόντα που παραδίδονται στους καταναλωτές είναι όντως αυτά που έχουν παραγγείλει, εάν παραδίδονται σε καλή κατάσταση και εάν παραδίδονται εγκαίρως. Από την έρευνα που πραγματοποίησε ο GRECA και σε επιχειρήσεις e-shop και courier προκύπτει ότι οι διορθωτικές κινήσεις που έγιναν μετά το πρώτο lockdown δεν ήταν αρκετές για να διασφαλίσουν την ομαλή λειτουργία.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, το 27% των ηλεκτρονικών παραγγελιών αφορά delivery φαγητού και το 21% delivery καφέ. Το γεγονός ότι οι δύο αυτές κατηγορίες συγκεντρώνουν το 48% των παραγγελιών εξηγεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και τη γιγάντωση των σχετικών ηλεκτρονικών πλατφορμών (efood, Wolt κ.ά.). Το 10% των παραγγελιών αφορά σούπερ μάρκετ, το 6% ρούχα, το 5% είδη φαρμακείου και το 4% ηλεκτρονικά είδη (τάμπλετ, τηλέφωνα, υπολογιστές κ.ά.).
Το 14% δηλώνει ότι θα αυξήσει τη συχνότητα των ηλεκτρο- νικών αγορών, σύμφωνα με την έρευνα του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτρονικού Εμπορίου.
Για την πλειονότητα των καταναλωτών (60%), το να είναι το προϊόν στη φθηνότερη δυνατή τιμή δεν αποτελεί το βασικό κριτήριο προτίμησης ηλεκτρονικού καταστήματος. Παρ’ όλα αυτά, σίγουρα συνυπολογίζεται ως κριτήριο κατά την επιλογή ηλεκτρονικού καταστήματος για το 63% των καταναλωτών. Η επιλογή καταστήματος για ηλεκτρονική αγορά πραγματοποιείται λαμβάνοντας υπόψη ένα συνδυασμό παραγόντων, με την εξής βαρύτητα: α) οικονομικοί λόγοι (τιμή, δωρεάν παράδοση): 51%, β) προϊοντικά χαρακτηριστικά (αφορούν μάρκα και συγκεκριμένα προϊοντικά χαρακτηριστικά): 31% και γ) λοιπά στοιχεία εμπειρίας από το ηλεκτρονικό κατάστημα (η «πειθώ» του καταστήματος): 18%. Από την άλλη, πρωταρχικός λόγος δυσαρέσκειας των καταναλωτών είναι η εταιρεία που ευθύνεται για τη μεταφορά της παραγγελίας.
Το τελευταίο στοιχείο αποτυπώνεται και στην έρευνα που πραγματοποίησε ο GRECA στις επιχειρήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου και ταχυμεταφορών. Μετά το πρώτο lockdown έγιναν κάποιες διορθωτικές κινήσεις, οι οποίες όμως, σύμφωνα με την έρευνα, δεν απέδωσαν. Αυτές ήταν κυρίως οι εξής: ενοικίαση επιπλέον χώρων, αγορά/ενοικίαση επιπλέον οχημάτων, πρόσληψη επιπλέον προσωπικού, 24ωρη λειτουργία και επιπλέον πληρωμή του προσωπικού ανά παραγγελία.
Η μη απόδοση των προσδοκώμενων αποτελεσμάτων οφείλεται, σύμφωνα με την έρευνα, κυρίως στα εξής: απουσία προηγμένων τεχνολογιών και έλλειψη αυτοματισμών, υποκοστολόγηση των υπηρεσιών, έλλειψη δέσμευσης στον χρόνο παράδοσης, υπό την έννοια ότι δεν προβλέπεται πέναλτι σε περίπτωση που καθυστερήσει η εταιρεία courier, αλλά και μηχανογραφικά συστήματα σε κάποια ηλεκτρονικά καταστήματα που δεν ήταν συμβατά με αυτά των εταιρειών logistics και courier.
Πηγή:Καθημερινή