Ένα από τα πιο ωραία success stories που άκουσα τελευταία είναι του Λάζαρου Μιχαηλίδη και του Θεολόγου Καμπούρη, δύο φίλων από τη Θεσσαλονίκη που αποφάσισαν να φύγουν από την Ελλάδα και να αναζητήσουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Επέλεξαν την Κοπεγχάγη και ξεκίνησαν από το μηδέν, έτρωγαν instant noodles και δεν είχαν λεφτά ούτε για ταξί, αλλά μέσα σε λίγα χρόνια κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα από τα πιο δημοφιλή street food της Δανίας.
Το «Τhe Real Greek», το σουβλατζίδικο που άνοιξαν στην καρδιά της Κοπεγχάγης, έμαθε στους Δανούς το σουβλάκι και μετέτρεψε τους δύο φίλους σε επιτυχημένους επιχειρηματίες. Πριν από λίγες μέρες άνοιξαν και το πρώτο τους εστιατόριο με ελληνική κουζίνα. Μιλήσαμε ένα πρωί με βιντεοκλήση και μου διηγήθηκαν τη συναρπαστική τους ιστορία. «Τα λέμε γιατί σκεφτόμαστε ότι μπορεί να εμπνεύσουμε και άλλους νέους σαν εμάς που προσπαθούν να πετύχουν στον χώρο της εστίασης», λέει ο Θεολόγος.
Πώς ξεκίνησαν όλα
«Το εστιατόριο που δουλεύαμε δεν πήγαινε καλά και ο ιδιοκτήτης άρχισε να μας κόβει μεροκάματα. Σκεφτόμασταν να τα παρατήσουμε και να γυρίσουμε πίσω Ελλάδα, είχαμε λεφτά μόνο για το ενοίκιο και τρώγαμε κάθε μέρα instant noodles. Ήμασταν σε απόγνωση. Μια μέρα, για να ξεχαστούμε, αποφασίσαμε να πάμε στο Reffen – Copenhagen Street Food, το στέκι μας. Δεν μας άλλαξε μόνο τη διάθεση, αλλά όλη μας τη ζωή», λέει ο Θεολόγος.
Το Reffen – Copenhagen Street Food είναι ένας χώρος όπου βρίσκονται σταθμευμένα δεκάδες κοντέινερ που λειτουργούν ως επαγγελματικές κουζίνες. Πουλάνε street food λιχουδιές από 37 χώρες – κάτι σαν το δικό μας street food φεστιβάλ. Λειτουργεί την άνοιξη και το καλοκαίρι και κλείνει τον χειμώνα. Εξυπηρετεί έως 7.000 άτομα ημερησίως. Οι Δανοί το λατρεύουν. Ήταν μια ιδέα του επιτυχημένου επιχειρηματία και σεφ Jesper Julian Møller και πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στον χώρο της εστίασης στη Δανία.
«Φτάνοντας λοιπόν στο Street Food εκείνο το δύσκολο βράδυ, το βρήκαμε κλειστό», αφηγείται ο Θεολόγος. «Mια αγγελία απ’ έξω έλεγε ότι έψαχναν καινούριους συνεργάτες για την επόμενη σεζόν που θα ξεκινούσε τον Μάιο του 2018. Κοιταχτήκαμε και είπαμε να δηλώσουμε συμμετοχή χωρίς να έχουμε και πολλές ελπίδες. Δεν είχαμε όμως κάτι να χάσουμε. Το είδαμε σαν την τελευταία μας ευκαιρία πριν γυρίσουμε στην Ελλάδα ηττημένοι», λέει ο Λάζαρος. «Στο Street Food βλέπαμε Ιταλούς να πουλάνε φρέσκια πάστα, Μεξικάνους να πουλάνε τάκος και μπουρίτος κι Άγγλους να πουλάνε fish and chips, αλλά σουβλάκια από την Ελλάδα πουθενά. Αυτό ήταν, “σουβλάκι”! Χωρίς δεύτερη σκέψη φτιάξαμε ένα μενού και το στείλαμε. Χωριάτικη σαλάτα, σουβλάκι με χοιρινό και με κοτόπουλο και ένα ακόμη με σουτζουκάκι. Στείλαμε το email και γυρίσαμε στη δουλειά μας. Σε μία εβδομάδα ακριβώς είχαμε απάντηση. Μας καλούσαν για συνέντευξη. Φαντάσου ότι πήγαμε με τα πόδια γιατί δεν είχαμε λεφτά για ταξί! Μας πήρε συνέντευξη ο ίδιος ο Jesper Møller, ένας εκκεντρικός τύπος, αλλά ταυτόχρονα προσιτός και απλός. Είχε ταξιδέψει στην Ελλάδα, είχε δοκιμάσει το σουβλάκι και φάνηκε να του αρέσει το κόνσεπτ μας. Ήταν σαν να περίμενε καιρό να ακούσει μια ιδέα σαν τη δική μας. Μετά από αυτό μας κάλεσαν για να τους παρουσιάσουμε το μενού μας, να τους μαγειρέψουμε λάιβ και να δοκιμάσουν τις γεύσεις μας. Πήραμε το ψυγειάκι με τα υλικά, το φορτώσαμε σε ένα ταξί και ξεκινήσαμε. Αλλά έλα που ήταν πιο μακριά από όσο υπολογίζαμε και δεν μας έφταναν τα λεφτά. Κάποια στιγμή είπαμε στον οδηγό να σταματήσει και το πήραμε με τα πόδια», θυμάται ο Θεολογος. «Το δοκιμαστικό πήγε πολύ καλά. Τους άρεσαν πολύ οι γεύσεις και μας ανακοίνωσαν αμέσως ότι είμαστε μέσα στο Street Food».
Πώς ξεπεράσανε τα εμπόδια
Το Street Food παρέχει τον χώρο, αλλά τη διαμόρφωση την αναλαμβάνουν οι ιδιοκτήτες και υπάρχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές που πρέπει να τηρηθούν. Ένα κοντέινερ πρέπει να μεταμορφωθεί σε επαγγελματική κουζίνα, να πληροί όλες τις υγειονομικές προϋποθέσεις και το design να παραπέμπει σε κάτι ελληνικό. «Οι πραγματικές δυσκολίες μόλις ξεκίνησαν. Για να μπούμε στο Street Food χρειαζόμασταν κεφάλαιο. Βγάλαμε ένα budget για τα άκρως απαραίτητα, αλλά δεν ξέραμε πού να βρούμε τα χρήματα. Δεν θέλαμε να ζητήσουμε από συγγενείς για να μην πέσουμε στην ανάγκη κανενός. Είχαμε έναν εσωτερικό ενθουσιασμό που δεν μας άφηνε να πέσουμε ψυχολογικά και εντελώς αυθόρμητα αποφασίσαμε να απευθυνθούμε σε τράπεζα για δάνειο. Βλέπαμε παντού διαφημίσεις και είπαμε “γιατί όχι;”. Η τράπεζα μας έδωσε το ακριβές ποσό που χρειαζόμασταν, ούτε ευρώ παραπάνω ή παρακάτω. Αγοράσαμε ποδήλατα για να κάνουμε μεταφορές και ξεκινήσαμε τις ετοιμασίες. Μας βοήθησε μία αρχιτέκτονας του Street Food και το φτιάξαμε πολύ ωραίο. Τα πάντα έγιναν πολύ γρήγορα και η πρώτη μέρα του Street Food έφτασε, όπως και ο πρώτος πελάτης! Ήμασταν ενθουσιασμένοι και αγχωμένοι ταυτόχρονα», θυμάται ο Θεολόγος. «Είχαμε ξεχάσει πώς τυλίγουμε το σουβλάκι. Μας έπιασαν τα γέλια και το κατάλαβε και εκείνος. Το τυλίξαμε όπως όπως και του το δώσαμε. Φάνηκε να το ευχαριστιέται».
Το success story
«Τα κάναμε όλα μόνοι μας. Δουλεύαμε ασταμάτητα και δεν είχαμε χρόνο να σκεφτούμε ούτε να επεξεργαστούμε αυτό που μας συνέβαινε. Η δουλειά αυξανόταν και ξεκίνησαν τα πρώτα sold out. Το Street Food έχει 5-7.000 επισκέπτες καθημερινά. Φτάσαμε να πουλάμε 35.000 σουβλάκια. Στο τέλος της χρονιάς βγήκαμε δεύτεροι σε πωλήσεις σε όλο το Street Food. Πρώτοι ήταν οι Ινδοί, αλλά αυτοί είχαν οκτώ άτομα προσωπικό. Δουλέψαμε 165 μέρες χωρίς ούτε μισό ρεπό. Όταν το Street Food έκλεισε για τον χειμώνα συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε καταφέρει κάτι μεγάλο και ότι σίγουρα την επόμενη χρονιά θα χρειαζόμασταν βοήθεια. Την επόμενη χρονιά (2019) φτάσαμε στο Νο1, όπου και παραμένουμε μέχρι σήμερα. Εκείνη τη χρονιά μία από τις μεγαλύτερες σκανδιναβικές εφημερίδες μας συμπεριέλαβε στη λίστα με τα καλύτερα street food της Κοπεγχάγης. Μας έχουν δώσει το nickname “Greek mafia”. Μας έχουν αγκαλιάσει οι διοργανωτές. Δεν μπορούν να πιστέψουν τα νούμερα που κάνουμε και ότι είμαστε ακόμη εκεί με την ποδιά και δουλεύουμε. To mentality το δικό τους είναι “κάνεις κάτι που πήγε καλά, μετά φοράς το σακάκι σου και απολαμβάνεις τα κέρδη σου”. Για εμάς δεν είναι έτσι. Μας αρέσει πάρα πολύ αυτό που κάνουμε, το αγαπάμε, και τα παιδιά που έχουν έρθει και δουλεύουν για εμάς είναι συνεργάτες μας, τους εμπιστευόμαστε και τους περνάμε την αγάπη μας. Δεν είναι επαγγελματίες, αλλά έμαθαν την δουλειά δίπλα μας, πιστέψανε στο όραμα μας και είναι ευχαριστημένοι».
«Πλέον μας φτάνουν τα λεφτά για το ταξί και με το παραπάνω. Αλλά και όταν δεν μας έφταναν, ποτέ δεν μιζεριάσαμε και ποτέ δεν θα το κάνουμε. Δεν τα παρατήσαμε και αυτό μας κράτησε. Δεν είχαμε χρήματα, αλλά ήμασταν υγιείς, είχαμε μια στέγη πάνω από το κεφάλι μας και τις δυσκολίες τις είδαμε σαν πρόκληση και όχι σαν εμπόδιο. Τώρα έχουμε ένα καλό εισόδημα. Ο Λάζαρος γνώρισε τη γυναίκα του στο Street Food, η κοπέλα μου ήρθε από τη Θεσσαλονίκη και μένει πλέον μόνιμα μαζί μου».
Το σκανδιναβικό σουβλάκι
«Η συνταγή μας παραμένει ακριβώς η ίδια. Ο Δανός βρίσκει σε εμάς το σουβλάκι που δοκιμάσε στις διακοπές του στην Ελλάδα. Η τιμή που πουλάμε μας επιτρέπει να παίρνουμε υλικά πολύ καλής ποιότητας κι έχουμε πελάτες που έρχονται από την άλλη άκρη της πόλης για να δοκιμάσουν το σουβλάκι μας. Ο καλύτερός μας πελάτης μας ο Κέβιν. Έρχεται συνέχεια από τότε που ανοίξαμε και λέει ότι τρώει ακριβώς το ίδιο σουβλάκι – από την πίτα μέχρι τη χαρτοπετσέτα. Εισάγουμε προϊόντα από την Ελλάδα. Το σουβλάκι που φτιάχνουμε στο Street Food είναι το κλασικό αθηναϊκό. Στην πίτα βάζουμε κρεμμύδι, τζατζίκι, ντομάτα και κρέας. Στην αρχή δεν βάζαμε πατάτες, αλλά μας τις ζητούσαν, οπότε τις προσθέσαμε». «Σας λείπει η Ελλάδα;», τους ρωτάω. «Μας λείπει, αλλά κι εδώ είναι ωραία. Η Δανία θεωρείται το Λας Βέγκας της Σκανδιναβίας, είναι πιο χαλαρά τα πράγματα. Είναι αρκετά της καλοπέρασης οι Δανοί. Και αγκαλιάζουν τα νέα κόνσεπτ. Έχουμε διάφορες ιδέες στο μυαλό μας».
Η συνταγή της επιτυχίας
«Να έχεις πίστη στο προϊόν, να ξέρεις γιατί το πουλάς και να ξέρεις γιατί κάνεις αυτό που κάνεις. Οποιαδήποτε δυσκολία και να βρεθεί μπροστά σου να μπορείς να μην τα χάνεις και να έχεις το μυαλό να το αντιμετωπίσεις. Η πίστη σε αυτό που κάνεις βοηθάει πολύ. Η συνεργασία είναι ένας σημαντικός παράγοντας γιατί ο ένας σπρώχνει τον άλλο και όταν ο ένας λέει “δεν γίνεται”, ο άλλος να λέει “το έχουμε”. Η αγάπη σε αυτό που κάνεις. Δεν ήμουν σουβλατζής, αλλά αγάπησα το προϊόν, το σεβάστηκα, το έμαθα και το μετέδωσα σε άλλους. Δεν με ένοιαζε ποτέ τι λένε οι άλλοι, γιατί πίσω στην Ελλάδα ακούγαμε υποτιμητικά σχόλια του τύπου ότι ανοίξαμε ένα κοντέινερ», λέει ο Θεολόγος.
Τα νέα σχέδια
«Ψάχναμε τρόπο να εξελίξουμε την επιτυχία μας. Αποφασίσαμε να ανοίξουμε ένα μικρό εστιατόριο. Και τα καταφέραμε. Το ανοίξαμε στις 14 Ιανουαρίου στην οδό Vesterbrogade 30, στη γειτονιά όπου ξεκίνησαν όλα. Λίγα μέτρα πιο κάτω βρίσκεται το εστιατόριο στο οποίο δουλεύαμε όταν ήρθαμε στην Κοπεγχάγη. Μετά από τέσσερα χρόνια γυρίσαμε πίσω στη γειτονιά μας, αλλά αυτήν τη φορά ως ιδιοκτήτες. Πλέον έχουμε προτάσεις από μεγάλα φεστιβάλ, ο κόσμος μας έχει μάθει και μας στηρίζει συνέχεια και κάνουμε συνεργασίες με εταιρείες για catering. Σκεφτόμαστε να κάνουμε ενα road trip στην Ευρώπη, να στήνουμε ένα food truck από πόλη σε πόλη και να πουλάμε σουβλάκια».
Πηγή: gastronomos.gr