Ξεπερνούν πλέον, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τους 36.000 οι νεκροί σε Τουρκία και Συρία από τα καταστροφικά 7,8 Ρίχτερ του σεισμού της προηγούμενης Δευτέρας.
Δύο χώρες σε απόλυτο θρήνο, η εμπόλεμη Συρία από τη μια και η Τουρκία από την άλλη, που μετρά και τα περισσότερα θύματα. Και αν στη Συρία αυτή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να αποδώσει ευθύνες για το μέγεθος της καταστροφής, στην Τουρκία τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα βυθίστηκαν, έγιναν συντρίμμια στα δευτερόλεπτα που διήρκεσε ο σεισμός, παρασύροντας στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους. Κτίρια που είχαν ανεγερθεί ακόμη και έναν χρόνο πριν, υποτίθεται, με τον τελευταίο αντισεισμικό κανονισμό, έπεσαν σαν τραπουλόχαρτα.
Με την οργή να κατευθύνεται σε συγκεκριμένα πρόσωπα και κυρίως στον Ερντογάν, ο οποίος αμνήστευσε κατασκευαστές, εργολάβοι συλλαμβάνονται ως υπαίτιοι της αδιανόητης τραγωδίας. Οι εκτιμήσεις μηχανικών και ειδικών είναι ότι δεν τηρήθηκαν βασικοί κανόνες σε μια εξαιρετικά σεισμογενή περιοχή. Ότι διαμερίσματα που πωλήθηκαν σαν πολυτελή δεν ήταν παρά σαθρές κατασκευές που δεν μπορούσαν σε καμία περίπτωση να αντέξουν στα 7,8 Ρίχτερ. Το παράδειγμα, μάλιστα, ενός δημάρχου, της πόλης του Ερζίν όπου δεν μέτρησε κανέναν νεκρό, αποτελεί μία ακόμη απόδειξη για το πώς η τραγωδία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν απλώς είχαν εφαρμοστεί οι ισχύοντες κανονισμοί.
Η ανάλυση του Guardian -«Κανείς δεν έμαθε από την τραγωδία του σεισμού του 1999 στην Τουρκία»
Είναι χαρακτηριστική η ανάλυση του Guardian που λέει ότι κανείς δεν έμαθε από την τραγωδία του 1999 στην Τουρκία, όταν η γειτονική χώρα θρήνησε 17.000 θύματα στον σεισμό της Κωνσταντινούπολης.
Τότε, οι Αρχές υποσχέθηκαν αυστηρότερους οικοδομικούς κανονισμούς και εισήγαγαν έναν «φόρο σεισμού» με στόχο τη βελτίωση της ετοιμότητας σε μια χώρα που βρίσκεται πάνω σε δύο μεγάλα γεωλογικά ρήγματα. Εκείνη την καταστροφή, μάλιστα, είχε εκμεταλλευτεί το κόμμα Ερντογάν για να ανέλθει στην εξουσία ο «σουλτάνος». Κέρδισε το 2002 τις εκλογές με συντριπτική πλειοψηφία, υποσχόμενο διαφάνεια και ανοικοδόμηση της οικονομίας, που είχε καταστραφεί από το κραχ του χρηματιστηρίου.
Σχεδόν 24 χρόνια αργότερα, μετά τον ακόμη πιο φονικό σεισμό της Δευτέρας και τους μετασεισμούς, οι άνθρωποι σε όλη την Τουρκία αναζητούν όχι μόνο τους αγνοούμενους αγαπημένους τους, αλλά και απαντήσεις.
Ο Ερντογάν το 2011 ως πρωθυπουργός, κατηγόρησε τις κακές κατασκευές για τον υψηλό αριθμό των νεκρών, λέγοντας: «Οι δήμοι, οι κατασκευαστές και οι επόπτες θα πρέπει τώρα να δουν ότι η αμέλειά τους ισοδυναμεί με δολοφονία».
«Αλλά με σχεδόν 30.000 νεκρούς πλέον μόνο στην Τουρκία -ένας αριθμός που συνεχίζει να αυξάνεται- και περισσότερους από 1 εκατομμύριο ανθρώπους να έχουν μείνει άστεγοι, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι η ενδημική διαφθορά και η χαλαρή εφαρμογή των οικοδομικών κανονισμών έχουν επιδεινώσει την κρίση», σχολιάζει ο Guardian και συνεχίζει:
«Ο Ερντογάν κατέστησε τις κατασκευές την ατμομηχανή της τουρκικής οικονομίας – χρηματοδοτήθηκε η κατασκευή νέων αυτοκινητοδρόμων, νοσοκομείων και σπιτιών και εμπορικών καταστημάτων σε όλη τη χώρα, μέχρι που η τουρκική λίρα κατέρρευσε το 2018.
Στα χαρτιά, τα τουρκικά πρότυπα ασφάλειας των κτιρίων είναι από τα καλύτερα στον κόσμο και επικαιροποιούνται τακτικά με ειδικούς κανόνες για τις σεισμογενείς περιοχές. Το σκυρόδεμα πρέπει να είναι ενισχυμένο με χάλυβα και οι τοίχοι και οι κολόνες που φέρουν τα φορτία πρέπει να κατανέμονται με τέτοιον τρόπο ώστε να αποφεύγεται το «pancaking», όταν οι όροφοι στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλον, μετά από κάθετη κατάρρευση.
Όμως Τούρκοι και διεθνείς γεωλόγοι, πολεοδόμοι, αρχιτέκτονες και ειδικοί σε θέματα αντιμετώπισης σεισμών προειδοποιούσαν εδώ και χρόνια ότι ακόμη και πολλές σύγχρονες κατασκευές σε όλη τη χώρα αποτελούσαν «ερείπια σε αναμονή» επειδή δεν είχαν τηρηθεί σωστά οι οικοδομικοί κανόνες.
Οι παραβάσεις δεν τιμωρούνταν επαρκώς ώστε να αποτρέπουν τις κατασκευαστικές εταιρείες και τους επενδυτές από το να εφορμόζουν πλημμελώς τους οικοδομικούς κανόνες, αλλά οι ειδικοί λένε ότι το πρόβλημα αγνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό επειδή η αντιμετώπισή του θα ήταν δαπανηρή και αντιδημοφιλής.
Την ίδια στιγμή, ο πληθυσμός σε πολλές από τις χειρότερα πληγείσες περιοχές της Τουρκίας έχει αυξηθεί την τελευταία δεκαετία λόγω της εισροής εκατομμυρίων προσφύγων από τη γειτονική Συρία. Δεν είναι σαφές από τους κυβερνητικούς προϋπολογισμούς πώς δαπανήθηκε ο φόρος για τους σεισμούς – που εκτιμάται ότι έχει συγκεντρώσει 3 δισ. δολάρια από την καταστροφή του 1999.
Η τουρκική κυβέρνηση πραγματοποιεί περιοδικά τις λεγόμενες «κατασκευαστικές αμνηστίες» από τη δεκαετία του 1960, κατά τις οποίες οι κατασκευαστικές εταιρείες και οι ιδιοκτήτες κτιρίων απαλλάσσονται έναντι αμοιβής από την έλλειψη πιστοποίησης ασφάλειας – μια πολιτική που πιστεύεται ότι έχει αποφέρει δισεκατομμύρια λίρες στο τουρκικό κράτος. Η τελευταία αμνηστία ήταν το 2018, και μόλις λίγες ημέρες πριν από τους τελευταίους σεισμούς τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι μία ακόμη επρόκειτο να συζητηθεί στο ταμειακά ταλαιπωρημένο τουρκικό Κοινοβούλιο.
Στις 10 πληγείσες επαρχίες της Τουρκίας, έως και 75.000 κτίρια έλαβαν τέτοιες αμνηστίες κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών, σύμφωνα με τον Pelin Pınar Giritlioğlu, επικεφαλής των συνδικαλιστικών επιμελητηρίων μηχανικών και αρχιτεκτόνων της Κωνσταντινούπολης.
Νοσοκομεία και άλλα δημόσια κτίρια, καθώς και οικιστικά και εμπορικά συγκροτήματα, συγκαταλέγονται μεταξύ των περίπου 25.000 κατασκευών που καταστράφηκαν ή υπέστησαν ζημιές. Η ορθή εφαρμογή των κανόνων ασφαλείας θα σήμαινε «μια εντελώς διαφορετική εικόνα τώρα», δήλωσε ο Hakan Süleyman, ερευνητής στο τμήμα Σεισμολογίας του Πανεπιστημίου Boğaziçi της Κωνσταντινούπολης.
«Ο αριθμός των νεκρών θα είχε μειωθεί σημαντικά, καθώς τα κτίρια που έχουν σχεδιαστεί για να αντέχουν σε σεισμούς είναι λιγότερο πιθανό να καταρρεύσουν. Οι ζημιές στις υποδομές θα είχαν ελαχιστοποιηθεί, κάτι που θα συνέβαλλε στην επιτάχυνση της διαδικασίας ανάκαμψης», δήλωσε. «Μακροπρόθεσμα, η επένδυση σε αντισεισμικά κτίρια όχι μόνο σώζει ζωές, αλλά μειώνει και το συνολικό κόστος ανάκαμψης και ανοικοδόμησης μετά από μια καταστροφή».
Αργά το Σάββατο ο αντιπρόεδρος της Τουρκίας, Fuat Oktay, δήλωσε ότι 113 άτομα σε όλη τη χώρα που θεωρούνται ύποπτα για πρόχειρη ή αμελή κατασκευή που μπορεί να συνέβαλε στην καταστροφή έχουν συλληφθεί, ενώ άλλοι 20 ύποπτοι έχουν ταυτοποιηθεί. Ο εργολάβος ενός πολυτελούς 12ώροφου συγκροτήματος διαμερισμάτων που χτίστηκε στην Αντάκια το 2013 συνελήφθη καθώς προσπαθούσε να επιβιβαστεί σε πτήση για το Μαυροβούνιο το βράδυ της Παρασκευής, ανακοίνωσε η αστυνομία. Είπε στους εισαγγελείς ότι η εταιρεία του είχε ακολουθήσει όλες τις σχετικές διαδικασίες και τη νομοθεσία.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης υποσχέθηκε να τιμωρήσει όποιον βρεθεί υπεύθυνος, ανακοινώνοντας τη σύσταση μονάδων ποινικής διερεύνησης σεισμών, ενώ οι εισαγγελείς έχουν αρχίσει να συλλέγουν δείγματα κτιρίων για στοιχεία σχετικά με τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν κατά την κατασκευή. Αναμένονται πολλές ακόμη συλλήψεις, αλλά η επίρριψη ευθυνών στους εργολάβους οικοδομών είναι απίθανο να κατευνάσει την αυξανόμενη οργή της κοινής γνώμης για την κυβερνητική πολιτική.
«Ασχολούμαι με τους σεισμούς εδώ και 53 χρόνια, αλλά δεν έχω ξαναζήσει τέτοια καταστροφή. Είναι αλήθεια ότι δεν περιμέναμε σεισμό αυτής της κλίμακας σε αυτή την περιοχή, οπότε ήταν απρόβλεπτο από αυτή την άποψη. Αλλά είναι επίσης σαφές ότι το μεγαλύτερο μέρος της καταστροφής είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων αστοχιών», δήλωσε ο καθηγητής Övgün Ahmet Ercan, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής σεισμών του τουρκικού επιμελητηρίου γεωφυσικών μηχανικών.
Ο Ερντογάν δεσμεύτηκε ότι η 48, ένα φαινομενικά αδύνατο εγχείρημα δεδομένης της κλίμακας της καταστροφής σε μια τεράστια περιοχή. Αλλά με τις εθνικές εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για τον Μάιο και οι οποίες ήταν ήδη έτοιμες να αποτελέσουν κρίσιμη δοκιμασία μετά από 20 όλο και πιο αυταρχικά χρόνια στην εξουσία, το πολιτικό μέλλον του προέδρου εξαρτάται από το πώς θα χειριστεί τις επιπτώσεις του σεισμού.
«Η κατασκευή αντισεισμικών κατασκευών δεν είναι δύσκολη… αλλά το παρελθόν έχει αποδείξει ότι τα διδάγματα σπανίως λαμβάνονται μετά από καταστροφές στην Τουρκία», δήλωσε ο Süleyman. «Οι πρόσφατοι σεισμοί ανέδειξαν για άλλη μια φορά την ανάγκη για αλλαγή, αλλά η πραγματική δοκιμασία θα είναι η ικανότητα της κυβέρνησης να επιβάλει τους κανονισμούς και να κατασκευάσει ασφαλέστερες κατασκευές στο μέλλον».