Ισχυρά όπλα πρόκειται να προστεθούν στη φαρέτρα της επιστήμης ενάντια στην πανδημία, με την κυκλοφορία και νέων εμβολίων για τον κορονοϊό. Μέσα στον Απρίλιο αναμένεται να φτάσουν στη χώρα μας οι πρώτες δόσεις του εμβολίου της Janssen, ενώ διεθνώς, μέχρι το τέλος του χρόνου, αναμένεται να έχουν κυκλοφορήσει άλλα επτά εμβόλια.
Η εμφάνιση των μεταλλάξεων του ιού ανέδειξε τα πλεονεκτήματα κάποιων εμβολίων έναντι άλλων. «Προς το παρόν, τα τρία εμβόλια που έχουν εγκριθεί και είναι διαθέσιμα για χορήγηση στον γενικό πληθυσμό (των Pfizer/BioNTech, Moderna/NIH και AstraZeneca/Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης) είναι ιδιαίτερα ασφαλή. Και τα τρία εμβόλια απαιτούν δύο εμβολιαστικές δόσεις με μεσοδιάστημα που ποικίλλει από 3 εβδομάδες για το εμβόλιο της Pfizer, 4 εβδομάδες για το εμβόλιο της Moderna και από 4 έως 12 εβδομάδες για το εμβόλιο της AstraZeneca», δηλώνει ο πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θάνος Δημόπουλος.
Αποτελεσματικότητα
Για όλα τα εμβόλια έχουν διεξαχθεί πολυκεντρικές κλινικές μελέτες και τα αποτελέσματά τους έχουν δημοσιευτεί σε ιδιαίτερα αξιόλογα επιστημονικά περιοδικά. Το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech βασίζεται στην τεχνολογία του mRNA και έχει αποτελεσματικότητα 95% σε διάστημα 7 ημερών από τη δεύτερη δόση, ενώ φαίνεται ότι η προστασία έναντι της νόσου COVID-19 ξεκινά ακόμα και στις 11 ημέρες μετά την πρώτη δόση.
Το εμβόλιο των Moderna/NIH βασίζεται επίσης στην τεχνολογία του mRNA και έχει αποτελεσματικότητα 94% 14 ημέρες μετά την πρώτη δόση.
Το εμβόλιο της AstraZeneca, που ανέπτυξε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, χρησιμοποιεί έναν αδενοϊό και έχει αποτελεσματικότητα 60%, ενώ η προστασία έναντι της COVID-19 εκδηλώνεται 21 ημέρες μετά την πρώτη δόση.
Το ποσοστό αποτελεσματικότητας είναι πολύ ενθαρρυντικό για όλες τις ηλικιακές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων, που είναι πιο ευάλωτοι σε σοβαρή λοίμωξη COVID-19.
Διαβάστε εδώ το δημοσίευμα της Realnews.