Οι ημέρες είναι γεμάτες άγχος, και ο αριθμός των κρουσμάτων εξακολουθεί να αυξάνεται ενώ η αβεβαιότητα κυριαρχεί στο μυαλό των ανθρώπων: Θα επιστρέψουμε ποτέ στην κανονικότητα;
The Guardian
Με κάποιον περίεργο τρόπο, έπειτα από τρεις εβδομάδες καραντίνας, κλειδωμένος στο στούντιό μου στη Σαγκάη, ενώ κόβω το μοναδικό αγγούρι που έχει μείνει από το τελευταίο πακέτο κυβερνητικών προμηθειών, αφού πρώτα σκρόλαρα στο Διαδίκτυο μία απίστευτη ποσότητα θλιβερών εμπειριών lockdown για να τις δω στη συνέχεια να «εξαφανίζονται», έρχονται στο μυαλό μου αυτές οι λέξεις του Στιβ Τζομπς: Κράτα τη δίψα σου, κράτα την τρέλα σου.
Είναι λες και μία αόρατη δύναμη τις φωνάζει στα αφτιά μου, κι έπειτα τις φωνάζουν δυνατά και καθαρά στον ουρανό πάνω από 26 εκατομμύρια ψυχές σε αυτή την πόλη. Αυτή τη μοναχική, ακίνητη, άδεια, γιγάντια πόλη.
Κατ’ αρχάς, αυτή δεν είναι η πρώτη καραντίνα μου, ούτε η δεύτερη, ούτε καν η τρίτη.
Ως ένας από τους πολλούς Κινέζους που επέστρεψαν στην Κίνα το 2020, εν μέσω Covid, έπειτα από χρόνια στο εξωτερικό, έχω ήδη μάθει και εξασκήσει την τέχνη τού να κάθεσαι ήρεμα σε ένα δωμάτιο μόνος. Εχω ήδη όλες τις εφαρμογές άσκησης σε εσωτερικό χώρο, τα ηχητικά βιβλία, τις συνδρομές σε υπηρεσίες streaming, τις εφαρμογές διαλογισμού και βιντεοδιασκέψεων, καθώς και διανομείς φαγητού που γνωρίζω καλά, και νόμιζα πως θα βουτούσα στην τέταρτη καραντίνα της ζωής μου με χάρη, σαν επαγγελματίας.
Το ξεκίνημα
Ξεκίνησε σαν αργοκίνητο τρένο. Την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου, έμαθα για κάποια, διάσπαρτα συγκροτήματα κατοικιών που μπήκαν σε lockdown για αρκετές ημέρες λόγω ενός νέου κύματος μολύνσεων από την παραλλαγή Ομικρον.
Τη δεύτερη, όλοι είχαν κάποιον φίλο που ήταν σε καραντίνα, είτε στο γραφείο του είτε στο συγκρότημα κατοικιών του. Μέχρι τα μέσα Μαρτίου, τα γραφεία άρχισαν να κλείνουν και ο κόσμος κλήθηκε σταδιακά να δουλέψει από το σπίτι. Κανείς όμως δεν ανησυχούσε πραγματικά γιατί… ελάτε τώρα: όλοι έχουν κάποιον φίλο, ή φίλο φίλου εκτός Κίνας που κόλλησε Covid, ανάρρωσε και τώρα περνάει πολύ ωραία στη ζωή του.
Την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου, συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε μπλέξει. Οι Αρχές επέβαλαν πλήρες lockdown για δέκα μέρες. Εφτιαξα ένα λογικό απόθεμα φαγητού, άρχισα να κατεβάζω βιβλία καλλιέργειας του πνεύματος και τα κλασικά του Βουδισμού, και προσπάθησα να συγκεντρωθώ στο γράψιμό μου περνώντας παράλληλα διαρκώς από το Zoom σε εφαρμογές μηνυμάτων. Τη δεύτερη μέρα, προσπάθησα να αγοράσω διαδικτυακά καφέ. Δεν υπήρχε πια τίποτα διαθέσιμο.
Οσο περισσότερο βυθίζομαι στο lockdown της Σαγκάης, τόσο συνειδητοποιώ πως έχω βουτήξει σε μία μαύρη τρύπα. Η κατάσταση γινόταν όλο και πιο άσχημη. Συνειδητοποίησα πως είτε τα αποθέματα τελείωναν, είτε δεν υπήρχε πια κανείς εκεί έξω να τα παραδώσει. Την έκτη μέρα, ένας γείτονας μου χτύπησε την πόρτα ζητώντας ρύζι. Είναι 50 ετών, ζει μόνος στο κτίριο δίπλα μου και ξέμεινε εντελώς. Εχυσα το μισό μου πακέτο ρύζι στην κατσαρόλα που κρατούσε και αρνήθηκα όταν επέμεινε να με πληρώσει.
Χωρίς τρόφιμα
Οσο περνούν οι μέρες, οι ελλείψεις τροφίμων γίνονται όλο και πιο σοβαρές. Οπως και πολλοί από εκείνους που δεν κατάφερναν να αγοράσουν φαγώσιμα από το Ιντερνετ και διέθεταν μόνο τα απολύτως ελάχιστα από τις κυβερνητικές προμήθειες, συνειδητοποίησα πως οι ομαδικές αγορές μέσω WeChat ήταν ο μόνος δρόμος. Λόγω της περιορισμένης κυκλοφορίας στους δρόμους και του υψηλού κινδύνου για τους διανομείς, προτεραιότητα μπορούσε να δοθεί μόνο στις παραγγελίες πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσό.
Οι «αρχηγοί» στις ομάδες των WeChat απέκτησαν σύντομα ηρωικό ρόλο: καλούνταν να είναι εφευρετικοί, εξυπηρετικοί και οργανωμένοι ταυτόχρονα. Συνήθως ξεκινούσαν μία έρευνα, μάζευαν παραγγελίες από τους γείτονες, συνδέονταν με τους προμηθευτές, πλήρωναν προκαταβολικά και διένειμαν αναλόγως όταν έφταναν οι προμήθειες.
Μέσα σε μερικές μέρες, έμαθα τους γείτονές μου καλύτερα από ό,τι τα τελευταία δύο χρόνια. Αντάλλαξα σος σόγιας για καφέ με έναν γείτονα και αβγά για γάλα με έναν άλλο.
Μέχρι την τρίτη εβδομάδα, άρχισαν επίσης να εμφανίζονται μαύρες αγορές: Coca-Cola, noodles στιγμής, αποξηραμένο μάνγκο και τσιπς πωλούνται δύο ή και τρεις φορές πάνω μέσω του παραθύρου ενός κατοίκου στους υπόλοιπους του ίδιου διαδρόμου. Η κοπέλα στην οποία ανήκει «το μικρό σταντ» έχει επαφή με έναν προμηθευτή που κρατά το σουπερμάρκετ του κλειστό.
Τα τεστ PCR είναι η μόνη ευκαιρία να βγούμε έξω. Συνήθως καλούμαστε να κάνουμε κάθε τρεις ή τέσσερις μέρες, κάποιες φορές την τελευταία στιγμή ή πολύ αργά τη νύχτα. Οι περισσότεροι ωστόσο νιώθουμε τυχεροί, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να βγεις έξω για λίγο και να αναπνεύσεις φρέσκο αέρα.
Εχουμε φανεί τυχεροί, όλο το συγκρότημα έχει παραμείνει αρνητικό μέχρι τώρα. Οσοι βγαίνουν θετικοί στη διάρκεια των ομαδικών PCR καλούνται να πάνε σε κινητά ιατρεία. Από το διαδικτυακό ημερολόγιο στο WeChat μιας φίλης που βγήκε θετική, έμαθα πως τους συγκέντρωσαν σε έναν τεράστιο ανοιχτό χώρο, όπου υπήρχαν φώτα αναμμένα μέρα-νύχτα και 10 τουαλέτες για 2.000 ανθρώπους. «Είναι σαν νυχτερινό τρένο χωρίς προορισμό ενόψει», έγραφε.
Οι μέρες είναι πια γεμάτες άγχος, και ο αριθμός των καθημερινών κρουσμάτων εξακολουθεί να αυξάνεται. Το lockdown παρατείνεται διαρκώς. Η αβεβαιότητα αρχίζει να κυριαρχεί στο μυαλό των ανθρώπων: θα επιστρέψουμε ποτέ στην κανονικότητα; Θα δουλέψει το μοντέλο της Ουχάν στη Σαγκάη; Βρισκόμαστε τώρα σε μία χώρα με μηδενική ανοχή στην Covid, αλλά ο αριθμός των κρουσμάτων είναι τόσο ψηλός όσο και στο ξεκίνημα του δεύτερου κύματος στην Ευρώπη.
Κόλαση
Συνταξιούχοι υγειονομικοί αρχίζουν να εισηγούνται εναλλακτικές λύσεις στα δραστικά μέτρα και να αμφισβητούν την ορθότητα της πολιτικής μηδενικής Covid. Δημοσιογράφοι αρχίζουν να συλλέγουν λογοκριμένους θανάτους λόγω μη πρόσβασης σε ιατροφαρμακευτική βοήθεια και τεστ PCR που αποκλείουν ασθενείς από τα επείγοντα. Πολίτες αρχίζουν να αναρωτιούνται πώς η αγαπημένη τους πόλη έγινε κόλαση επί της Γης με τον κόσμο να λιμοκτονεί και να κλαίει ζητώντας βοήθεια. Οργή και απελπισία αρχίζουν να κυριαρχούν στα σόσιαλ μίντια, άρθρα και βίντεο κοινοποιούνται εκατομμύρια φορές πριν διαγραφούν ή κατεβούν από τους λογοκριτές.
Αρχίζω επίσης να νιώθω όλο και περισσότερο άβολα με το κρατικό αφήγημα γύρω από τις «θετικές περιπτώσεις»: κάθε κτίριο με έστω και ένα κρούσμα αντιμετωπίζει 14 επιπλέον ημέρες lockdown και πολυάριθμα νέα τεστ PCR, πέραν του φόβου του υποχρεωτικού περιορισμού σε τεράστιους ανοιχτούς χώρους, μαζί με χιλιάδες άλλους ανθρώπους. Ολα αυτά πυροδοτούν εύκολα φόβο για τις «θετικές» περιπτώσεις και τους ανθρώπους.
Τις τελευταίες μέρες, γείτονες άρχισαν να καταγγέλλουν ο ένας τον άλλο στην ομάδα μας στο WeChat. Κάποιες μέρες ήταν για κάποιον που δεν έκανε PCR, άλλες για κάποιον που προσπάθησε να βγει κρυφά να βρει φαγητό. Στο συγκρότημα της φίλης μου, γείτονες άρχισαν να καλούν την αστυνομία όποτε βλέπουν κάποιον να κατεβαίνει τις σκάλες ή να μιλάει με άλλους.
Μπορώ να δω την αλλόκοτη ομοιότητα ανάμεσα στο να είσαι «θετικός / ύποπτος» τώρα και «διανοούμενος / αστός» τη δεκαετία του 1960 κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Για να είμαι ειλικρινής, αυτό με τρομάζει πολύ περισσότερο από ό,τι η πείνα ή η Covid-19.
Πηγή: in.gr