Το στυγερό έγκλημα με θύμα έναν οικογενειάρχη στα στενά πλακόστρωτα σοκάκια της Παλιάς πόλης στο κάστρο των Ιπποτών, έχει συγκλονίσει την κοινωνία της Ρόδου.
Η σκέψη και μόνο πως ο δολοφόνος κυκλοφορεί ακόμη ανάμεσά τους, σπέρνει τον τρόμο στους φιλήσυχους κατοίκους της Μεσαιωνικής συνοικίας.
Ένας αθέατος μάρτυρας είδε μες στη νύχτα τον παράξενο επισκέπτη στο σπίτι που ο Γιώργος Καρυώτης 75 χρόνων, βρέθηκε στραγγαλισμένος.
Το «Φως στο Τούνελ» έφερε στο φως τα όσα διαδραματίστηκαν πίσω από κλειστές πόρτες και άγνωστες πτυχές του άγριου εγκλήματος.
Ο φιλήσυχος συνταξιούχος λιμενεργάτης και πατέρας τεσσάρων παιδιών, που στο παρελθόν είχε ένα καφενεδάκι στο λιμάνι του νησιού, βρέθηκε δολοφονημένος μέσα στο σπίτι του το μεσημέρι της Τρίτης 14 Ιουνίου.
Το πτώμα του εντοπίστηκε από τον μικρότερο γιο του, Βαγγέλη. Βρέθηκε με τα χέρια πισθάγκωνα δεμένα με κορδόνια από τα άρβυλά του. Ο θάνατός του οφείλεται σε στραγγαλισμό, αφού έφερε θηλιά στο λαιμό μ’ ένα χοντρό σχοινί. Λίγο πριν, του είχαν κλείσει με μια πετσέτα τις αεροφόρους οδούς, για να μην φωνάξει και τον ακούσουν.
Ο ιατροδικαστής τοποθετεί τον χρόνο θανάτου έως ένα 24ωρο νωρίτερα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να τον δολοφόνησαν και μεσημεριανές ή απογευματινές ώρες και όχι απαραίτητα κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενώ το θύμα φέρεται να άνοιξε την πόρτα στον ίδιο του τον δολοφόνο.
Το ενδεχόμενο της ληστείας δείχνει να έχει αποκλειστεί, καθώς τα χρήματά του βρέθηκαν σ’ ένα πουγκί μέσα στο σπίτι του.
Η αστυνομία εξετάζει υλικό από πολύ μεγάλο αριθμό καμερών ασφαλείας της περιοχής.
Από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών έχουν ήδη πάει στην Ασφάλεια Ρόδου κάποιες πρώτες απαντήσεις. Αρκετά από τα γενετικά υλικά που έχουν εντοπιστεί στην οικία του θύματος και έχουν αναλυθεί, είναι «ορφανά», ενώ κάποια άλλα που έχουν ταυτοποιηθεί, ανήκουν σε άτομα του συγγενικού περιβάλλοντος, που δικαιολογούνται να υφίστανται εκεί.
«Εγώ έστειλα το μήνυμα…»
Στο στούντιο της εκπομπής βρέθηκε ο μικρότερος γιος του, Βαγγέλης, που βίωσε το σοκ της ανεύρεσής του. Ο ίδιος πιστεύει ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε γύρω στις 3-4 τα ξημερώματα, που ένας μάρτυρας είδε έναν άγνωστο άνδρα να βγαίνει από την αυλή του σπιτιού του. Αποκάλυψε μάλιστα πως αυτός ήταν ο αποστολέας ενός μηνύματος προς τον μάρτυρα, που του ζητούσε να βρεθούν για να του πει τι είδε τη νύχτα στον τόπο της δολοφονίας.
Τι είδε ο αθέατος μάρτυρας…
Το «Τούνελ» εντόπισε και μίλησε με σημαντικούς μάρτυρες στη Μεσαιωνική πόλη, σε μία προσπάθεια να ξετυλίξει το μπερδεμένο κουβάρι αυτού του ειδεχθούς εγκλήματος.
«Εγώ μένω σχετικά κοντά με το θύμα. Το συγκεκριμένο βράδυ έλειπα, την επόμενη μέρα όμως και αφού είχε μαθευτεί το σκηνικό στη γειτονιά, ένας φίλος μου μου περιέγραψε τον άνθρωπο που είδε στις τρεις τα ξημερώματα στο σημείο. Ήταν κοντοκουρεμένος και έφυγε από την ανοιχτή πόρτα της αυλής, κρατώντας μία τσάντα», τόνισε ο μάρτυρας. Όταν ρωτήθηκε για το εάν υπάρχουν κάμερες στο χώρο, απάντησε:
«Δυστυχώς, δεν υπάρχουν κάμερες στο συγκεκριμένο σημείο, αλλά αλλού. Στις Πύλες της Παλιάς πόλης, οι κάμερες καταγράφουν ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει. Πιστεύω πως κάτι θα έχουν καταγράψει…»
Η ομάδα ερευνών της εκπομπής, εντόπισε και μίλησε με τον μάρτυρα – «κλειδί», που πιθανόν να είδε τον δολοφόνο του αδικοχαμένου συνταξιούχου.
«Ήταν γύρω στις τρεις με τέσσερις παρά το ξημέρωμα. Δε θυμάμαι αν έμπαινε ή αν έβγαινε αυτός ο άνδρας εκείνη τη στιγμή. Φορούσε εργατικά ρούχα και κρατούσε μία νάιλον σακούλα του σουπερμάρκετ. Ήταν γύρω στο 1.70 και είχε πολύ κοντό μαλλί. Δεν ερχόταν από το μίνι μάρκετ αλλά καθέτως, από τα πλάγια», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αυτό που προκαλεί όμως αίσθηση είναι ένα μήνυμα που έλαβε ο ίδιος στο κινητό του, λίγο μετά την κατάθεση που έδωσε στις Αρχές.
«Δέχτηκα ένα μήνυμα από έναν άγνωστο αριθμό. Ο άνδρας αυτός ήθελε να βρεθούμε από κοντά να μιλήσουμε γι’ αυτά που είδα, χωρίς να το μάθει κάποιος. Δεν έδωσα παραπάνω βάση, ούτε απάντησα. Δε μου είπε το όνομά του. Το μήνυμα το έλαβα περίπου τρεις ημέρες μετά απ’ όταν έδωσα κατάθεση στην αστυνομία», κατέληξε ο μάρτυρας.
Ο γιος: Γιατί να σκοτώσω εγώ τον πατέρα μου;
Ο μικρότερος γιος της οικογένειας, που βρήκε δεμένο και δολοφονημένο τον πατέρα του μέσα στο ίδιο του το σπίτι, μίλησε σοκαρισμένος από τον τόπο του εγκλήματος.
«Η ψυχολογία μου είναι πάρα πολύ χάλια. Τελευταία φορά τον είδα μία ημέρα πριν τη δολοφονία για δεκαπέντε λεπτά. Δεν μου ανέφερε, ούτε είδα κάτι παράξενο, που να μου έκανε εντύπωση. Δε συνήθιζε να αφήνει ορθάνοιχτη την αυλόπορτα και αυτό με παραξένεψε. Μπήκα μέσα, τον φώναζα και δεν έπαιρνα καμία απάντηση. Τότε συνειδητοποίησα ότι κάτι έχει συμβεί. Είδα ανοιχτή και την πόρτα του σπιτιού. Αυτός που μπήκε μέσα για να κάνει κακό στον πατέρα μου, την κλώτσησε και μετακινήθηκε ο καταψύκτης», ανέφερε συγκινημένος.
Περιέγραψε από το σημείο τις φρικτές εικόνες που αντίκρυσε.
«Τον είχαν ρίξει στο πάτωμα με δεμένα τα χέρια πίσω και μία κουβέρτα πάνω του. Είχε στο κούτελό του μία μαύρη γραμμή και στο πρόσωπό του πολλά χτυπήματα. Ξυλοκοπήθηκε… Είχε ένα σχοινί περασμένο τρεις φορές στο λαιμό του. Πετάω την κουβέρτα από πάνω του και αρχίζω να φωνάζω για βοήθεια.»
Οι Αρχές τον κάλεσαν να δώσει κατάθεση και όπως ο ίδιος θεωρεί, τον στοχοποίησαν άδικα.
«Με πήγαν στο Τμήμα για να καταθέσω. Ήταν μία… απλή κουβεντούλα, η οποία διήρκησε δεκαέξι ώρες. Τους έχω εξηγήσει τα πάντα, για ποιο λόγο να κάτσω να σκοτώσω τον πατέρα μου; Δεν το έχω κάνει εγώ! Δεν είχαμε καμία διαφορά, ούτε για τα περιουσιακά, ούτε για τίποτα. Τους είπα ποιους υποψιάζομαι και δεν έδωσαν καθόλου βάση στα λεγόμενά μου. Το μόνο που προσπαθούσαν ήταν να με «τυλίξουν» σε μία κόλλα χαρτί και να με στείλουν στη φυλακή, χωρίς να έχω κάνει τίποτα εγώ. Ελπίζουμε να βρεθεί ο ένοχος και να πληρώσει, για να καθαρίσει και το όνομά μας, που μας κατηγορούσαν», κατέληξε.