Επτά δεκαετίες μετά τη δημιουργία της πρώτης Barbie, η πρώτη real life ταινία έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές ημέρες και η κούκλα – φαινόμενο μονοπωλεί τη συζήτηση στην ποπ κολτούρα. Μπορεί οι περισσότεροι να γνωρίζουν αρκετά πράγματα για την Barbie, όπως το πότε κυκλοφόρησε και το πόσα δισεκατομμύρια κομμάτια έχει πουλήσει ανά τα χρόνια, υπάρχουν όμως λιγότερο γνωστές, σκοτεινές ιστορίες πίσω από τη δημιουργία της πιο δημοφιλούς κούκλας στον κόσμο.
Τη δεκαετία του 1940, η Ruth Handler ήταν μία υπάλληλος της Paramount, που έμενε στο Los Angeles μαζί μετον σύζυγό της Elliot, o οποίος ασχολιόταν με τον κλάδο της επιπλοποιίας. Κάποια στιγμή, πιθανότατα μετά από ένα ταξίδι της στην Ευρώπη, όπου είχε δει μια κούκλα που έμοιαζε με ενήλικη γυναίκα (ή, σύμφωνα με άλλες πηγές, παρατηρώντας απλά την κόρη της να παίζει) συνέλαβε την ιδέα να δημιουργήσει ένα παιχνίδι που θα απευθυνόταν στα κορίτσια, θα ήταν πιο ρεαλιστικό και θα αντιπροσώπευε αυτό που θα ήθελαν να γίνουν. Έδωσε στην κούκλα το όνομα της κόρης της, Barbara, και ξεκίνησε να κάνει το όραμά της πραγματικότητα. Συνεταίρος τους στην εταιρεία παιχνιδιών ήταν ο Harold Matson, τον οποίο φώναζαν «Matt», και έτσι, σε συνδυασμό του Matt και του Elliot προέκυψε η εμπορική ονομασία Mattel.
Ο Matson κάποια στιγμή αποχώρησε από την εταιρεία και τη θέση του πήρε ο Jack Ryan, ένας παιχνιδοποιός – πρώην κατασκευαστής όπλων. Αυτή ήταν η πρώτη απόφαση που η Ruth Handler μετάνιωσε που πήρε, καθώς δεν προσέφερε στον Ryan μισθό, αλλά ποσοστό επί των πωλήσεων, με αποτέλεσμα ο ίδιος να βγάλει πάρα πολλά χρήματα, τόσα που δε μπορούσε κανείς από τους δύο τους τους να φανταστεί. Στο μεταξύ, αμέσως μετά την κυκλοφορία της Barbie, ο Ryan και η Ruth άρχισαν να έχουν σοβαρές διαφωνίες σχετικά με την πνευματική ιδιοκτησία γύρω από την κούκλα, διότι η Ruth είχε μεν την αρχική ιδέα, αλλά ο Ryan βοήθησε στην ολοκλήρωσή της.
Η εταιρεία στο μεταξύ είχε μεγαλώσει πολύ, οι πωλήσεις συνεχίζονταν με μεγάλο ρυθμό και η Barbie είχε αποκτήσει φίλο, τον Ken, δηλαδή Kenneth – το όνομα του γιου των Handler.
Τα εκατομμύρια δολάρια που είχε στο μεταξύ κερδίσει ο Ryan τον είχαν βοηθήσει να κάνει τη ζωή που ονειρευόταν, η οποία περιλάμβανε την αγορά μίας τεράστιας βίλας στο Bel Air, την άκρατη κατανάλωση ναρκωτικών και αλκοόλ, τα μεγάλα πάρτι και έναν – σύντομο σε διάρκεια – γάμο με την σταρ της εποχής Zsa Zsa Gabor. Στο μεταξύ η οικογένειά του βρισκόταν αποκλεισμένη σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι του «Κάστρου», όπως αποκαλούσε τη βίλα. Για να μη χάσει ο ίδιος την επαφή με τα τεκταινόμενα στην εταιρεία είχε φροντίσει να εγκατασταθούν σε όλη την έκταση της βίλας πάνω από 100 τηλέφωνο (φανταστείτε τι συνέβαινε αν χτυπούσαν όλα μαζί), για να μπορεί να ενημερώνεται την ώρα που διασκέδαζε.
Στο μεταξύ η Handler, εκμεταλλευόμενη τις αδυναμίες του Ryan, φρόντιζε να μειώνει τα ποσά που ο ίδιος εισέπραττε από τα δικαιώματα των πωλήσεων, πράγμα που χρόνια μετά τον οδήγησε στην κατάθεση αγωγής εναντίον της εταιρείας. Λίγο μετά τη διάγνωση της Handler με καρκίνο στο μαστό, κι ενώ είχε ξεπεράσει τον κίνδυνο από την ασθένεια, ξεκίνησαν τα οικονομικά προβλήματα της εταιρείας και η ίδια αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση της (για την ακρίβεια, να τη διώξουν), διακόπτοντας κάθε σχέση με την εταιρεία της οποίας κάποτε ήταν η ψυχή. Το 1978 η Handler καταδικάστηκε από την αμερικανική δικαιοσύνη για πλαστές φορολογικές δηλώσεις και κλήθηκε να πληρώσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό ως πρόστιμο, αντικαθιστώντας όμως την εκτίσιμη ποινή της με χιλιάδες ώρες κοινωνικής εργασίας. Ο λόγος για το οποίο τη γλίτωσε τόσο φτηνά παρότι τα οικονομικά εγκλήματα τιμωρούνται σοβαρά στις ΗΠΑ ήταν ότι δεν δήλωσε μεν ένοχη, αλλά δεν αρνήθηκε και τις κατηγορίες, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονταν και η πλαστογραφία τιμολογίων.
Στο μεταξύ ο Ryan υπέφερε από κατάθλιψη και αλκοολισμό, και μετά το διαζύγιό του προσπάθησε να βρει μία σύντροφο – στήριγμα, καθώς περίμενε και την αποζημίωσή του από τα χρήματα που του έκλεβε η Handler, ωστόσο βυθίστηκε ακόμα περισσότερο στις καταχρήσεις. Μετά από ένα εγκεφαλικό που τον άφησε τετραπληγικό και χωρίς την ικανότητα να μιλήσει, ο Ryan αυτοκτόνησε με όπλο το 1991. Στο μεταξύ είχε εισπράξει από την Mattel μόλις 6 εκ. δολάρια, αντί των 16 που ζητούσε.
Η διαμάχη του με την Handler συνεχίστηκε και μετά το θάνατό του. Όταν οι New York Times αναφέρθηκαν σε εκείνον ως τον εφευρέτη της Barbie, η Ruth δε δίστασε στιγμή να γράψει μία επιστολή προς την εφημερίδα, αναφέροντας σε αυτή πως εκείνος έκανε απλώς κάποιες βελτιώσεις στο μοντέλο. Μέχρι το δικό της θάνατο το 2002 σε ηλικία 85 ετών, η Handler συνέχιζε να μιλάει για τον Ryan σαν να ήταν ένας απλός συνεργάτης. Τα παιδιά του Ryan συνέχισαν τον αγώνα να δικαιωθεί ο πατέρας τους, ωστόσο η συνεισφορά του στη δημιουργία της κούκλας ακόμα αμφισβητείται, εν μέρει λόγω της καμπάνιας της Ruth εναντίον του και εν μέρει εξαιτίας του άσωτου τρόπου ζωής του, τον οποίο η εταιρεία δεν ήθελε για κανένα λόγο να συνδέσει με την κούκλα. Από την άλλη, βέβαια, η εταιρεία έστειλε την Handler σπίτι της εναντίον των οικονομικών εγκλημάτων που διέπραξε, άρα μάλλον θα πρέπει να περάσουν πολλά πολλά χρόνια ώσπου να μάθουμε την αλήθεια για την Barbie και τους συνδημιουργού της. Αν τη μάθουμε ποτέ. Ίσως η απάντηση να βρίσκεται κρυμμένη κάπου στην Barbieland.
Πηγή:marieclaire.gr