Φανταστείτε ότι οι ΗΠΑ αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν μια θανατηφόρα πανδημία. Η κυβέρνηση θεσπίζει μια σειρά μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, απαγορεύσεων, lockdown και την υποχερωτική χρήση μάσκας σε μια προσπάθεια να σταματήσει το κύμα θανάτων. Οι πολίτες ανταποκρίνονται με ευρεία συμμόρφωση αναμειγμένη όμως με κάτι περισσότερο από γκρίνια, δυσφορία, ακόμη και απόλυτη περιφρόνηση. Καθώς οι μέρες μετατρέπονται σε εβδομάδες και οι εβδομάδες μετατρέπονται σε μήνες, η τήρηση των μέτρων σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο γίνεται δυσκολότερη.
Οι ιδιοκτήτες θεάτρων και χώρων διασκέδασης παραπονούνται για τις οικονομικές τους απώλειες. Οι κληρικοί κλείνουν τις εκκλησίες, ενώ τα γραφεία και τα εργοστάσια επιτρέπεται να παραμείνουν ανοιχτά.
Οι αρμόδιοι διαφωνούν μεταξύ τους εάν τα παιδιά είναι ασφαλέστερα στα σχολεία ή στο σπίτι.
Πολλοί πολίτες αρνούνται να φορέσουν μάσκες, ενώ βρίσκονται σε δημόσιο χώρο. Κάποιοι παραπονούνται ότι είναι άβολες, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει δικαίωμα να παραβιάζει τις ελευθερίες τους.
Όσο οικεία κι αν μας ακούγονται όλα αυτά εν έτει 2021, στην πραγματικότητα αυτή είναι η περιγραφή όσων διαδραματίστηκαν στις ΗΠΑ κατά τη θανατηφόρα πανδημίας του 1918. Ο Jonathan Este, γράφοντας στο the conversation , εξηγεί: “Στην έρευνά μου ως ιστορικός της ιατρικής, έχω δει ξανά και ξανά τους πολλούς τρόπους με τους οποίους η τρέχουσα πανδημία καθρεπτίζει ό,τι βίωσαν οι πρόγονοί μας πριν από έναν αιώνα.
Καθώς η πανδημία COVID – 19 μπαίνει στο δεύτερο έτος της, πολλοί άνθρωποι θέλουν να μάθουν πότε η ζωή θα επιστρέψει στο πώς ήταν πριν από τον κορωνοιό. Η ιστορία, φυσικά, δεν είναι ένα ακριβές πρότυπο για το τι ισχύει το μέλλον. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αντέδρασαν και διαχειρίστηκαν την προηγούμενη πανδημία θα μπορούσαν να δώσουν το στίγμα για το πώς θα είναι η μετα-πανδημική ζωή αυτή τη φορά”.
Άρρωστοι και κουρασμένοι, έτοιμοι για το τέλος της πανδημίας
Όπως και η COVID-19, η πανδημία της γρίπης του 1918 χτύπησε σκληρά και γρήγορα, από μια χούφτα κρουσμάτων σε μερικές πόλεις οδήγησε τελικά σε ένα ξέσπασμα σε εθνικό επίπεδο στις ΗΠΑ μέσα σε μερικές εβδομάδες. Πολλές κοινότητες προχώρησαν σε συνεχόμενα lockdown σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν τον έλεγχο της νόσου.
Αν και οι οδηγίες κοινωνικής αποστασιοποίησης λειτουργούσαν για τη μείωση των κρουσμάτων και των θανάτων, όπως και σήμερα, αποδείχθηκαν συχνά δύσκολο να τηρηθούν. Μέχρι τα τέλη του φθινοπώρου τότε, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την έναρξη των ισχυρών μέτρων, η πανδημία φάνηκε να τελειώνει καθώς ο αριθμός των νέων μολύνσεων μειώθηκε.
Οι άνθρωποι ανυπομονούσαν να επιστρέψουν στην κανονική τους ζωή. Οι επιχειρήσεις πίεζαν τους κυβερνητικούς αξιωματούχους να τους επιτραπεί να ανοίξουν ξανά. Πιστεύοντας ότι η πανδημία είχε τελειώσει, οι αρχές άρχισαν να ακυρώνουν τα διατάγματα για τη δημόσια υγεία. Η χώρα γύρισε σελίδα προσπαθώντας να αντιμετωπίσει την οικονομική καταστροφή που είχε προκληθεί από τη γρίπη.
Για τους φίλους, τις οικογένειες και τους συναδέλφους των εκατοντάδων χιλιάδων Αμερικανών που είχαν πεθάνει, η μετα-πανδημική ζωή ήταν γεμάτη θλίψη και πόνο.
Σε μια εποχή που δεν υπήρχε ουσιαστικά κρατικό δίχτυ ασφαλείας, φιλανθρωπικές οργανώσεις ξεκίνησαν να παρέχουν πόρους σε οικογένειες που είχαν πληγεί, ή αναλάμβαναν να μεγαλώσουν τα αμέτρητα παιδιά που έμειναν ορφανά από την ασθένεια.
Λαμβάνοντας τις ενδείξεις από τους αρμόδιους που – κάπως πρόωρα – κήρυξαν το τέλος της πανδημίας, οι Αμερικανοί έσπευσαν να επιστρέψουν στις προ-πανδημικές ρουτίνες τους. Συγκεντρώνονταν σε κινηματογραφικές αίθουσες, συσσωρεύονταν σε καταστήματα. Αθλητικές εκδηλώσεις, θρησκευτικές τελετές, και οικογενειακές συγκεντρώσεις, έδειχναν ότι οι περισσότεροι ήταν πρόθυμοι να επιστρέψουν στην παλιά τους ζωή.
Αξιωματούχοι είχαν, ωστόσο, προειδοποιήσει ότι πιθανά κρούσματα και θάνατοι θα συνεχιστούν για τους επόμενους μήνες. Το βάρος της δημόσιας υγείας, βέβαια, δεν στηριζόταν πλέον στην πολιτική αλλά στην ατομική ευθύνη.
Προβλέψιμα, η πανδημία επεκτάθηκε σε ένα τρίτο θανατηφόρο κύμα που διήρκεσε ως την άνοιξη του 1919, με ένα τέταρτο κύμα να χτυπά το χειμώνα του 1920. Μερικοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν γι αυτό τους “απρόσεκτους” Αμερικανούς. Άλλοι υποβάθμισαν τα νέα κρούσματα ή έστρεψαν την προσοχή τους σε πιο “ήπια” θέματα δημόσιας υγείας, συμπεριλαμβανομένων άλλων ασθενειών, επιθεωρήσεων εστιατορίων και αποχέτευσης.
Είναι δύσκολο να τηρήσεις τα μέτρα
Οι άνθρωποι εκείνης της περιόδου μπορεί να συγχωρεθούν για το ότι δεν κατάφεραν να τηρήσουν τα μέτρα περισσότερο. Πρώτον, ήταν όλοι σε διάθεση να γιορτάσουν το πρόσφατο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ένα γεγονός που ίσως σήμαινε κάτι περισσότερο για την ζωή των Αμερικανών συγκριτικά με την πανδημία.
Δεύτερον, ο θάνατος από ασθένειες ήταν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της καθημερινής ζωής στις αρχές του 20ού αιώνα και μάστιγες όπως η διφθερίτιδα, η ιλαρά, η φυματίωση, ο τυφοειδής, ο κοκκύτης, η οστρακιά και η πνευμονία σκότωναν δεκάδες χιλιάδες Αμερικανούς κάθε χρόνο. Επιπλέον, ούτε η αιτία ή η επιδημιολογία της γρίπης ήταν επαρκώς κατανοητή τότε.
Τέλος, δεν υπήρχαν αποτελεσματικά εμβόλια για να σώσουν τον κόσμο από τις επιπτώσεις της νόσου. Στην πραγματικότητα, ο ιός της γρίπης δεν θα ανακαλυφθεί για άλλα 15 χρόνια και ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο δεν ήταν διαθέσιμο για τον γενικό πληθυσμό πριν το 1945. Δεδομένων των περιορισμένων πληροφοριών που είχαν και των εργαλείων που είχαν στη διάθεσή τους, οι Αμερικανοί υπέμειναν περιορισμούς για χάρη της δημόσιας υγείας. Το περισσότερο που θα μπορούσαν.
Έναν αιώνα αργότερα, και ένα χρόνο μετά την πανδημία COVID-19, είναι κατανοητό ότι οι άνθρωποι και σήμερα είναι ανυπόμονοι να επιστρέψουν στην παλιά τους ζωή. Το τέλος αυτής της πανδημίας αναπόφευκτα θα έρθει, όπως συμβαίνει με κάθε προηγούμενη που έχει βιώσει η ανθρωπότητα.
Αν έχουμε κάτι να μάθουμε από την ιστορία της πανδημίας της γρίπης του 1918, καθώς και από την εμπειρία μας μέχρι στιγμής με την COVID-19, είναι ότι η πρόωρη επιστροφή στην προ-πανδημική ζωή κινδυνεύει να έχει περισσότερα κρούσματα και περισσότερους θανάτους.
Και οι άνθρωποι σήμερα έχουν σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με αυτά ενός αιώνα πριν. Έχουμε πολύ καλύτερη κατανόηση της ιολογίας και της επιδημιολογίας. Γνωρίζουμε ότι η κοινωνική αποστασιοποίηση και οι μάσκες λειτουργούν και μάλιστα σώζουν ζωές. Κυρίως όμως έχουμε πολλαπλά ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια που αναπτύσσονται, με τον ρυθμό των εμβολιασμών να αυξάνεται εξίσου εβδομαδιαίως.
Μπορεί κανείς να αποφύγει να κολλήσει κορονοϊό, αφού υπάρχουν όλοι οι ευνοϊκοί παράγοντες καταπολέμησης του.Το να χαλαρώσουν σε μεγάλο βαθμό τα περιοριστικά μέτρα θα μπορούσε να σημαίνει τη διαφορά μεταξύ μιας νέας έξαρσης της νόσου και ενός ταχύτερου τερματισμού της πανδημίας. Η COVID-19 είναι πολύ πιο μεταδοτική από τη γρίπη και πολλές ανησυχητικές παραλλαγές SARS-CoV-2 εξαπλώνονται ήδη σε όλο τον κόσμο. Το θανατηφόρο τρίτο κύμα της γρίπης το 1919 δείχνει τι μπορεί να συμβεί όταν οι άνθρωποι χαλαρώνουν πρόωρα τις άμυνές τους.