Δεκατρία χρόνια μετά από το χτύπημα του Εγκέλαδου στις 11 Μαρτίου του 2011 στην περιοχή Τοχόκου, που έχει μείνει γνωστός ως ο Μεγάλος Σεισμός της Ανατολικής Ιαπωνίας, οι επισκευές των κατεστραμμένων υποδομών στην περιοχή της καταστροφής δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, ενώ το ανθρώπινο κόστος συνεχίζει να αυξάνεται από την πυρηνική καταστροφή που προκάλεσε το τσουνάμι μετά τον υποθαλάσσιο σεισμό των 9 Ρίχτερ, 130 χλμ. ανατολικά της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές της Ιαπωνίας, συνολικά 15.900 άτομα έχουν χάσει τη ζωή τους μέχρι σήμερα εξαιτίας άμεσων ή έμμεσων επιπτώσεων του σεισμού, με 10 επιπλέον προστίθενται το 2023 στον μακάβριο κατάλογο. 2.520 άνθρωποι επίσημα θεωρούνται ακόμη αγνοούμενοι. Δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι της εκκένωσαν την περιοχή για λόγους ασφαλείας και προστασίας από τη ραδιενέργεια. Στις μέρες μας, σχεδόν 30.000 άνθρωποι ακόμη δεν έχουν επιστρέψει στις εστίες τους.
Se cumplen 13 años del terremoto de Mw9.1 en Japón, cuyo tsunami género olas de hasta 40m desencadenando el desastre nuclear de #Fukushima pic.twitter.com/LKUrGqkLQ9
— IGEO (CSIC-UCM) (@IGeociencias) March 11, 2024
Στην πραγματικότητα, το τσουνάμι ήταν πολύ πιο καταστροφικό και θανατηφόρο από τον ίδιο τον σεισμό. Τα κύματα του τσουνάμι έφτασαν μέχρι και τα 40 μέτρα σε ορισμένα σημεία, φτάνοντας μέχρι και 20 χλμ. στην ενδοχώρα, καταστρέφοντας πόλεις και χωριά στο πέρασμά τους.
Την ίδια στιγμή, υπάρχουν ακόμη πολλά αναπάντητα ερωτήματα και εγείρονται ανησυχίες, κυρίως σχετικά με την τύχη των εκατοντάδων τόνων λιωμένου πυρηνικού καυσίμου που βρίσκονται ακόμη στους τρεις κατεστραμμένους αντιδραστήρες του πυρηνικού εργοστασίου της Φουκουσίμα. Η διακοπή ρεύματος στον πυρηνικό σταθμό Φουκουσίμα Νταϊτσί εξαιτίας του θεόρατου τσουνάμι των 13 μέτρων που χτύπησε την εγκατάσταση οδήγησε στην κατάρρευση των τριών αντιδραστήρων που βρίσκονταν σε λειτουργία εκείνη τη στιγμή και την έκλυση τεράστιων ποσοτήτων ακτινοβολίας. Σε κάθε περίπτωση, οι προσπάθειες καθαρισμού θα κάνουν δεκαετίες να ολοκληρωθούν θεωρούν οι ειδικοί.
Ασύλληπτη η ισχύς του σεισμού
Ο σεισμός είχε μια τεράστια διάρκεια περίπου έξι λεπτών και έχει καταγραφεί ως ο ισχυρότερος που υπέστη στην Ιαπωνία τα τελευταία πεντακόσια χρόνια, καθώς και ο τέταρτος ισχυρότερος σεισμός σε όλον τον κόσμο την ίδια περίοδο, σύμφωνα με τις σύγχρονες τεχνικές υπολογισμού.
Με τη βοήθεια δορυφορικών εικόνων, η NASA μπόρεσε να διαπιστώσει ότι ο σεισμός μετακίνησε περίπου 2,4 μέτρα προς τα ανατολικά τη νήσο Χονσού και μετατόπισε τον άξονα της Γης κατά περίπου 10 εκ. Επιπλέον, η ένταση του σεισμού μείωσε τη διάρκεια της ημέρας κατά 1,8 μικροδευτερόλεπτα.
Ο πυρηνικός σταθμός και η καταστροφή
Το πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκουσίμα άρχισε να κατασκευάζεται το 1967 και τέθηκε σε λειτουργία το 1971. Αποτελούνταν από έξι πυρηνικούς αντιδραστήρες και ήταν ένα από τα 25 μεγαλύτερα συγκροτήματα πυρηνικών σταθμών παραγωγής ενέργειας στον κόσμο, με συνολική ισχύ 4,7 GW.
Βρισκόταν υπό τη διαχείριση της ιαπωνικής εταιρείας TEPCO και παρά το γεγονός ότι υπήρχαν αναφορές για κίνδυνο τσουνάμι άνω των 38 μέτρων στην περιοχή, το εργοστάσιο διέθετε τοίχο αντιστήριξης μόλις 8 μέτρων, ενώ πολλά βασικά συστήματα ασφάλειας ήταν τοποθετημένα σε σημεία επιρρεπή σε πλημμύρες. Συνδυαστικά, όλες αυτές οι ελλείψεις σχεδιασμού ήταν κρίσιμες όσον αφορά στη σοβαρότητα των συνεπειών του ατυχήματος.
Όταν σημειώθηκε ο σεισμός και το τσουνάμι λειτουργούσαν οι αντιδραστήρες 1, 2 και 3, ενώ οι μονάδες 4, 5 και 6 είχαν αναστείλει τη λειτουργία τους για λόγους συντήρησης. Οι υπό λειτουργία αντιδραστήρες απενεργοποιήθηκαν αυτόματα και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σταμάτησε. Κατά συνέπεια, άρχισαν να λειτουργούν οι κινητήρες ντίζελ έκτακτης ανάγκης ώστε να παρέχουν την απαραίτητη ηλεκτρική ενέργεια για τη διατήρηση της ψύξης των αντιδραστήρων. Η άφιξη όμως του τσουνάμι προκάλεσε τη διακοπή λειτουργίας τους.
Το μικρό μέγεθος του τοίχου αντιστήριξης για τσουνάμι δεν μπόρεσε να αποτρέψει την πλημμύρα στις εγκαταστάσεις, όπου τα νερά έφτασαν σε ύψος περίπου 5 μέτρων. Αν και ο κατασκευαστικός σκελετός του εργοστασίου δεν υπέστη σοβαρές ζημιές, η καταστροφή πολυάριθμων κρίσιμων συστημάτων από την πλημμύρα προκάλεσε μια σειρά από τεχνολογικές αστοχίες, με αποκορύφωμα την πλήρη απώλεια ελέγχου του εργοστασίου και των αντιδραστήρων του. Λίγους μήνες αργότερα, επιβεβαιώθηκε ότι οι τρεις αντιδραστήρες που ήταν ενεργοί τη στιγμή της καταστροφής είχαν υποστεί σύντηξη του πυρήνα.
Ραδιενέργεια στο περιβάλλον
Το ατύχημα είχε σαν αποτέλεσμα την απελευθέρωση επικίνδυνων ραδιοϊσοτόπων στο περιβάλλον. Οι άνεμοι μετέφεραν τις περισσότερες από τις εκπομπές προς τα ανατολικά, διασκορπίζοντας μεγάλο μέρος τους στο Βόρειο Ειρηνικό Ωκεανό. Οι αλλαγές όμως στην κατεύθυνση των ανέμων προκάλεσαν απόθεση και ενός σχετικά μικρότερου τμήματος ραδιενεργών εκπομπών στην ξηρά, κυρίως στα βορειοδυτικά του πυρηνικού σταθμού της Φουκουσίμα.
Ορισμένα ραδιοϊσότοπα, όπως το ιώδιο-131, το καίσιο-134 και τοκαίσιο-137, ανιχνεύτηκαν σε πόσιμο νερό, τρόφιμα και ορισμένα μη βρώσιμα προϊόντα με αποτέλεσμα οι ιαπωνικές αρχές να καθιερώνουν περιορισμούς για την αποτροπή κατανάλωσης αυτών των προϊόντων.
Επίσης, έντονες αντιδράσεις από γειτονικές χώρες όπως η Κίνα και η Νότια Κορέα έχει ξεσηκώσει η απόφαση της Ιαπωνίας να αρχίσει από πέρυσι να απελευθερώνει επεξεργασμένο ραδιενεργό νερό από τον κατεστραμμένο πυρηνικό εργοστάσιο στον Ειρηνικό Ωκεανό. Σύμφωνα με τους Ιάπωνες ειδικούς, ο χώρος που καταλαμβανόταν από τις δεξαμενές αποθήκευσης είναι απαραίτητος για τον ασφαλή παροπλισμό των εγκαταστάσεων και διαβεβαιώνουν ότι το νερό που απελευθερώνεται είναι ακίνδυνο και αραιώνεται πολύ στη θάλασσα.
Τον περασμένο Νοέμβριο, η διαχειρίστρια εταιρεία TEPCO ανακοίνωσε την τρίτη εκκένωση 7.800 τόνων ραδιενεργού νερού, το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί για να χαμηλώσει τη θερμοκρασία των αντιδραστήρων που κατέρρευσαν πριν από 13 χρόνια. Σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης, από τον περασμένο Αύγουστο που ξεκίνησε η διαδικασία, έχει διοχετευτεί στη θάλασσα νερό που αντιστοιχεί σε 540 πισίνες ολυμπιακών διαστάσεων.
Παρά την έγκριση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, γειτονικές χώρες και φορείς αλιείας στην περιοχή έχουν εκφράσει επανειλημμένα αντιρρήσεις και έχουν οργανώσει διαμαρτυρίες. Χαρακτηριστικά, η Κίνα έχει απαγορεύσει όλες τις εισαγωγές ιαπωνικών θαλασσινών, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τους Ιάπωνες παραγωγούς.
Η χειρότερη πυρηνική καταστροφή μετά το Τσερνόμπιλ
Αμέσως μετά την καταστροφή, οι ιαπωνικές αρχές κατέταξαν το ατύχημα ως 4ης κατηγορίας στην 7βαθμη Διεθνή Κλίμακα Πυρηνικών Ατυχημάτων. Στη συνέχεια όμως, δεδομένων των εξαιρετικά σοβαρών βλαβών που είχαν προκληθεί στους αντιδραστήρες, το ατύχημα αναβαθμίστηκε στο ανώτερο επίπεδο, το έβδομο, όπως και εκείνο του Τσερνόμπιλ.
Αρχικά, περισσότεροι από 45.000 άνθρωποι που βρίσκονταν σε ακτίνα δέκα χιλιομέτρων γύρω από το εργοστάσιο απομακρύνθηκαν από τις εστίες τους, ενώ δύο εβδομάδες αργότερα η ακτίνα εκκένωσης αυξήθηκε στα 30 χιλιόμετρα από το εργοστάσιο.
Τα καταστήματα και τα δημόσια κτίρια έκλεισαν και η κυβέρνηση συνέστησε στους κατοίκους της περιοχής να μην βγαίνουν από τα σπίτια τους, να κλείνουν τα παράθυρα και να αποσυνδέσουν τα συστήματα εξαερισμού, να μην πίνουν νερό βρύσης και να αποφεύγουν την κατανάλωση τοπικών προϊόντων. Παράλληλα, πολλές χώρες εξέδωσαν ταξιδιωτική οδηγία για την αποφυγή ταξιδιών πολιτών τους στην Ιαπωνία λόγω του κινδύνου της πυρηνικής μόλυνσης.
Συνεχίζεται η αποκατάσταση
Η ιαπωνική κυβέρνηση από το 2021 όρισε τη δεύτερη εποχή αποκατάστασης και ανοικοδόμησης μετά το ατύχημα. Η υπουργός Ανασυγκρότησης Τσουτσίγια Σινάκο έδωσε συνέντευξη τύπου ενόψει της σημερινής επετείου και σημείωσε ότι η απελευθέρωση επεξεργασμένου νερού από τον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα εξακολουθεί να παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα, ενώ πρόσθεσε ότι μέχρι και σήμερα, πέρα από τα έργα ανοικοδόμησης, παρέχεται στα θύματα των καταστροφών ψυχολογική υποστήριξη.
Πηγή:ΕΡΤ